Το κυρίαρχο θέμα συζήτησης για όσους ασχολούνται με τους φορολογικούς ελέγχους, τα εμβάσματα, τα ανοίγματα λογαριασμών, αλλά και στη διαφορά ανάμεσα στην αντικειμενική και την πραγματική αξία των ακινήτων ήταν και είναι η Απόφαση 1738/2017 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Στο θέμα έχει γίνει προσέγγιση από διαφορετική σκοπιά από πολλούς.

Όλα αυτά θα μπορούσαν να συγκεντρωθούν σε δύο άξονες:

Ο πρώτος που κατηγορεί τους δικαστές ότι δίνουν άφεση αμαρτιών στους φοροφυγάδες.

Ο δεύτερος ότι τελικά οι δικαστές στάθηκαν στο ύψος των περιστάσεων και έδωσαν τέλος στην ομηρεία εκατοντάδων χιλιάδων φορολογούμενων που βρίσκονταν σε ένα καθεστώς αβεβαιότητας επ’ αόριστον και σε ένα κράτος που είναι «ίσο» απέναντι στους πολίτες του, κράτος δικαίου, στο οποίο εφαρμόζονται η αρχή της ασφάλειας του δικαίου, η αρχή της αναλογικότητας, όπως αυτές προσδιορίζονται και στα αντίστοιχα άρθρα του συντάγματός μας.

Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή για να καταλάβουμε πως φτάσαμε σε αυτήν την απόφαση…

Ο φορολογικός έλεγχος αφορούσε εταιρεία πετρελαιοειδών που στη χρήση 2001 κατόπιν εγγράφου του Ζ’ Τελωνείου 1) δεν ζήτησε και δεν έλαβε ή δεν εξέδωσε τουλάχιστον σε δύο περιπτώσεις τιμολόγιο αγοράς για αγορασθείσα ποσότητα 35.000 λίτρων πετρελαίου εσωτερικής καύσεως (ναυτιλίας), συνολικής καθαρής αξίας 5.325.015 δραχμών (15.627,34 ευρώ) και 2) δεν εξέδωσε α) τουλάχιστον σε επτά περιπτώσεις τιμολόγια πώλησης-δελτία αποστολής για πωληθείσες ποσότητες 6.317.500 λίτρων πετρελαίου εσωτερικής καύσεως, συνολικής καθαρής αξίας 994.178.972 δραχμών (2.917.619,87 ευρώ) και β) τουλάχιστον σε μία περίπτωση τιμολόγιο πώλησης-δελτίο αποστολής για πωληθείσα ποσότητα 700 λίτρων ίδιου πετρελαίου, συνολικής καθαρής αξίας 110.160 δραχμών (323,28 ευρώ). Κατόπιν αυτών, αφού έγινε δεκτό ότι οι ανωτέρω παραβάσεις επιδρούσαν στο κύρος και την αποδεικτική ισχύ των βιβλίων και στοιχείων της, καθιστώντας αυτά ανακριβή, προσδιορίσθηκαν εξωλογιστικά τα αποτελέσματά της, για την ένδικη χρήση, με το 2167/13-12-2010 φύλλο ελέγχου φόρου εισοδήματος του Προϊσταμένου του ΔΕΚ Αθηνών, με το οποίο καταλογίσθηκε σε βάρος της κύριος φόρος 3.986.826,28 ευρώ καθώς και πρόσθετος φόρος 11.102.850,15 ευρώ λόγω ανακρίβειας της σχετικής δηλώσεως. Το ανωτέρω φύλλο ελέγχου επιδόθηκε στην αναιρεσίβλητη στις 21/12/2010 και κατ αυτού η τελευταία άσκησε, στις 17/2/2011, προσφυγή ενώπιον του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.

Το Εφετείο δικαιώνει την εταιρεία και το ΔΕΚ και το ΚΕΜΕΠ προσφεύγουν κατά της απόφασης στο ΣτΕ.

Το Τμήμα του ΣτΕ εκδίδει την 675/2017 απόφαση στην οποία αναφέρεται ότι ανεξάρτητα των ειδικότερων αιτιολογιών, η κρίση του Διοικητικού Εφετείου είναι ορθή και συμφωνεί στην απόρριψη της αίτησης του δημοσίου. Επειδή όμως το ζήτημα της συνταγματικότητας των διατάξεων που αφορούσε τις παραγραφές δεν είχε κριθεί με προηγούμενη απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ, το Τμήμα κρίνει ότι η επίλυση του εν λόγω ζητήματος πρέπει κατά το άρθρο 100, παρ. 5 του Συντάγματος, να παραπεμφθεί στην Ολομέλεια του Δικαστηρίου.

Αλλά ποιες είναι οι μέχρι σήμερα παρατάσεις στην παραγραφή;

ΝΟΜΟΣ

ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ

ΠΑΡΑΤΑΣΗ ΠΑΡΑΓΡΑΦΗΣ

Αρ. 84, N. 2238/1994

Πενταετής από το τέλος του επόμενου έτους

Αρ. 11, N. 3513/2006

31/12/2006 και 31/12/2007

31/12/2008

Αρ. 29, N. 3697/2008

31/12/2008

31/12/2009

Αρ. 10, N. 3790/2009

31/12/2009

30/6/2010

Αρ. 82, N. 3842/2010

30/6/2010

31/12/2010

Αρ. 12, N. 3888/2010

31/12/2010

31/12/2011

Αρ. 18, N. 4002/2011

31/12/2011

31/12/2012

Αρ. 2, N. 4098/2012

31/12/2012

31/12/2013

Αρ. 37, N. 4141/2013

31/12/2013

Παράταση 2 έτη

Αρ. 87, N. 4316/2014

Όσα έληγαν 31/12/2014

Παράταση 1 χρόνο (εισαγγελικές παραγγελίες, στοιχεία από άλλα κράτη, κ.λπ.)

Αρ. 22, N. 4337/2015

Όσα έληγαν 31/12/2015

Παράταση 1 χρόνο

 
Θα μπορούσα να συνεχίσω για τον Ν.4336/2015 ή τον Ν.4410/2016 για την τριετή παράταση που δόθηκε στις υποθέσεις της Ειδικής Γραμματείας του ΣΔΟΕ που περιήλθαν στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων (νυν ΑΑΔΕ) ή τις εισαγγελικές παραγγελίες. Και βέβαια θα πρέπει κάποιος να αναφερθεί στον Ν.4223/2013 που ορίζεται «ότι κατ’ εξαίρεση του κανόνα πενταετούς παραγραφής μπορεί να εκδοθεί πράξη διοικητικού, εκτιμώμενου ή διορθωτικού προσδιορισμού φόρου εντός είκοσι (20) ετών από τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής δήλωσης».
 
Αυτό δεν λέγεται παράταση στην παραγραφή, αλλά ομηρεία επ’ αόριστον μέχρι γ’ βαθμού συγγένειας!

Τι λέει λοιπόν η απόφαση του ΣτΕ;

Οι φορολογικές αρχές θα πρέπει να έχουν για κανόνα ότι η κοινοποίηση φύλλου ελέγχου δεν μπορεί να γίνει μετά την πάροδο πενταετίας από το τέλος του έτους στο οποίο ο υπόχρεος πρέπει να υποβάλει φορολογική δήλωση (5+1).

Για να γίνει κατανοητό, για τα εισοδήματα της χρήσης 2007 η υποβολή της φορολογικής δήλωσης είναι το 2008, άρα η κοινοποίηση φύλλου ελέγχου παραγράφεται 31/12/2013.

Το πιο πάνω παράδειγμα δεν είναι τυχαίο, αφού κατά τη διάρκεια του έτους 2016 κοινοποιήθηκαν χιλιάδες φύλλα ελέγχου επιχειρήσεων από τη φορολογική αρχή, λόγω του δείγματος για έλεγχο του Υπουργείου Οικονομικών.

Στο σημείο αυτό βέβαια θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι το δικαίωμα του Δημοσίου για όσους δεν έχουν υποβάλει καθόλου δήλωση παραγράφεται μετά την πάροδο 15ετίας. Δηλαδή, τα εισοδήματα του παραδείγματος του 2007 παραγράφονται 31/12/2023.

Η παράταση του χρόνου παραγραφής είναι σε κάθε περίπτωση 5ετία. Το ΣτΕ αναφέρει ότι το δικαίωμα του δημοσίου παραγράφεται στη δεκαετία από το τέλος του έτους στο οποίο ο υπόχρεος πρέπει να υποβάλλει φορολογική δήλωση στις περιπτώσεις όπου (10+1):

α. η δήλωση θεωρηθεί ανακριβής

β. όταν λάβει γνώση από τις αρχές άλλων χωρών, στοιχείων, σύμφωνα με το πλαίσιο της διοικητικής συνδρομής (βλ. άρθρο «Λογαριασμοί με ονοματεπώνυμο»)

γ. από συμπληρωματικά στοιχεία εξακριβώνεται ότι το εισόδημά του είναι μεγαλύτερο από το δηλωθέν.

Όσον αφορά την τρίτη περίπτωση, καλό είναι να υπενθυμίσουμε ότι με δύο αποφάσεις του το Διοικητικό Εφετείο Αθηνών έχει κρίνει ότι το άνοιγμα των τραπεζικών λογαριασμών δεν συνιστά νέο στοιχείο.

Τα προβλήματα που καλείται να αντιμετωπίσει το Υπουργείο Οικονομικών είναι πολλαπλά και σύνθετα:

  • Τι θα γίνει με τα κονδύλια που ήδη έχουν υπολογιστεί στον κρατικό προϋπολογισμό σαν έσοδα από τις διάφορες λίστες, εμβάσματα, ανοίγματα λογαριασμών, κ.λπ.;
  • Τι θα γίνει με όσους ήδη έχουν προκαταβάλει ή έχουν ρυθμίσει τα ποσά που τους έχουν βεβαιωθεί και ακόμα η προσφυγή δεν έχει συζητηθεί ή ολοκληρωθεί; Θα τα επιστρέψει, όπως εύλογα καταλαβαίνω και πότε;
  • Τι θα γίνει με τον Ν.4446/2016, αρ. 57-61 για τα αδήλωτα εισοδήματα;
  • Και για να το προχωρήσω λίγο ακόμα, όποιος δεν έχει υποβάλει καθόλου δηλώσεις και τις υποβάλει με τον ανωτέρω νόμο, αυτόματα η παραγραφή από 15ετία γίνεται 5ετία;

Είναι πραγματικά ένας γρίφος που θα πρέπει η φορολογική αρχή να λύσει και μάλιστα άμεσα.

Κλείνοντας, θα ήθελα να σταθώ επιγραμματικά σε κάποια σημεία που πολύ σωστά οι δικαστές αναφέρουν στην απόφαση 1738/2017:

παρ. 5 «…όταν πρόκειται για διατάξεις που μπορούν να έχουν σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις στους ενδιαφερόμενους, όπως οι διατάξεις που προβλέπουν την επιβολή επιβαρύνσεων υπό την μορφή φόρων, τελών, εισφορών….»

«…Η διάρκειά της να είναι επαρκώς προβλέψιμη από τον διοικούμενο…»

παρ. 5 α «…Να είναι μεν δυνατή η άσκηση αποτελεσματικού ελέγχου για την εξακρίβωση εκ μέρους των διοικούμενων τηρήσεως των ως άνω οικονομικών υποχρεώσεών τους, χωρίς όμως να ενθαρρύνεται η απραξία των αρμόδιων διοικητικών αρχών, την οποία ενθαρρύνει η μεγάλη διάρκεια του χρόνου παραγραφής ή η δυνατότητά της εκ των υστέρων, και ιδίως πλησίον του χρόνου λήξεως της παρατάσεώς της…»

παρ. 5 β «…να μην αφήνονται οι διοικούμενοι έκθετοι αφενός μεν σε μακρά περίοδο ανασφάλειας δικαίου- που αποτελεί, σε συνδυασμό με τις συνεχείς μεταβολές της σχετικής με φόρους, τέλη, εισφορές και συναφείς κυρώσεις νομοθεσίας, παράγοντα αποτρεπτικό για τον προγραμματισμό και την ανάπτυξη οικονομικών δραστηριοτήτων, με ιδιαίτερα δυσμενείς επιπτώσεις για την ανάπτυξη και, γενικότερα την εθνική οικονομία, ιδιαιτέρως μάλιστα σε περιόδους οικονομικής κρίσεως, δηλαδή σε βλάβη του δημόσιου συμφέροντος…»

Αλλά και σύμφωνα με την παρ. 5 γ «να μην αφήνεται το δημόσιο έκθετο στον κίνδυνο αδυναμίας είσπραξης τυχόν βεβαιωμένων, μετά την πάροδο μακρού χρόνου από τη γένεση των σχετικών υποχρεώσεων, ποσών φόρων… »

Διαβάζοντας αναλυτικά το σκεπτικό της ομόφωνης απόφασης των δικαστών, θεωρώ ότι η απόφαση αυτή βοηθάει όχι στην άφεση αμαρτιών των φοροφυγάδων, αλλά στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας, στις νέες επενδύσεις και στην είσπραξη βεβαιωμένων φόρων.

Facebook Comments