Στην οικογένεια των θαλασσινών, συμπεριλαμβάνονται τα οστρακοειδή (αστακός, γαρίδα, καραβίδα, μύδια, στρείδια) και τα μαλάκια (καλαμάρι, χταπόδι, σουπιά).

Ενόψει περίοδου νηστείας, καλό είναι να γνωρίζουμε πως  τα θαλασσινά  κατέχουν σημαντική θέση στην παραδοσιακή διατροφή μας και η κατανάλωσή τους σε καμία περίπτωση δεν καθίσταται απαγορευτική σε άτομα με υπερλιπιδαιμίες. Αναμφισβήτητα, η θρεπτική τους αξία είναι υψηλή καθώς περιέχουν πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας, βιταμίνες Β12 και D, μέταλλα και ιχνοστοιχεία όπως φώσφορο, σίδηρο , σελήνιο και  ψευδάργυρο.

Τα  περισσότερα θαλασσινά αν και περιέχουν αρκετή χοληστερόλη (200mg),  εντούτοις η περικετικότητά τους σε  ολικό και κορεσμένο λίπος είναι ιδιαίτερα χαμηλή. Επιπλέον,  αποτελούν εξαιρετική πηγή ω-3 λιπαρών οξέων ,γνωστά για την αντιθρομβωτική  και καρδιοπροστατευτική τους δράση.

 

Eίδος θαλασσινών

Περιεκτικότητα σε χοληστερόλη        (mg/ 100 γρ)

Περιεκτικότητα σε ολικό  λίπος             (γρ/ 100 γρ)

Περιεκτικότητα σε κορεσμένο  λίπος     (γρ/ 100 γρ)

Καλαμαράκια

225

1.7

0.4

Γαρίδες

200

0.8

0.1

Σουπιές

110

0.7

0.2

Χταπόδι

48

1.3

0.3

Αστακός

15

3.4

Μύδια

58

2.0

0.4

Υπάρχουν δύο κύριες πηγές της κυκλοφορούσας χοληστερόλης στο αίμα: H χοληστερόλη που πρόερχεται από τη διατροφή και αυτή που συντίθεται από το ήπαρ.Η εξωγενής χοληστερόλη σχετίζεται μόλις με το 30% της χοληστερίνης αίματος ενώ η ενδογενής παραγωγή είναι κυρίως υπεύθυνη για τις συγκεντρώσεις στο πλάσμα αίματος.  Οι συγκεντρώσεις της χοληστερόλης στο αίμα καθορίζονται από πληθώρα ανεξαρτήτων παραγόντων. Συγκεκριμένα, γεννετικοί παράγοντες επηρεάζουν την απορρόφηση της χοληστερόλης,την ενδογενή παραγωγή της και την μεταφορά της μέσα στα κύτταρα του οργανισμού.

Στα πλαίσια  πειραματικών μελετών, τα ζώα που ακολουθούσαν διατροφή ελεύθερης χοληστερόλης, παρουσίασαν μέγιστη βιοσύνθεση χοληστερόλης. Όταν η χοληστερόλη εισήχθη στη διατροφή τους εμφανιζόταν αναστολή της βιοσύνθεσης. Ωστόσο, σε επίπεδο ανθρώπινου οργανισμού , η βιβλιογραφία αναφέρει πως η προσθήκη διαιτητικής χοληστερόλης  είτε δεν επιφέρει καμία σημαντική μεταβολή είτε προκαλεί αύξηση στα επίπεδα χοληστερόλης αίματος.

Μελέτες που έχουν επικεντρωθεί στο συγκεκριμένο ερώτημα, κατά πόσο δηλαδή τρόφιμα  υψηλής περιεκτικότητας σε χοληστερόλη επιδρούν στα επίπεδα χοληστερόλης αίματος,αποδεικνύουν πως η πρόσληψη  κορεσμένου λίπους μέσα από τη διατροφή, έχει σημαντικότερη επίδραση στην αύξηση της χοληστερόλης στο αίμα συγκριτικά  με την πρόσληψη διαιτητικής χοληστερόλης. Συγκεκριμένα, η αύξηση της πρόσληψης χοληστερόλης μέσω τροφίμων επιφέρει αύξηση στη χοληστερόλη αίματος της τάξεως 0.5 mmol/l για κάθε 100 mg διαιτητικής χοληστερόλης που προσλαμβάνεται ημερησίως. Η επίδραση αυτή αφορά κυρίως το κλάσμα της LDL.

Σε αντίθεση λοιπόν, με την κοινή αντίληψη, η διαιτητική χοληστερόλη  δεν αποτελεί την κυρία αιτία της υπερχοληστερολαιμίας. Αντιθέτως, διατροφή πλούσια σε κορεσμένα (κόκκινο κρέας, πλήρη γαλακτοκομικά,) και trans λιπαρά (επεξεργασμένα τρόφιμα) είναι η πιο συχνή αιτία αύξησης της χοληστερόλης.

Σε άτομα που πρέπει να προσέξουν ή να ελέγξουν καλύτερα τα επίπεδα της  χοληστερόλης τους, η κατανάλωση μέτριων ποσοτήτων θαλασσινών , στα πλαίσια ενός υγιούς διαιτολογίου είναι μάλλον απίθανο να δημιουργήσει πρόβλημα. Ωστόσο, ένα μικρό ποσοστό πληθυσμού με οικογενή υπερχοληστερολαιμία  θα ήταν ωφέλιμο να δείξει περισσότερη προσοχή στην κατανάλωση θαλασσινών και να συμβουλευτεί  γιατρό ή  διατροφολόγο. Σε κάθε περίπτωση, η πρόσληψη του λίπους, ανεξάρτητα ιστορικού υπερλιπιδαιμίας, δε θα πρέπει να ξεπαρνά το 30% των συνολικών θερμίδων ημερησίως και η χοληστερίνη από τα τρόφιμα τα 300 mg ημερησίως. 

Facebook Comments