Παραμένουν τα ρίσκα στις τράπεζες του Nότου
Το κυνήγι αποδόσεων των διεθνών επενδυτών έχει στηρίξει τις τράπεζες της περιφέρειας
Το κυνήγι αποδόσεων των διεθνών επενδυτών έχει στηρίξει τις τράπεζες της περιφέρειας
Ο διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειριαώς της μεγαλύτερης ελληνικής τράπεζας όμως, δεν βρίσκεται στην πατρίδα του. Αντιθέτως, δοκιμάζει μία μερίδα «taramosalata» στο Λονδίνο όπου γιορτάζει την επιτυχή πρώτη έκδοση ομολόγου μετά από 5 χρόνια και την αύξηση κεφαλαίου 1,75 δισ. ευρώ για να ενισχύσει τον ισολογισμό της τράπεζας.
«Μέσα σε 48 ώρες είχαμε προσφορές περίπου 3 δισ. ευρώ από οργανισμούς στις ΗΠΑ και τη Βρετανία. Δεν υπάρχει ανάγκη να πάω (στην ηπειρωτική Ευρώπη)» δήλωσε αφού ακύρωσε το roadshow που εδώ και καιρό σχεδίαζε. «Δεν έχω ξαναδεί τέτοια ζήτηση στην επαγγελματική μου ζωή. Είναι σημείο καμπής για την Πειραιώς και για την Ελλάδα».
Η ανατροπή των δεδομένων για την ελληνική τράπεζα αντανακλά την ευρύτερη οικονομική στροφή που έφερε δισεκατομμύρια δολάρια ξένων επενδύσεων πίσω σε εκείνα τα μέρη της ευρωζώνης που είχαν πληγεί περισσότερο από την κρίση χρέους. Η τάση ήταν εντονότερη στις τράπεζες της περιφέρειας, δηλαδή στην Ισπανία, την Ιταλία, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία.
Πολλοί τραπεζίτες ωστόσο, αναρωτιούνται εάν αυτή η επενδυτική «μανία» δικαιολογείται από την αναιμική οικονομική ανάκαμψη ή εάν απλώς συσσωρεύει προβλήματα για το μέλλον.
Αυτή την εβδομάδα, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να προχωρήσει στην πρωτοφανή απόφαση να κάνει μία ακόμη μείωση στα ήδη πολύ χαμηλά επιτόκιά της και να επιβάλει αρνητικά επιτόκια στις καταθέσεις – χρεώνοντας ουσιαστικά τις τράπεζες που τοποθετούν τα κεφάλαιά τους στην ΕΚΤ. Επίσης αναμένεται να παρουσιάσει εργαλεία πολιτικής που έχουν σχεδιαστεί για να ενθαρρύνουν την χρηματοδότηση στις επιχειρήσεις της περιφέρειας.
Τα μέτρα έχουν τον κίνδυνο να πυροδοτήσουν επενδυτικές ροές στις τράπεζες τις περιφέρειας που θα μπορούσαν να αποδειχθούν αποσταθεροποιητικές, εάν γυρίσει η αγορά.
«Οι αξιωματούχοι τρέχουν ενάντια στον χρόνο για να ενισχύσουν την ανταγωνιστικότητα και το τραπεζικό σύστημα προτού ξεσπάσει η επόμενη κρίση» δηλώνει ο Alberto Gallo, της RBS και συμπληρώνει: «Μέχρι τότε θα υπάρχουν λιγότερα πολεμοφόδια για να στηριχθούν οι τράπεζες ή οι αδύναμες χώρες»
Η Πειραιώς ήταν μία από τις 20 τράπεζες της περιφέρειας που έλαβαν συνολικά περίπου 186 δισ. ευρώ σε κρατικές ενισχύσεις από τα μέσα του 2009, πέρα από τα φτηνά δάνεια της ΕΚΤ που άγγιξαν περίπου το 1 τρισ. ευρώ και διοχετεύθηκαν στο τραπεζικό σύστημα την περίοδο 2011-12, για να αποτραπεί η καταστροφή.
Χρηματοπιστωτικά ιδρύματα όπως η ιρλανδική Allied Irish, η ισπανική Bankia και η πορτογαλική Millennium BCP κάποτε θεωρούνταν ότι είχαν ελάχιστες πιθανότητες να επιβιώσουν μακροπρόθεσμα. Σήμερα όμως, οι διεθνείς επενδυτές είναι διατεθειμένοι όχι μόνο να τις χρηματοδοτήσουν με δισεκατομμύρια ευρώ, αλλά και να το πράξουν χωρίς εγγυήσεις (collateral).
Ένας λόγος είναι πως τα επενδυτικά κεφάλαια αναλαμβάνουν μεγαλύτερο ρίσκο αναζητώντας τοποθετήσεις με μεγαλύτερες αποδόσεις. Με την παραδοχή ότι η κρίση στην ευρωζώνη έχει τελειώσει, οι υψηλότερες αποδόσεις που προσφέρουν τράπεζες όπως η Πειραιώς, της οποίας η έκδοση του 5ετούς ομολόγου προσέφερε κουπόνι 5% – δείχνουν ελκυστικές.
«Αυτή την στιγμή όλοι κυνηγούν τις αποδόσεις» αναφέρει trader ομολόγων με έδρα στο Λονδίνο και συμπληρώνει: «Οι οργανισμοί δεν ενδιαφέρονται τι αγοράζουν, χρειάζονται τις αποδόσεις».
Το σημείο καμπής στην κρίση χρέους της ευρωζώνης εντοπίζεται σε μία συγκεκριμένη στιγμή: Στις 26 Ιουλίου του 2012 όταν ο πρόεδρος της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, υποσχέθηκε ότι θα κάνει «ό,τι χρειάζεται» για να σώσει το ευρώ. Αυτό σημαίνει ακόμη και αγορά κρατικών ομολόγων, εάν είναι απαραίτητο.
Προς το παρόν, η ΕΚΤ δεν έχει δαπανήσει ούτε ένα σεντ. Μετά την ομιλία Ντράγκι όμως, οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων και το κόστος δανεισμού των τραπεζών υποχώρησαν.
«Έδωσε μία ώθηση εμπιστοσύνης» εξηγεί ο Άντονι Ντόιλ, της M&G Investments. «Κανείς δεν γνωρίζει ακριβώς τι εννοούσε με αυτή τη δήλωση, αλλά η αγορά τον πίστεψε και επέστρεψε το θετικό κλίμα για την περιφέρεια. Αυτό μείωσε τις πιέσεις».
Στην αρχή μόνο οι μεγάλοι «εθνικοί πρωταθλητές» του τραπεζικού κλάδου στην περιφέρεια της ευρωζώνης, όπως η ιταλική Unicredit και η ισπανική Santander, είχαν πρόσβαση στις αγορές με μη εξασφαλισμένα ομόλογα πρώτης προτεραιότητας (senior unsecured bonds), που είναι και η βασική πηγή χρηματοδότησης των τραπεζών.
Καθώς καταλάγιαζε η κρίση στην ευρωζώνη, οι διεθνείς επενδυτές αποφάσισαν ότι η Ευρώπη ήταν φτηνή – συγκρινόμενη μάλιστα με τις ΗΠΑ όπου οι αγορές οδηγούνταν προς νέα υψηλά. Τον προηγούμενο χρόνο, οι επενδυτές – πολλοί εκ των οποίων από τις ΗΠΑ – διοχέτευσαν 66 δισ. δολ σε ευρωπαϊκά ομόλογα και μετοχές, σύμφωνα με τα στοιχεία της EPFR. Επιπλέον 70 δισ. ευρώ εισέρρευσαν στην περιοχή από τις αρχές του 2014. Πρόκειται για τις υψηλότερες εισροές πενταμήνου στην ιστορία.
Καθώς επέστρεφαν τα κεφάλαια, το κόστος δανεισμού για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς της ευρωζώνης υποχώρησε κατά 75% από τα υψηλά που είχαν καταγραφεί το Νοέμβριο του 2011, σύμφωνα με τον χρηματοοικονομικό δείκτη iTraxx, που αποτιμά το κόστος εξασφάλισης τραπεζικών τίτλων.
Οι μεσαίου μεγέθους τράπεζες της περιφέρειας άρχισαν να επωφελούνται από το κυνήγι αποδόσεων των επενδυτών. Το αποτέλεσμα ήταν οι εκδόσεις ομολόγων να αγγίξουν τα 39,3 δισ. ευρώ το 2014, που είναι το υψηλότερο επίπεδο από την αρχή της κρίσης και κατά 72% υψηλότερο από την αντίστοιχη περίοδο τον προηγούμενο χρόνο, σύμφωνα με τα στοιχεία της Dealogic.
Η μείωση των αποδόσεων συνοδεύεται από ήπια βελτίωση των οικονομικών προοπτικών. Από το δεύτερο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, η ευρωζώνη καταγράφει θετικό ρυθμό ανάπτυξης. Επιπλέον, οι τράπεζες εφαρμόζουν μεταρρυθμίσεις για να γίνουν ασφαλέστερες και χτίζουν κεφαλαιακά μαξιλάρια σε περίπτωση μίας ακόμη οικονομικής ύφεσης.
Η Morgan Stanley εκτιμά πως από τον Ιούλιο του 2013 αντλήθηκαν κεφάλαια 45 δισ. ευρώ στο πλαίσιο της προετοιμασίας για τα στρες τεστ των ευρωπαϊκών ρυθμιστικών αρχών.
Παρ όλα αυτά κάποιες από τις μετρήσεις που υπολογίζουν την πιθανότητα χρεοκοπίας – η οποία θεωρητικά θα πρέπει να καθορίζει τις αποδόσεις – έχουν επιδεινωθεί . «Είναι σα να είμαστε στο μάτι του κυκλώνα», λέει ο κ. Doyle . «Έχουμε δει κάποια αρχική εξισορρόπηση από τις τράπεζες της περιφέρειας με την στήριξη των βελτιωμένων οικονομικών μεγεθών, αλλά αυτό δεν εξηγεί τη μείωση του κόστους χρηματοδότησης σε επίπεδα ανάλογα με ασφαλείς τίτλους, όπως τα γερμανικά κρατικά ομόλογα».
Ένας λόγος για τον οποίο επενδυτές έχασαν την εμπιστοσύνη τους στην περιοχή πριν από τρία χρόνια ήταν τα μεγάλα εθνικά χρέη και ο φόβος ότι οι κυβερνήσεις δεν θα είναι σε θέση να αντέξουν οικονομικά ένα σχέδιο διάσωσης του τραπεζικού τομέα . Από το 2011 το ακαθάριστο δημόσιο χρέος σε σχέση με το μέγεθος των εθνικών οικονομιών έχει αυξηθεί σε κάθε χώρα της περιφέρειας. Η ανεργία έχει επίσης αυξηθεί σε όλες τις χώρες εκτός από την Ιρλανδία .
Ο αριθμός των κόκκινων ή των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) δείχνει ότι υπάρχουν δείκτες στην πραγματική οικονομία που έχουν μείνει πίσω. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια ως ποσοστό του συνόλου των τραπεζικών δανείων έχουν αυξηθεί σε όλη την περιφέρεια από την κρίση, σύμφωνα με αναφορές τοπικών τραπεζών. Αντιπροσωπεύουν το 32% συνόλου των ελληνικών δανείων, 27,8% του συνόλου των δανείων της Ιρλανδίας, 12,6% στην Ισπανία και 16,9% στην Ιταλία .
Λόγω εθνικών διαφορών που υπάρχουν στον τρόπο με τον οποίο κατατάσσονται τα κόκκινα δάνεια, πολλοί αναλυτές πιστεύουν ότι ο πραγματικός αριθμός θα μπορούσε να είναι σημαντικά υψηλότερος. «Οι τράπεζες, εκτός Ισπανίας, δεν έχουν ακόμη αντιμετωπίσει με πιο ολοκληρωμένο τρόπο τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια τους», δηλώνει ο Nikhil Srinivasan, επικεφαλής επενδύσεων της Generali. «Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια δεν είναι μόνο τροχοπέδη για την κερδοφορία, αλλά, κατά έναν πιο ανησυχητικό τρόπο, αποπροσανατολίζουν τις διοικήσεις των τραπεζών. Μια τράπεζα με 20% μη εξυπηρετούμενα δάνεια δεν βρίσκεται είναι σε θέση να επικεντρωθεί στην ανάπτυξη του δανειακού χαρτοφυλακίου της».
Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για τις τράπεζες της περιφέρειας, επειδή συνδέονται με τις εθνικές οικονομίες τους μέσω μεγάλης κλίμακας επενδύσεων στο κρατικό χρέος- πρόκειται για μία τάση που οι ρυθμιστικές αρχές αποκαλούν «πλέγμα κρατών – τραπεζών».
Μετά την κρίση, οι τοποθετήσεις των τραπεζών της ευρωζώνης σε εγχώρια κρατικά ομόλογα αυξήθηκαν σε όλες τις χώρες της περιφέρειας, εκτός από την Ελλάδα. Αντιπροσωπεύουν, για παράδειγμα, πλέον περισσότερο από το 10% του ενεργητικού όλων των ιταλικών τραπεζών και 9,7% στην Ισπανία.
Ως αποτέλεσμα, η τύχη των εθνικών τραπεζών είναι ακόμη πιο αλληλένδετη με τις εθνικές κυβερνήσεις από ότι ήταν προ τριετίας. Πέρα από αυτό, τίθεται και το θέμα του συνολικού μεγέθους των ισολογισμών των ευρωπαϊκών τραπεζών -30,7 τρισ. ευρώ- που παραμένει ο μεγαλύτερος στον κόσμο σε σχέση με το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν.
Ο κ. Gallo αναφέρει: «Είναι απίθανο στην περίπτωση μιας άλλης κρίσης να έχουν τη δυνατότητα οι κυβερνήσεις να διασώσουν ξανά τις τράπεζες – και αυτό είναι ακριβώς το αντίθετο από τον στόχο των ρυθμιστικών αρχών. Το πρόβλημα των τραπεζών που είναι πολύ μεγάλες για να καταρρεύσουν στην Ευρώπη δεν έχει απομακρυνθεί και, σε ορισμένες περιπτώσεις, έχει γίνει χειρότερο». Εκτιμά ότι οι τράπεζες θα χρειαστεί να μειώσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία επιπλέον κατά 1 τρισ. ευρώ μέχρι το 2018.
Το βάρος είναι μεγαλύτερο για τις μικρότερες τράπεζες. Αυτό υποδαυλίζει φόβους ότι η χορήγηση δανείων σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις της περιοχής, η οποία έχει υποχωρεί παρά τη μείωση του κόστους της τραπεζικής χρηματοδότησης, θα μειωθεί ακόμη πιο έντονα.
Οι αισιόδοξοι παραπέμπουν στο σύστημα τραπεζικής ένωσης της ΕΕ που θα αστυνομεύσει την ευρωζώνη και θα καλύψει το κόστος χρεοκοπίας των τραπεζών μέσω ενός κοινού ταμείου εκκαθάρισης. Οι ευρωπαϊκοί κανόνες κρατικής χρηματοδότησης απαιτούν ότι η τράπεζα που αντιμετωπίζει προβλήματα θα επιβάλει πρώτα ζημίες στους επενδυτές και στη συνέχεια θα προσφύγει στα εθνικά κεφάλαια των κρατών μελών. Μόνο τότε θα μπορεί να καταφύγει στο ταμείο στήριξης, τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας των 500 δισ. ευρώ, που παρέχει δάνεια με αυστηρές προϋποθέσεις.
Οι επικριτές υποστηρίζουν ότι τα διαθέσιμα κεφάλαια είναι μόλις ένα κλάσμα του ποσού που θα απαιτηθεί σε περίπτωση μεγάλης τραπεζικής κρίσης. Με την προοπτική των αρνητικών επιτοκίων από την ΕΚΤ όμως, η διάθεση ανάληψης κινδύνου από τους επενδυτές δεν μειώνεται καθώς κυνηγούν αποδόσεις. Το ερώτημα είναι πόσο περισσότερο μπορούν να υποχωρήσουν οι αποδόσεις;
«Υπό το φως της βελτίωσης της κεφαλαιακής θέσης και με τα χαμηλότερα επιτόκια που συνοδεύονται από σχεδόν μηδενικό πληθωρισμό στον ευρωπαϊκό Νότο, η μαζική μείωση των αποδόσεων έχει βάση» υποστηρίζει ο κ. Srinivasan και συμπληρώνει: «Μήπως έχουν υποχωρήσει υπερβολικά; Ενδεχομένως. Δεν εκτιμώ ότι εφεξής θα υπάρξει σημαντική μείωση, αλλά η ζήτηση διατηρείται».
Κατά τους 4 τελευταίους μήνες, υπήρξε μία έκρηξη σε ένα μη δοκιμασμένο εργαλείο χρηματοδότησης, τα ομόλογα coco. Αυτοί οι υψηλού κινδύνου και υψηλών αποδόσεων τίτλοι συνδυάζουν στοιχεία ομολόγων και μετοχών που επιτρέπουν στις τράπεζες να αντλήσουν κεφάλαια φθηνότερα από ότι εάν απλώς εξέδιδαν μετοχές.
Προσφέρουν στους επενδυτές χαρακτηριστικά τοποθετήσεων σταθερού εισοδήματος, ενώ συνοδεύονται από κινδύνους όπως εκείνοι των μετοχών σε περίπτωση χρεοκοπίας.
Η έκδοση τραπεζικών cocos εκτιμάται ότι θα αγγίξει φέτος τα 50 δισ. ευρώ, από 11,5 δισ. ευρώ τον προηγούμενο χρόνο, παρά τις προειδοποιήσεις από την Τράπεζα της Αγγλίας και την Standard & Poors ότι οι επενδυτές δεν είναι καθόλου προσεκτικοί. «Οι επενδυτές κυνηγούν αποδόσεις. Αυτό σημαίνει περισσότερο κίνδυνο για να έχεις μεγαλύτερη απόδοση», εξηγεί ο Tim Skeet, της RBS και συμπληρώνει: «Το ερώτημα όμως, παραμένει. Μέχρι ποιο βαθμό στηρίζει η θεμελιώδης ανάλυση τις επενδυτικές αποφάσεις; Αποτιμάται σωστά ο κίνδυνος; Αυτό δεν είναι καθόλου βέβαιο»
Στην Αθήνα, μετά την ανακοίνωση της Πειραιώς για τη δική της αύξηση κεφαλαίων, ακολούθησαν τρεις ακόμη τράπεζες. Σε λιγότερο από τρεις μήνες, άντλησαν συνολικά 8,3 δισ. ευρώ. Με το μελάνι να μην έχει στεγνώσει ακόμη στα deal της Πειραιώς, ο κ. Θωμόπουλος δήλωσε ότι οι επενδυτές ρωτούσαν για το ενδεχόμενο να υπάρξουν τα πρώτα ομόλογα cocos της τράπεζας.
«Οι κίνδυνοι δεν έχουν προεξοφληθεί. Αργά ή γρήγορα θα υπάρξουν επιπτώσεις», προειδοποιεί ο Richard McGuire της Rabobank και συμπληρώνει: «Υπάρχει πάντα το επιχείρημα πως η κρίση στην ευρωζώνη δεν έχει τελειώσει… απλώς κοιμάται»
ΠΗΓΗ: FT.com
Facebook Comments