Μπορεί να πει κανείς ότι οι μαζικές διαδηλώσεις στην Ουκρανία είναι μια επανάληψη της «Πορτοκαλί Επανάστασης» του 2004; Με μια πρώτη ματιά οι ομοιότητες είναι σημαντικές: οι νέοι και τα μεσοαστικά στρώματα φαίνεται να εξεγείρονται εναντίον ενός φιλορωσικού καθεστώτος για την απόφαση που έλαβε να μην προχωρήσει σε συμφωνία σύνδεσης με την ΕΕ στο πλαίσιο της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης.

Όμως αυτή τη φορά, σε αντίθεση με το 2004, η ουκρανική κοινωνία είναι βαθύτατα διχασμένη ανάμεσα στις νότιες και ανατολικές περιοχές, που στηρίζουν τον πρόεδρο Γιανουκόβιτς και επιθυμούν να ενσωματωθεί η χώρα στην Κοινή Αγορά που οικοδομεί υπό την ηγεμονία της η Ρωσική Ομοσπονδία, και στις πιο δυτικότροπες δυτικές περιοχές.

Όλος ο διεθνής Τύπος αναφέρει, ορθά, ότι η Ουκρανία υπαναχώρησε στην ευρωπαϊκή της προοπτική κατόπιν ασφυκτικών πιέσεων και ωμών απειλών του ρώσου προέδρου Πούτιν. Οι ρωσικές αρχές απείλησαν λίγο πολύ ανοιχτά τη γειτονική τους χώρα με σημαντικά εμπορικά αντίποινα αν αποδεχόταν τη συμφωνία σύνδεσης με την ΕΕ στη διάσκεψη κορυφής της Ανατολικής Εταιρικής Σχέσης, που έγινε στο Βίλνιους της Λιθουανίας την περασμένη εβδομάδα.

Συγκεκριμένα, η Ρωσία ανακοίνωσε ότι θα αναγκαζόταν να επιβάλει δασμούς στις εισαγωγές φθηνών ευρωπαϊκών προϊόντων διαμέσου της Ουκρανίας, συμπαρασύροντας έτσι σε άνοδο της τιμής και πολλά ουκρανικά προϊόντα, που διοχετεύονται απρόσκοπτα στη ρωσική αγορά.

Είναι γεγονός ότι η Ρωσία δεν μας έχει συνηθίσει στη λεπτότητα των διπλωματικών της χειρισμών. Όπως επίσης είναι γεγονός ότι η επικράτηση των εθνικών συμφερόντων στο διεθνές πεδίο γίνεται συχνά με εκβιαστικά μέσα, όπως το καταλαβαίνουν πια οι λαοί του ευρωπαϊκού Νότου με τη διαχείριση της κρίσης χρέους που έφερε ύφεση, ανεργία, αποεπένδυση και αποπληθωρισμό, ανοίγοντας έτσι την ψαλίδα μεταξύ αυτών και των οικονομικά ισχυρών χωρών του κέντρου της ευρωζώνης.

Όμως το γεγονός παραμένει ότι η επίσημη άρνηση της Ουκρανίας, μιας μεγάλης και ιστορικής χώρας, να συνεχίσει την ευρωπαϊκή της πορεία και η απόφασή της να προσδεθεί στο άρμα της Ρωσίας αποτελούν ένα μείζον πλήγμα για το κύρος και την ελκτική δύναμη (soft power) της Ένωσης. Φιλοευρωπαϊκές ουκρανικές φωνές υψώθηκαν για να κατηγορήσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση πως δεν έκανε ό,τι όφειλε και μπορούσε προκειμένου να δελεάσει την Ουκρανία σε μιαν απόσχιση από τη ρωσική σφαίρα επιρροής.

Με άλλα λόγια, οι μεν προθέσεις της ΕΕ ήταν καλές, τα δε μέσα για την υλοποίησή τους ανεπαρκή: απέναντι σε μια χώρα που αντιμετωπίζει δεινά οικονομικά προβλήματα και πρέπει να ανεύρει άμεσα το λιγότερο 15 δισ. δολάρια για να αποπληρώσει ομολογιακά της δάνεια, η Ένωση δεν προσέφερε κάποια απτή και μετρήσιμη χρηματική βοήθεια με τη μορφή άμεσης επιχορήγησης και όχι έμμεσα, ως προσδοκία αύξησης των ουκρανικών εξαγωγών στη μεγάλη ευρωπαϊκή αγορά.

Πριν από λίγα χρόνια, σε μιαν ομιλία του ενώπιον της πολιτικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, ο πρώην καγκελάριος της Γερμανίας Χέλμουτ Κολ είχε πει απερίφραστα ότι δεν θα πρέπει να καλλιεργούμε ψευδαισθήσεις στους φίλους μας τους Ουκρανούς περί μιας μελλοντικής ένταξης, λόγω της γεωπολιτικά ιδιαίτερα ευαίσθητης θέσης αυτής της χώρας.

Το επιμύθιο είναι ότι η ΕΕ, το μεγαλύτερο πείραμα υπερεθνικής ολοκλήρωσης που έχει γίνει ποτέ, θα πρέπει να διαθέτει σαφήνεια και διαύγεια στους στρατηγικούς της στόχους και να παρέχει τα ανάλογα οικονομικά μέσα χωρίς αυτά να πέφτουν θύμα της γενικευμένης «δημοσιονομικής προσαρμογής», αν επιθυμεί να συνεχίσει να εμπνέει τους γειτονικούς λαούς προσφέροντάς τους ασφάλεια, σταθερότητα και ευημερία.

Facebook Comments