Το ευρωπαϊκό οικοδόμημα κλονίζεται από τη σταδιακή άνοδο του ευρωσκεπτικισμού, του εθνικισμού και του κάθε λογής λαϊκισμού. Η πρωτοφανής για τη μεταπολιτική Ευρώπη άνοδος της ακροδεξιάς σε ποσοστά κομμάτων εξουσίας, σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως στη Γαλλία,  Αυστρία, Ουγγαρία, Δανία, Φινλανδία, συνδέεται ξεκάθαρα με την καλλιέργεια αντιευρωπαϊκού κλίματος. Η παράλληλη άνοδος του λαϊκισμού στον ευρωπαϊκό Νότο, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στην Ελλάδα, το Κίνημα Πέντε Αστέρων-Λέγκα του Βορρά στην Ιταλία, οι Podemos στην Ισπανία, δυσχεραίνει σημαντικά τον ευρωπαϊκό συντονισμό για την επίτευξη ορθολογικών πολιτικών.

Μεγάλη νίκη του ευρωσκεπτικισμού συνιστά και η επικείμενη έξοδος της Μ. Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση, κατόπιν μάλιστα δημοψηφίσματος. Εξέλιξη που επιφέρει καίριο πολιτικό, αλλά και ηθικό πλήγμα στην πορεία προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Η άνοδος των ακραίων τάσεων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο δεν είναι όμως παρά ο καθρέφτης του αδιεξόδου, δηλαδή της αποτυχίας των παραδοσιακών φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων να δώσουν λύσεις στα μεγάλα προβλήματα της σύγχρονης εποχής.

Η διεθνής οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας ζημίωσε σημαντικά την οικονομία πολλών ευρωπαϊκών χωρών, ιδίως στο Νότο. Οι αιτίες της κρίσης αυτής είναι πολλαπλές και σύνθετες. Δεν είναι μόνο ο υπερδανεισμός, η υπερβολική κρατική γραφειοκρατία, η άρνηση των προνομιούχων να αναθεωρήσουν τα αδικαιολόγητα προνόμιά τους, η συντεχνιακή σκλήρυνση, ο υπερβολικός καταναλωτισμός, ο ευτελισμός της αξίας της εργασίας, είναι και η άρνηση της Ευρώπης να συνειδητοποιήσει εγκαίρως στην ανακατανομή του παγκόσμιου πλούτου και να προσαρμοστεί αναλόγως. Προστίθεται η απουσία των απαραίτητων εθνικών και ευρωπαϊκών υποδομών για την αντιμετώπιση μιας τέτοιας κρίσης.

Όταν ξέσπασε η κρίση, τα πιο ανεπτυγμένα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αρνήθηκαν την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Η πρόσκαιρη χαλάρωση του Συμφώνου Σταθερότητας και η έκδοση ευρωομολόγων θα μπορούσε να είχαν δώσει μεγάλη ανάσα με μικρό κόστος. Όμως, η σημερινή γερμανική Ευρώπη προτίμησε την επιβολή σκληρών δημοσιονομικών μέτρων, που λειτούργησαν όχι μόνο ως βελτιωτικές λύσεις, αλλά και τιμωρητικά σε βάρος των ασθενέστερων κρατών, αδιαφορώντας για τις χρόνιες παθογένειές τους. Τα μέτρα αυτά, πρωτοφανή στη μεταπολεμική ευρωπαϊκή ιστορία, γονάτισαν τις οικονομίες με τα μεγαλύτερα προβλήματα. Και περισσότερο απ’ όλες τη δική μας.

Στην Κύπρο οι Ευρωπαίοι «ηγέτες» έφτασαν μέχρι και σε κούρεμα καταθέσεων, που ποτέ δεν θα αποτολμούσαν στις δικές τους οικονομίες. Σε εμάς, για να σώσουν τις άπληστες και μερικώς διεφθαρμένες τράπεζές τους θυσίασαν την ποιότητα ζωής των Ελλήνων για πολλές δεκαετίες. Όπως με την επιβολή υπερβολικών δημοσιονομικών πλεονασμάτων, που ματαιώνουν κάθε προοπτική ταχείας ανάπτυξης. Δεν ντράπηκαν οι «συνεταίροι» ακόμη και να δεσμεύσουν με το στυγνό έλεγχό τους το σύνολο της ελληνικής δημόσιας περιουσίας για έναν ολόκληρο αιώνα. Η εγωιστική, κερδοσκοπική πολιτική της Γερμανίας απέναντι σε λαούς, που δυο φορές κατά τον 20ό αιώνα αιματοκύλησε, απομακρύνει την προσδοκία για οικοδόμηση κοινού ευρωπαϊκού μέλλοντος.

Ο ισχυρός κλονισμός που δέχεται το ευρωπαϊκό όραμα επιτείνεται βεβαίως και από την αδυναμία της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά και τα άλλα μεγάλα προβλήματα της εποχής μας, όπως είναι το προσφυγικό και η μετανάστευση. Η Ευρώπη μοιάζει να έχει χάσει τον προσανατολισμό της. Αν δεν τον ανακτήσει, αργά ή γρήγορα θα διαλυθεί. Όλοι να παλέψουμε να ξαναβρεί η Ευρώπη τις ρίζες της, να την ανοικοδομήσουμε. Οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις να συνασπιστούν δυναμικά προς την κατεύθυνση αυτή.

Όμως, αν τελικά η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση καταστεί ανέφικτη, να μπορεί η Ελλάδα να σταθεί στα πόδια της ως κυρίαρχο κράτος. Πολιτικά, οικονομικά, αλλά και στρατιωτικά. Όπως δεν έπρεπε άλλοτε να επαφιόμαστε αποκλειστικά στην ευημερία που (θεωρητικά) μας εξασφάλιζε η συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση, έτσι δεν πρέπει σήμερα, για την υπέρβαση της κρίσης που τόσο οδυνηρά βιώνουμε, να αρκούμαστε στην ασφάλεια που (ομοίως θεωρητικά) μας παρέχει η παρέμβαση της μεγάλης ευρωπαϊκής οικογένειας. Σε έναν κόσμο που διαρκώς αλλάζει, η ελληνική πολιτική χρειάζεται να επαγρυπνεί. Η Ελλάδα οφείλει να προετοιμάζεται για κάθε ενδεχόμενο.

Facebook Comments