Η κύρια έκπληξη του 2022 ήταν η επιμονή και το υψηλό επίπεδο του πληθωρισμού, κάτι που οδήγησε σε μεγάλες αυξήσεις επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες στον ταχύτερο κύκλο σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής εδώ και δεκαετίες, προκαλώντας πολλαπλά σοκ στις οικονομίες, όπως την εκτόξευση του κόστους δανεισμού για τα κράτη και της επιχειρήσεις, την έκρηξη του κόστους διαβίωσης και τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, ενώ οι αυξήσεις των επιτοκίων δεν έχουν ακόμη περάσει στα οικονομικά των νοικοκυριών με το μεγαλύτερο μέρος του σοκ να υλοποιείται το 2023, ένα έτος το οποίο εκτιμάται πως θα είναι υφεσιακό σε πολλές ανεπτυγμένες χώρες.
Ωστόσο την ίδια στιγμή, ο καλπάζων πληθωρισμός, λόγω της ώθησης που δίνει στο ονομαστικό ΑΕΠ, βελτίωσε τους δείκτες χρέους οι οποίοι και μειώθηκαν στις περισσότερες χώρες.
Η πτωτική τροχιά του δείκτη χρέους τείνει να αποτελεί καλό οιωνό για τους οίκους αξιολόγησης, καθώς, για παράδειγμα, όλοι οι οίκοι ανεξαιρέτως – Fitch, Moody’s, DBRS, S&P – έχουν θέσει τη διατηρήσιμη πτωτική τροχιά του δείκτη χρέους ως βασική προϋπόθεση για την αναβάθμιση της Ελλάδας.
Θετικό μήνυμα τείνει να αποτελεί η μείωση του χρέους/ΑΕΠ και για τους επενδυτές των ομολόγων μίας χώρας.
Ή μήπως όχι;
Μία ενδιαφέρουσα ανάλυση της UBS, η οποία επικεντρώνεται στις επιπτώσεις του πληθωρισμού στους επενδυτές ομολόγων, προειδοποιεί ότι οι επενδυτές θα πρέπει να επανεξετάσουν την επιθυμία τους αυτή για τη μείωση των δεικτών του δημόσιου χρέους, τουλάχιστον όσο παραμένουν επενδεδυμένοι στα ομόλογα αυτών των χωρών.
Ποιος «πληρώνει» τη μείωση των δεικτών χρέους;
Οι δείκτες χρέους των περισσότερων ανεπτυγμένων χωρών έχουν μειωθεί σημαντικά φέτος, βελτιώνοντας τη βιωσιμότητα του χρέους τους, όπως σημειώνει η UBS. Ο κύριος λόγος δεν είναι οι δημοσιονομικές επιδόσεις, αλλά απλώς η υψηλή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ —που υποκινείται από τον πληθωρισμό— που ανέβασε τον παρονομαστή των δεικτών χρέους.
Κατά την ελβετική τράπεζα, οι «πληρωτές» της βελτίωσης που σημειώνουν οι δείκτες δημόσιου χρέους περιλαμβάνουν τους ομολογιούχους, τους φορολογούμενους (πλούσιους / φτωχούς / εταιρείες / νοικοκυριά ανάλογα με την επιλογή πολιτικής), τους αποδέκτες μεταβιβάσεων (επιδοτήσεις, κοινωνική υποστήριξη) καθώς και γενικά «την επόμενη γενιά»—αν περιλαμβάνει περικοπή επενδύσεων σε υποδομές και εκπαίδευση.
Αποτελεί ωστόσο η βελτίωση αυτή καλά νέα για τους επενδυτές στην πραγματικότητα; Για να απαντήσει σε αυτό το ερώτημα η UBS παίρνει ως παράδειγμα την Ελλάδα.
Η Ελλάδα θα δει φέτος μια από τις μεγαλύτερες μειώσεις του δείκτη χρέους, με πτώση 21 ποσοστιαίων μονάδων σε περίπου 178% του ΑΕΠ, όπως τονίζει η UBS. Αυτό συμβαίνει παρά το δημοσιονομικό έλλειμμα 4% και χάρη στην ονομαστική οικονομική ανάπτυξη 12,5%.
Ωστόσο, οι αγοραστές των νέων 10ετών ομολόγων της Ελλάδας που εκδόθηκαν στα τέλη Ιανουαρίου 2022 είχαν απώλειες της τάξης του 25% σε όρους συνολικής απόδοσης στα χαμηλά του Οκτωβρίου και εξακολουθούν να καταγράφουν περίπου 20% απώλειες. Λαμβάνοντας υπόψη τον πληθωρισμό 8,5% στην Ευρωζώνη, η απώλεια σε πραγματικούς όρους ανέρχεται σχεδόν στο 25%.
Ενώ η πτώση της τιμής των ελληνικών ομολόγων μπορεί να ανακτηθεί με την πάροδο του χρόνου, η απώλεια αγοραστικής δύναμης θα είναι μόνιμη. «Άρα, μπορούμε να συμπεράνουμε ότι οι ομολογιούχοι, άθελά τους, έχουν χορηγήσει στην Ελλάδα περίπου το 80% αυτής της ελάφρυνσης χρέους», τονίζει η ελβετική τράπεζα.
Το ίδιο ισχύει για κάθε άλλη χώρα που παρουσίασε υψηλούς ρυθμούς πληθωρισμού φέτος, με τις πιο χρεωμένες να απολαμβάνουν τη μεγαλύτερη βελτίωση-ελάφρυνση του χρέους—αν και ορισμένες εξακολουθούν να έχουν μεγάλα ελλείμματα.
Ωστόσο, καθώς τα επιτόκια έχουν επίσης αυξηθεί απότομα, οι χώρες θα πρέπει να πληρώσουν περισσότερα για μελλοντική χρηματοδότηση (και μετακύλιση του χρέους), κάτι που με την πάροδο του χρόνου μπορεί να εκμηδενίσει την τρέχουσα βελτίωση. Όσες χώρες έχουν μεγάλα δημοσιονομικά ελλείμματα και πολύ βραχυπρόθεσμο χρέος θα αντιμετωπίσουν την πιο απότομη αύξηση στις πληρωμές τόκων.
Η UBS θεωρεί ότι είναι καλό επανεξεταστεί η κοινή αφήγηση ότι η βελτίωση της βιωσιμότητας του χρέους είναι κάτι θετικό και επιθυμητό για τους επενδυτές. «Λάβετε υπόψη ότι οποιοδήποτε χρέος μιας οντότητας ή ενός ατόμου είναι περιουσιακό στοιχείο κάποιου άλλου, επομένως μικρότερο χρέος σημαίνει και λιγότερο πλούτο, τουλάχιστον σε συνολικό μακροοικονομικό επίπεδο», όπως καταλήγει.
Facebook Comments