Η επιλογή των Υπουργών και των Υφυπουργών αποτελεί αρμοδιότητα του Πρωθυπουργού. Από το Νοέμβριο του 2011, όμως, που εισήλθαμε στην εποχή των κυβερνήσεων συνεργασίας, οι αρχηγοί των κομμάτων, που στηρίζουν μια Κυβέρνηση έχουν τον καθοριστικότερο λόγο στην επιλογή των προσώπων που συμμετέχουν στο σχήμα εκπροσωπώντας το κόμμα τους.

Ενώ ο μείζων κυβερνητικός εταίρος αποτελεί αυτοδικαίως τον κορμό της Κυβέρνησης (το ΠΑΣΟΚ μέχρι τον Μάιο του 2012, η ΝΔ από τον Ιούνιο του 2012 μέχρι τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου και ο ΣΥΡΙΖΑ έκτοτε) ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι επιλογές των ήσσονων κυβερνητικών εταίρων (ΛΑΟΣ, ΔΗΜΑΡ, ΠΑΣΟΚ) που δίνουν τον τόνο της συμμετοχής των κομμάτων τους στη Διακυβέρνηση. Έχουμε δει ως τώρα διαφορετικά μοντέλα συμμετοχής.

Στην Κυβέρνηση Παπαδήμου, που άνοιξε τον κύκλο των κυβερνήσεων συνεργασίας τα τρία κόμματα που τη στήριξαν κοινοβουλευτικά (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑΟΣ) ακολούθησαν πολύ διαφορετικές στρατηγικές. Ο Γιώργος Παπανδρέου διατήρησε σχεδόν το σύνολο των στελεχών του ΠΑΣΟΚ που συμμετείχαν στη δική του Κυβέρνηση. Αντίθετα, ο Αντώνης Σαμαράς επέλεξε να τοποθετήσει στην Κυβέρνηση Ειδικού Σκοπού τους δύο αντιπροέδρους του κόμματός του (Αβραμόπουλο, Δήμα) στα Υπουργεία Εξωτερικών και Εθνικής Αμύνης και από εκεί και πέρα εξωκοινοβουλευτικά στελέχη, σε μια προσπάθεια να αποφύγει το κόμμα του το πολιτικό κόστος της καθημερινότητας. Μάλιστα ο Δημήτρης Αβραμόπουλος παραιτήθηκε από βουλευτής πριν γίνει Υπουργός, ώστε η Νέα Δημοκρατία να διατηρήσει τη θέση του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.  Από την άλλη πλευρά, ο Γιώργος Καρατζαφέρης τοποθέτησε τα τότε πρωτοκλασάτα στελέχη του (Γεωργίου, Βορίδη, Γεωργιάδη, Ροντούλη) σε χαρτοφυλάκια με ειδικό ενδιαφέρον για την ατζέντα του κόμματος του: Άμυνα, Υποδομές, Ναυτιλία και Γεωργία.

Λίγους μήνες αργότερα στην τρικομματική αρχικά Κυβέρνηση Σαμαρά, ήταν η σειρά των Βενιζέλου-Κουβέλη να  επιλέξουν μόνο εξωκοινοβουλευτικά πρόσωπα από τα κόμματά τους, ενώ η ΝΔ γινόταν ο κορμός της Κυβέρνησης.  Το ΠΑΣΟΚ μάλιστα  στο πλαίσιο της κυβερνητικής του «αγρανάπαυσης» κράτησε 2 «ασφαλείς» θέσεις Υπουργών (Αγροτικής Ανάπτυξης και ΠΕΚΑ), τις οποίες κατέλαβαν άνθρωποι του περιβάλλοντος του νέου τότε Προέδρου του Ευάγγελου Βενιζέλου (Τσαυτάρης, Λιβιεράτος). Αντίθετα, η ΔΗΜΑΡ, παρότι επίσης δεν αξιοποίησε βουλευτές της, επέλεξε δύο κομβικά υπουργεία (Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Δικαιοσύνης) που κατέλαβαν δύο «σειρές» του Φώτη Κουβέλη, ο Καθηγητής Μανιτάκης και ο άλλοτε Πρόεδρος του ΔΣΑ Ρουπακιώτης και δύο υφυπουργεία με ειδικό ενδιαφέρον για την Αριστερά, στην Υγεία και στην Παιδεία δηλαδή.

Ένα χρόνο αργότερα, μετά την αποχώρηση της ΔΗΜΑΡ, ελέω ΕΡΤ, και ενώ η Κυβέρνηση Σαμαρά έμενε πλέον δικομματική ο Βαγγέλης Βενιζέλος αποφάσισε να ρίξει τα δυνατά του χαρτιά στο κυβερνητικό σχήμα: τον εαυτό του σε ρόλο Αντιπροέδρου και Υπουργού Εξωτερικών, τον Μιχάλη Χρυσοχοίδη και τον Γιάννη Μανιάτη ως Υπουργούς, τη Φώφη Γεννήματα και τον Λεωνίδα Γρηγοράκο ως Αναπληρωτές και τον Παντελή Καψή υφυπουργό υπεύθυνο για την αναδημιουργία της Δημόσιας Τηλεόρασης και Ραδιοφωνίας. Μετά τις Ευρωεκλογές, προσετέθη στο σχήμα και ο επανακάμψας στο ΠΑΣΟΚ Ανδρέας Λοβέρδος ως Υπουργός Παιδείας, για να στείλει το μήνυμα της πράσινης πανστρατιάς.

Και κάπως έτσι φθάνουμε στην Κυβέρνηση Τσίπρα. Ο Πρωθυπουργός διάλεξε ως ήσσονα κυβερνητικό εταίρο τους Ανεξάρτητους Έλληνες αντί του Ποταμιού, προσφέροντας τους πέντε θέσεις στο κυβερνητικό σχήμα. Ο Πάνος Καμμένος, έχοντας μια σειρά υποδειγμάτων των τελευταίων ετών κινήθηκε μεταξύ του μοντέλου Καρατζαφέρη και του «ύστερου Βενιζέλου» στην επιλογή των εκπροσώπων του.  Ύστερου Βενιζέλου, επειδή μπήκε ο ίδιος στην Κυβέρνηση ως Υπουργός Εθνικής Αμύνης, και Καρατζαφέρη με την έννοια ότι τοποθέτησε τα δύο πιο προβεβλημένα μέλη της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας ως Αναπληρωτές, προσθέτοντας μια πινελιά δύο εξωκοινοβουλευτικών υφυπουργών.

Ο Πρόεδρος των Ανεξαρτήτων Ελλήνων επέλεξε από την 13μελη Κοινοβουλευτική του Ομάδα ως Αναπληρώτριες Υπουργούς, την Έλενα Κουντουρά και την Μαρία Κόλλια- Τσαρούχα, οι οποίες τον ακολουθούν πιστά από τότε που διεγράφησαν από τη Νέα Δημοκρατία, αρνούμενες να ψηφίσουν το δεύτερο Μνημόνιο. Έδωσε τις δύο θέσεις υφυπουργών που περιλάμβανε η συμφωνία του με τον κύριο Τσίπρα σε δύο εξωκοινοβουλευτικούς: τον Τέρενς Κουικ, που παρότι ήταν επικεφαλής στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας δεν κατόρθωσε να επανεκλεγεί και τον παλιό Αντιπρόεδρο της Βουλής Παναγιώτη Σγουρίδη, ως σύμβολο του μεριδίου των ΑΝΕΛ από την κληρονομία του «πατριωτικού ΠΑΣΟΚ».

Αξίζει να σημειωθεί, ότι ο Πρόεδρος των ΑΝΕΛ, εξαίρεσε από την επιλογή  τους 6 πρωτοεκλεγέντες βουλευτές του και τον σχεδόν πρωτοεκλεγέντα Κώστα Δαμαβολίτη (κατέλαβε ως πρώτος επιλαχών την έδρα του Νότη Μαριά στο Ηράκλειο, όταν έθεσε υποψηφιότητα για Ευρωβουλευτής). Επίσης άφησε εκτός Κυβέρνησης τον Νίκο Νικολόπουλο, που είχε ορκιστεί στην πρώτη Κυβέρνηση Σαμαρά και  τους Χαϊκάλη και Ξουλίδου, που είχαν εμπλακεί σε υποθέσεις απόπειρας δωροδοκίας πριν την Προεδρική Εκλογή.

Η Σταυρούλα Ξουλίδου πάντως ήταν αυτή που χρεώνεται τον πρώτη «αποτροπή εκτροχιασμού» που περιέγραφε η προεκλογική καμπάνια του κόμματος, καθώς επισκέφθηκε τον Αναπληρωτή Υπουργό Παιδείας και απέσπασε τη διαβεβαίωση του ότι το μάθημα των Θρησκευτικών παραμένει υποχρεωτικό. Ένα καλό παράδειγμα win win ανάμεσα σε στελέχη κυβερνητικών εταίρων.

Η πολιτεία των εκπροσώπων του ήσσονος κυβερνητικού εταίρου σε μια κυβέρνηση συνεργασίας καθορίζει σε μεγάλο βαθμό την πορεία του κόμματος και φυσικά των ίδιων των εκπροσώπων. Στο πλαίσιο της Κυβέρνησης Παπαδήμου, Δήμας και Αβραμόπουλος μετά την καλή συνεργασία τους με τον πράσινο κορμό αποτέλεσαν γαλαζοπράσινες επιλογές για δύο κορυφαίες πολιτικές θέσεις: του Προέδρου της Δημοκρατίας και του Επιτρόπου στην Ε.Ε.. Βορίδης και Γεωργιάδης διαφώνησαν το 2012 με τον Πρόεδρο τους Γιώργο Καρατζαφέρη και αντί να εγκαταλείψουν τη στήριξη στην Κυβέρνηση, εγκατέλειψαν το ίδιο το κόμμα τους, που έκτοτε μένει εκτός Βουλής. Στον αντίποδα, Μανιτάκης -Ρουπακιώτης και η απροθυμία τους να υλοποιήσουν μεταρρυθμίσεις αποτέλεσαν τον προάγγελο της αποχώρησης της ΔΗΜΑΡ από την Κυβέρνηση και της μετέπειτα καταβαράθρωσής της.

Κοινό παρονομαστή πάντως όλων των παραπάνω περιπτώσεων αποτέλεσε η εκλογική συρρίκνωση του εκάστοτε ήσσονος κυβερνητικού εταίρου στην επόμενη αναμέτρηση μετά τη θητεία: ΛΑΟΣ, ΝΔ, ΔΗΜΑΡ, ΠΑΣΟΚ. Ίσως γιατί σε όλες τις περιπτώσεις τον μείζονα κυβερνητικό εταίρο δεν ενδιέφερε η εκλογική τύχη των άλλων, αλλά μόνο η δική του.

Ο Πάνος Καμμένος φαίνεται από τις επιλογές του, να έχει κάνει εκλογική στόχευση τόσο γεωγραφικά (Μακεδονία, Θράκη, Α’ Αθήνας), όσο και θεματικά (Ένστολοι, Τουρισμός, Γεωργία) και προσπαθεί μέσα στην κυβερνητική θητεία να προσελκύσει νέους ψήφους από τη Χρυσή Αυγή, τον ΛΑΟΣ και απογοητευμένους του παλιού δικομματισμού. Εξίσου κρίσιμο για την επιτυχία του εγχειρήματος των ΑΝΕΛ θα είναι όμως αν ο μείζων εκλογικός εταίρος ΣΥΡΙΖΑ θα επενδύσει στη συνεργασία μαζί του (με win win ελεγχόμενες συγκρούσεις) ή στην υπερφαλάγγισή του.

Facebook Comments