Προτεραιότητά μου η επανεξέταση των προτύπων της ελληνικής κοινωνίας
Η Ισχύς της Πολιτιστικής Διπλωματίας

Η Ισχύς της Πολιτιστικής Διπλωματίας
Σύμφωνα με τον Joseph Nye[1], ο όρος «ήπια δύναμη» αναφέρεται στην ικανότητα μιας χώρας να κάνει «άλλες χώρες να θέλουν ό,τι θέλει, χωρίς εξαναγκασμό, αξιοποιώντας το κύρος της ή τη δύναμη μέσω ελκυστικών ιδεών που μπορούν να ορίσουν την πολιτική ατζέντα και να καθορίσουν το πλαίσιο της συζήτησης, διαμορφώνοντας, τις προτιμήσεις των άλλων” (1990). Ως εκ τούτου, η πολιτιστική διπλωματία μπορεί να θεωρηθεί ως μια μορφή ήπιας δύναμης στη διαμόρφωση της διεθνούς στάσης, προκειμένου να συμφωνεί με τα εθνικά συμφέροντα και τις στρατηγικές ενός κράτους.
Η Ελλάδα βρίσκεται σε φάση διαπραγματεύσεων με τις χώρες της Ευρωζώνης και η χρήση της «ήπιας ισχύος», θα λέγαμε πως κρίνεται επιτακτική.
Αρχικά αξίζει να αναφερθούμε στο γεγονός πως τα πολιτιστικά αγαθά αποτελούν, εκτός από τρόπο διάδοσης, διείσδυσης και επιρροής, σημαντικό παράγοντα στην αύξηση των μεγεθών του εξωτερικού εμπορίου με συνακόλουθο αποτέλεσμα την εισροή ξένων κεφαλαίων και συναλλάγματος στη χώρα παραγωγής.
Η πολιτιστική δραστηριότητα είναι κατά το πλείστον άμεσα συνδεδεμένη με την οικονομική. Κοινό χαρακτηριστικό των ανεπτυγμένων χωρών, εκτός της οικονομικής δύναμής τους, είναι η προτεραιότητα που δίνουν στον πολιτισμό τους και τη διάδοσή του. Έχουν εντάξει τον πολιτισμό, με την ευρύτερη έννοια, στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής με σκοπό την προβολή και την ενεργό συμμετοχή τους στο διεθνές πολιτιστικό γίγνεσθαι.
Μια παλιά Γαλλική ρήση λέει πως: «ασκούμε πολιτική μέσω κουλτούρας». Αυτό ακριβώς θα πρέπει να αποτελέσει ισχυρό όπλο και εργαλείο ενίσχυσης και προώθησης των διεθνών σχέσεων της χώρας μας. Η κουλτούρα μας. Ο πολιτισμός, ο οποίος αποτελεί παράγοντα, που συνήθως διαφοροποιεί τους ανθρώπους, έχει αποδειχθεί ο ισχυρότερος δίαυλος επικοινωνίας και αποκαλύπτεται ως ένα από τα πλέον αξιόπιστα μέσα διαλόγου, εφόσον κάθε έθνος σέβεται την πολιτιστική ταυτότητα των άλλων.
Εν κατακλείδι, σε μια εποχή που η χώρα έχει ανάγκη από αισιοδοξία και ελπίδα, η Πολιτιστική Διπλωματία νοείται ως ένα κατ’ εξοχήν εργαλείο άσκησης της εξωτερικής της πολιτικής και μπορεί να θεωρηθεί ως δυνητική ήπιων μέσων δύναμη με στόχο την επίτευξη συμφερόντων και των στόχων της. Πιο συγκεκριμένα, τον ρόλο της Πολιτιστικής Διπλωματίας μας αναλύει ο κ. Πέτρος Δ. Καψάσκης, Υποψήφιος διδάκτωρ Πολιτιστικής Διπλωματίας στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών και μας τονίζει:
“Προτεραιότητά μου η επανεξέταση των προτύπων της ελληνικής κοινωνίας”.
κ. Καψάσκη τι εστί για εσάς «Πολιτιστική Διπλωματία»; Ένα κοινό χαρακτηριστικό των ανεπτυγμένων χωρών, εκτός της οικονομικής δύναμής τους, είναι η προτεραιότητα που δίνουν στον πολιτισμό τους και τη διάδοσή του. Θεωρείτε πως η Ελλάδα ανήκει στις ευρωπαϊκές χώρες που έχει καταφέρει να προβάλλει τον πολιτισμό της στο εξωτερικό όπως της αρμόζει;
Η πολιτιστική διπλωματία είναι η άσκηση εξωτερικής πολιτικής δια των τεχνών των επιστημών, της θρησκείας και των αξιών εκείνων του βίου που χαρακτηρίζουν συνολικά μια κοινωνία. Αυτή η άσκηση πολιτικής βασισμένη στον πολιτισμό συνεισφέρει στην δημιουργία «ενός θεμελίου εμπιστοσύνης» μεταξύ των κρατών και συντελεί στην σύναψη συμφωνιών σε πολιτικό, οικονομικό και στρατιωτικό επίπεδο. Αναδεικνύει τις αξίες του πολιτισμού και δημιουργεί σχέσεις συναισθηματικής εγγύτητας με άλλοεθνείς λαούς, οι οποίες υφίστανται πέρα από τις αλλαγές των κυβερνήσεων. Αυτό όμως που την διαφοροποιεί από την παραδοσιακή διπλωματία είναι ότι μπορεί να πείσει και να επηρεάσει τους πολίτες άλλων κρατών μέσω των τεχνών και των επιστημών, της γλώσσας και της θρησκείας γεγονός που δεν μπορεί να επιτευχθεί μέσω παραδοσιακών διπλωματικών λειτουργιών.
Όσον αφορά στο δεύτερο ερώτημα σας επιτρέψατέ μου να σας πω πως η Ελλάδα δεν έχει καταφέρει να επικοινωνήσει τον πολιτισμό της με αποτελεσματικότητα στο εξωτερικό και αυτό συμβαίνει γιατί υπάρχει μεγάλο πολιτιστικό έλλειμμα στο εσωτερικό. Το προκαταρκτικό ζήτημα που πρέπει να ερευνηθεί προκειμένου να καταστεί εφικτή μια αποτελεσματική πολιτιστική πολιτική για την Ελλάδα είναι in primis η τεκμηρίωση της γλωσσικής ικανότητας και της πολιτιστικής ετερότητας του ελληνισμού καθώς και η συνειδητοποίηση της ενιαίας, ομοιόμορφης και αμιγούς εθνικής ολότητας του. Η ιδέα του έθνους και της πατρίδας στην Ελλάδα επηρεάστηκε έντοντα από την εγκαθίδρυση του δικτατορικού καθεστώτος κατά την περίοδο 1967 – 1974. Ως εκ τούτου, μετά την περίοδο της Χούντας των Συνταγματαρχών το αίσθημα της εθνικής υπαγωγής των Ελλήνων δεν αποτελούσε πια έναν ενεργό άξονα πολιτικής και κοινωνικής ενότητας. Ο ελληνικός πολιτισμός παρουσιάζει ενα μεγάλο κενό στην πειστική αφήγηση της εθνικής του ιστορίας. Χωρίς την ανοικοδόμηση μιας κοινής μνήμης, θα είναι αδύνατο να δημιουργηθεί στην Ελλάδα μια διαρκής πολιτιστική ανάπτυξη με μια κοινή«αίσθηση του ανήκειν».
Πρόσφατα στο Ίδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β&Μ Θεοχαράκη, διοργανώθηκε από τον Όμιλο για την UNESCO Τεχνών, Λόγου και Επιστημών Ελλάδος, το δεύτερο συνέδριο Πολιτιστικής Διπλωματίας «Βύρων Θεοδωρόπουλος» μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας. Σε αυτή την βραδιά έγιναν και οι βραβεύσεις του βαθύφωνου Δημήτρη Καβράκου, της υψίφωνου Δήμητρας Θεοδοσίου, της τραγουδίστριας Γιοβάννας και του συγγραφέα και ποιητή Γιώργου Στρατικόπουλου, για την προσφορά τους στον Ελληνικό πολιτισμό, τις τέχνες και τα γράμματα. Ποιό ήταν το έναυσμα ενός Φοιτητή Πολιτιστικής Διπλωματίας να πάρει αυτή την πρωτοβουλία;
Η σκέψη μου να πραγματοποιηθεί το πρώτο Ελληνο-Ιταλικό συνέδριο Πολιτιστικής Διπλωματίας με τίτλο «Ρώμη και Αθήνα, οι αιώνιες πόλεις» σε μια περίοδο κατά την οποία η Ιταλία έχει αναλάβει την προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πηγάζει από τους ειλικρινείς και ιστορικούς δεσμούς φιλίας και σεβασμού που χαρακτηρίζουν τις δύο χώρες. Πρωτοβουλίες όπως αυτές έχουν ως κύριο στόχο να ενδυναμώσουν τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών, να ενημερώσουν την κοινή γνώμη και να επαναενεργοποιήσουν τις ευαισθησίες των ευγενών εκείνων αξιών που ενέπνεαν κάποτε τους δύο λαούς. Αξίες που σήμερα υποβαθμίζονται από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης. Η 12η Φεβρουαρίου 2015 θα μείνει ανεξίτηλα χαραγμένη στην μνήμη μου, στο νου και στην καρδιά μου ως η ημέρα απότισης φόρου τιμής στους πρεσβευτές του Ελληνικού Πολιτισμού. Τους ευαγγελιστές της χαμένης ελληνικότητας, οι οποίοι στέκουν όρθιοι, υπερήφανοι και άγρυπνοι φρουροί στον Πύργο των Μουσών φυλάσσοντας Θερμοπύλες στην χώρα που δυστυχώς κυριαρχούν οι άμουσοι. Η υψίφωνος Δήμητρα Θεοδοσίου, ο βαθύφωνος Δημήτριος Καβράκος, η τραγουδίστρια και ποιήτρια Γιοβάννα και ο συγγραφέας και ποιητής Γεώργιος Στρατικόπουλος είναι τα όπλα του σύγχρονου ελληνικού πολιτισμού, οι άνθρωποι που ενώ στο εξωτερικό χαίρουν μεγάλης καταξίωσης, στην Ελλάδα τυχαίνουν τεραστίας απαξίωσης. Ως εκ τούτου, εγώ ένας ερευνητής 28 χρόνων τους αντικρίζω με θαυμασμό και στέκομαι ενώπιόν τους, γονυκλινής, δίνοντάς τους όρκο πως η επίσημη Πολιτεία των Ελάχιστων θα υψώσει το ανάστημά της και θα αντισταθεί στην σημερινή τυραννία της πλειοψηφίας που καθορίζει εδώ και χρόνια το γούστο και την αισθητική μας, εξορίζοντας στο πυρ το εξώτερο οτιδήποτε δεν καταλαβαίνουν οι πολλοί.
Η Ελλάδα διαθέτει μια πλούσια πολιτιστική κληρονομιά και αποτελούσε πάντα επίκεντρο θαυμασμού για τις ευρωπαϊκές χώρες. Πλέον, η εικόνα της χώρας στο εξωτερικό έχει συνδεθεί με την οικονομική λιτότητα και θα μπορούσαμε να πούμε πως τείνει να παραγκωνιστεί από τον ευρωπαϊκό χάρτη. Πιστεύετε πως αυτό οφείλεται στην εξωτερική της πολιτική; Με όρους Διεθνών Σχέσεων, η ήπια ισχύς της Ελλάδος, ποια θα μπορούσε να είναι κατά την γνώμη σας και τι θα προτείνατε να εφαρμόσει άμεσα ώστε να αλλάξει την εικόνα της προς τα έξω;
Τι θέλετε να σας πω εγώ για την εικόνα της χώρας μας, όταν οι μόνες κινηματογραφικές σειρές που προβάλλουμε είναι ο εθνικός μας ήρωας Σουλειμάν ο μεγαλοπρεπής; Τι να σας πω για την εικόνα της χώρας μας όταν στο βιβλίο της Γ Λυκείου υπάρχει χάρτης στο βιβλίο της ιστορίας που αναφέρει την ΦΥΡΟΜ ως Μακεδονία και στην ΣΤ Δημοτικού ομιλούμε για «συνωστισμό» στην Σμύρνη; Καλά, για τα περί νεκράς αρχαίας ελληνικής γλώσσας δεν θα σας ειπώ τίποτα. Σκέτη φρίκη. Τι μπορώ να σας πω εγώ για την εικόνα της χώρας μας όταν από το 1991 η θέση του μορφωτικού ακολούθου στο τμήμα της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης καταργήθηκε πλήρως και οι μορφωτικοί ακόλουθοι στις πρεσβείες μας αντικαταστάθηκαν από ειδικούς εξωτερικούς συνεργάτες προσωρινής διάρκειας απασχόλησης, δίχως την απαιτούμενη εξειδίκευση και εμπειρία, καθιστώντας δυσεφάρμοστη και αναποτελεσματική οιανδήποτε άσκηση πολιτικής βασισμένη στον πολιτισμό; Όμως εμείς θα αντιστεκόμαστε ενθυμίζοντας πάντα πως η Ελλάδα δεν είναι τόπος για Μυκονιάτικη ρομαντζάδα. Η Ελλάδα είναι τόπος ιερός και προσκυνηματικός και ως τέτοιος τον μόνο φόρο που πρέπει να αποτίσουμε προς αυτήν, είναι τον φόρο τιμής.
Άξια θαυμασμού και ευρέως γνωστή εκπρόσωπο της Ελλάδας σε θέματα πολιτισμού, αποτελούσε η Μελίνα Μερκούρη. Υπάρχει κατά την γνώμη σας κάποια προσωπικότητα στις μέρες μας που να έχει καταφέρει ανάλογο πολιτιστικό έργο και εάν ναι, ποιο είναι αυτό το πρόσωπο;
Υπάρχουν πολλοί τέτοιοι ήρωες στην χώρα μας. Μόνο που είναι της μοίρας τους να περπατούν στα σκοτεινά όπως θα έλεγε και ο Σεφέρης. Ο Σγούρος, ο Καβράκος, ο Καβάκος, η Θεοδοσίου, ο Καρυτινός, ο Παπαθανασίου, ή η κα Μούσχουρη, είναι μερικά λαμπρά παραδείγματα. Ωστόσο, η λίστα είναι μεγάλη.
[1] Nye, J. S. (1990), ‘Soft Power,’ in Foreign Policy, No. 80.
Facebook Comments