Ή διαιτητής θα είσαι ή παίκτης. Και τα δύο μαζί δεν γίνεται. Αν διαλέξεις στη ζωή σου να κάνεις το ένα δεν θα κάνεις το άλλο. Πόσο αξιόπιστος, ας πούμε, θα ήταν ένας διαιτητής σε αγώνα ΠΑΟ – Ολυμπιακού, αν ξέραμε ότι προηγουμένως ήταν ποδοσφαιριστής του ΠΑΟ; Και πόσο αντικειμενικές θα θεωρούσαμε εκ των υστέρων τις διαιτησίες κάποιου ο οποίος ξεκίνησε ως διαιτητής αλλά κάποια στιγμή έγινε παίκτης του Ολυμπιακού, ας πούμε; Ειδικά εκείνο το αμφισβητούμενο πέναλτυ που είχε σφυρίξει κάποτε στο τελευταίο λεπτό υπέρ της μελλοντικής του ομάδας, πόσο “καθαρό” θα μας φανεί τώρα;



Χρησιμοποιώ αυτό το παράδειγμα, μπας και καταλάβουμε πόσο ασύμβατοι είναι οι ρόλοι του δημοσιογράφου και του κομματικού στελέχους, διότι στο καθ ημάς σοβιετικό καφριστάν νομίζουμε ότι περίπου ταυτίζονται. Έχουμε συνηθίσει οι δημοσιογράφοι να λειτουργούν ως ντουντούκες των κομμάτων ή αυτών που τους πληρώνουν τη συγκεκριμένη στιγμή, κι έτσι θεωρούμε φυσιολογικό π.χ. ο Λιάτσος να είναι την μια μέρα διευθυντής ειδήσεων της ΕΡΤ επί ΝΔ, και την άλλη φανατικός προπαγανδιστής του ΣΥΡΙΖΑ ως διευθυντής της φυλλάδας του Κουρή. Το κομματικό στέλεχος υπηρετεί την κομματική σκοπιμότητα, ενώ ο δημοσιογράφος υποτίθεται ότι οφείλει να είναι αντικειμενικός και υποτίθεται ότι ελέγχει την εξουσία, μέρος της οποίας είναι όλα τα κόμματα, είτε κυβερνούν είτε αντιπολιτεύονται.



Βεβαίως δεν ζούμε σε κοινωνία αγγέλων. Σε όλα τα κράτη, η δύναμη επηρεασμού της κοινής γνώμης που έχει ένας δημοσιογράφος ή ένα ΜΜΕ είναι δέλεαρ για τους πολιτικούς που προσπαθούν να την προσεταιριστούν, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο. Όμως σε όλα τα σοβαρά κράτη το κύρος ενός δημοσιογράφου ή ενός ΜΜΕ είναι ανάλογο του βαθμού ανεξαρτησίας του από την εξουσία. Ή, της ικανότητάς του να κρατάει τα προσχήματα, θα έλεγε ο κυνικός. Αλλά κι αυτό κάτι είναι. Σημαίνει ότι τουλάχιστον αποδέχεται την αναγκαιότητα αυτού του διαχωρισμού και την διαφυλάσσει.



Στο σοβιετικό καφριστάν είναι σχεδόν ο κανόνας κάποιος να ξεκινάει ως δημοσιογράφος, να συνεχίζει ως πολιτικός, να ξαναγίνεται δημοσιογράφος αν δεν εκλεγεί ή, ακόμα χειρότερα, να διατηρεί ταυτοχρόνως και τους δύο ρόλους. Στις μεταλλάξεις αυτές διέπρεψαν στελέχη όλων των ΜΜΕ και όλων των κομμάτων, από την άκρα δεξιά μέχρι την άκρα αριστερά. Το είδος “δημοσιογραφοπολιτικός” είναι το χαρακτηριστικότερο της μεταπολιτευτικής πανίδας, με την δραματική αλλοίωση στο DNA του αξιακού μας κώδικα που επέφερε η πελατειακή λογική και η διείσδυση των κομμάτων σε κάθε πτυχή της δημόσιας ζωής. Είναι όμως ένα ιδιαίτερα τοξικό υβρίδιο που χτυπάει το ίδιο το ανοσοποιητικό σύστημα της πολιτικής ζωής ή ό,τι απέμεινε απ αυτό.



Έτσι, μόνο με λύπη μπορώ να ακούσω την είδηση ότι ένας πολύ καλός δημοσιογράφος, ο Κωνσταντίνος Ζούλας, εντάσσεται στο κομματικό επιτελείο της ΝΔ. Φυσικά η Μαρία Σπυράκη είχε ήδη περάσει στην αντίπερα όχθη: είναι ευρωβουλευτής της ΝΔ, οπότε η νέα της θέση είναι αλλαγή εντός της… ενδεκάδας. Θεωρώ ότι πιο χρήσιμος για την αποκατάσταση της κανονικότητας στη χώρα ήταν ο Ζούλας ως δημοσιογράφος, παρά τώρα, ως κομματικό φερέφωνο. Είναι αυτονόητο ότι πλέον καταθέτει την δημοσιογραφική του πένα και σταματάει την αρθρογραφία του στην Καθημερινή. Ή μήπως όχι;



Λυπάμαι που ο Κυριάκος, μέρα με τη μέρα απομακρύνεται όλο και περισσότερο από αυτό που υποτίθεται ότι ήταν το όραμά του για μια σύγχρονη Ελλάδα. Η ανεξαρτησία των εξουσιών περιλαμβάνει και την 4η, έτσι δεν είναι; Κυρίως αυτή, διότι ελέγχει τις άλλες τρεις. Και αν το άλας μωρανθεί κομματικοποιούμενο εν τίνι αλισθήσεται;

Facebook Comments