«Η επιστήμη δεν τα ξέρει όλα!» ακούμε συχνά από υπέρμαχους εναλλακτικών τρόπων γνωριμίας με τον φυσικό και υπερφυσικό κόσμο προσπαθώντας να αποκαθηλώσουν την θέση της έναντι των.

Πράγματι, η επιστήμη δεν τα ξέρει όλα. Ξέρει φυσικά συντριπτικά περισσότερα από ότι 1000 χρόνια πριν, πολύ περισσότερα από ότι πριν 200 χρόνια, και θα γνωρίζει ακόμη περισσότερα 100 χρόνια από τώρα. Όμως και πάλι δεν θα τα ξέρει όλα, διότι αυτό ποτέ δεν θα γίνει. Βλέπετε, όσο επεκτείνονται τα όρια της γνώσης μας τόσο ανακαλύπτουμε καινούρια ερωτήματα και άγνωστες περιοχές.  Ερωτήματα που δεν θα μπορούσαμε καν να θέσουμε διότι δεν θα είχαμε το γνωστικό υπόβαθρο και τον εξοπλισμό για να αντιληφθούμε ότι υφίστανται αυτές οι νέες περιοχές.

Αναπόφευκτα όσο ανακαλύπτουμε πως λειτουργεί η νανοτεχνολογία, η βιολογία, η ιατρική, ο μικρόκοσμος και το σύμπαν μας τόσο και θα επεκτείνεται η περιοχή που εν δυνάμει θα αποτελέσει άγνωστο πεδίο προς εξερεύνηση.

Τι έκανε ενδεικτικά για εμάς η επιστήμη τους τελευταίους δύο αιώνες;

  • Η θνητότητα από τον καρκίνο έπεσε κατά 29% μεταξύ του 1991 και του 2017, σύμφωνα με την American Cancer Society)
  • Καμία χώρα στον κόσμο δεν έχει πλέον χαμηλότερο προσδόκιμο ζωής από ότι οι χώρες με το υψηλότερο προσδόκιμο το 1800.  Το προσδόκιμο ζωής έχει διπλασιασθεί παγκοσμίως από το 1900 και οι χώρες που μέχρι πρότινος υπέφεραν από κακή υγεία κλείνουν τάχιστα την ψαλίδα.
  • Στη δεκαετία του 1940, οι βιολόγοι άρχισαν να αναπτύσσουν ποικιλίες υψηλής απόδοσης καλαμποκιού, σιταριού και ρυζιού, οι οποίες, όταν συνδυάζονται με νέα λιπάσματα και φυτοφάρμακα που αναπτύχθηκαν από χημικούς, αύξησαν δραματικά την ποσότητα τροφής που θα μπορούσε να συλλεχθεί από ένα μόνο χωράφι, μια πράσινη επανάσταση. Αυτές οι τεχνολογίες βασισμένες στην επιστήμη πυροδότησαν εντυπωσιακές αλλαγές στη γεωργία, αυξάνοντας μαζικά την ποσότητα τροφίμων που διατίθενται για να τροφοδοτήσουν τον κόσμο και ταυτόχρονα μεταλλάσσοντας την οικονομική δομή των γεωργικών πρακτικών.
  • Στα τέλη του 1700, ο Edward Jenner απέδειξε ότι ο εμβολιασμός λειτουργεί. Στη δεκαετία του 1800, επιστήμονες και γιατροί καθιέρωσαν τη θεωρία ότι πολλές ασθένειες προκαλούνται από μικρόβια. Και στη δεκαετία του 1920, ένας βιολόγος ανακάλυψε το πρώτο αντιβιοτικό. Από την εξάλειψη της ευλογιάς, στην πρόληψη των διατροφικών ελλείψεων, στις επιτυχείς θεραπείες για κάποτε θανατηφόρες λοιμώξεις, ο αντίκτυπος της σύγχρονης ιατρικής στην παγκόσμια υγεία ήταν ισχυρός.

Η σημερινή εποχή δεν αποτελεί εξαίρεση. Η έλευση ενός ταχέως μεταδιδόμενου ιού όπως ο SARS-CoV-2  αρκεί για να μεταδώσει τον τρόμο παγκοσμίως, να δοκιμάσει τις αντοχές των συστημάτων υγείας και να συρρικνώσει τις οικονομίες ισχυρών χωρών. Ανεξαρτήτου εθνικότητας, οικονομικού υποβάθρου, ιδεολογίας ή θρησκευτικών πεποιθήσεων οι άνθρωποι στρέφονται στην επιστήμη για να αναπτερώσουν την ελπίδα και να μπορέσουν να λειτουργήσουν πάλι υγιείς και ελεύθεροι, προσεκτικοί αλλά απαλλαγμένοι από τον τρόμο.

Οι πολιτικοί αναζητούν πόρους και οργανώνουν το κράτος, οι δυνάμεις ασφαλείας εποπτεύουν την τάξη, οι πάσης φύσεως εργαζόμενοι προσπαθούν να διατηρήσουν την οικονομία ζωντανή αλλά είναι οι ερευνητές και οι επιστήμονες από τους οποίους όλοι περιμένουν να σώσουν την κατάσταση για άλλη μια φορά. Πόσοι είναι αυτοί;

Υπήρχαν 7,8 εκατομμύρια ερευνητές πλήρους απασχόλησης το 2013, που αντιπροσωπεύουν αύξηση 21% από το 2007. Οι ερευνητές αντιπροσώπευαν το 0,1% του παγκόσμιου πληθυσμού.

Οι πέντε μεγάλοι (Κίνα, Ευρωπαϊκή Ένωση, Ιαπωνία, Ρωσική Ομοσπονδία και ΗΠΑ) εξακολουθούν να αντιπροσωπεύουν το 72% των ερευνητών παγκοσμίως, αλλά το μερίδιο της Κίνας έχει σημειώσει σημαντική πρόοδο από το 2009, εις βάρος της Ιαπωνίας, της Ρωσικής Ομοσπονδίας και των ΗΠΑ. Το ποσοστό της Ευρωπαϊκής Ένωσης (7,1% του παγκόσμιου πληθυσμού) παρέμεινε σταθερό σε 22,2% το 2013, έναντι 22,5% το 2009. Η Ευρώπη στο σύνολό της (11,4% του παγκόσμιου πληθυσμού) φιλοξενεί το 31% των παγκόσμιων ερευνητών.

Το κράτος που είχε την υψηλότερη πυκνότητα ερευνητών στον κόσμο το 2012, με 8.337 ερευνητές ανά εκατομμύριο κατοίκους ήταν το Ισραήλ, διπλάσια από αυτή των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου. Η πυκνότητα των ερευνητών ήταν επίσης πολύ υψηλή στη Δημοκρατία της Κορέας (6.533) και στην Ιαπωνία (5.195) το 2013. Η πυκνότητα ερευνητών της Κίνας (1.071 ανά εκατομμύριο κατοίκους το 2013) ισοδυναμεί μόνο με τον παγκόσμιο μέσο όρο: 1.083.

Από το 2007 έως το 2013, το παγκόσμιο μερίδιο των ερευνητών προχώρησε ταχύτερα στις ανώτερες μεσαίες οικονομίες σε βάρος των χωρών υψηλού εισοδήματος.

(Πηγή: UNESCO Science report towards 2030)

Οποιαδήποτε πρόοδος, τεχνολογία, γνώση, θεραπεία ή εμβόλιο προέρχεται από το 0,1% του πληθυσμού ή μέρος αυτού. Αυτοί είναι οι ήρωες της εποχής μας και θα όφειλαν να προβάλλονται ως τέτοιοι. Αντ’ αυτού κυριαρχούν στερεότυπα στον κινηματογράφο, την τηλεόραση και την περιρρέουσα κουλτούρα όπου οι φοιτητές, υποψήφιοι ερευνητές και επιστήμονες απεικονίζονται περιπαικτικά ως φλώροι (nerds, geeks, dorks) επειδή η ανάγκη πολλών ωρών μελέτης τους στερεί προσωπικό χρόνο ή ενδεχομένως αναπτυγμένες κοινωνικές ικανότητες.

Αν θέλουμε καλύτερη ποιότητα ζωής και πρόοδο πρέπει να καταρρίψουμε αυτά τα κοινωνικά στερεότυπα και να προάγουμε την ανάπτυξη ερευνητικού δυναμικού, στην περίπτωση της Ελλάδας σε σχετικά νούμερα παραπλήσια με του Ισραήλ, δηλαδή 8.000 ερευνητές ανά εκατομμύριο. Τι χρειάζεται να γίνει;

Αντιστροφή των κοινωνικών στερεοτύπων και προβολή του πραγματικού ρόλου των επιστημόνων με δημιουργία προτύπων για κορίτσια και αγόρια. Ανάπτυξη επιστημονικών δεξιοτήτων στα πρώτα χρόνια στο σχολείο, σύνδεση των Πανεπιστημίων με την αγορά και τις επιχειρήσεις (ναι αυτό που πολεμά η Αριστερά μην ξεβολευτούν μερικοί φίλα προσκείμενοι). Οι υποψήφιοι ερευνητές πρέπει να νιώθουν ότι έχουν μέλλον και κίνητρα στην αγορά εργασίας, επαγγελματικά και οικονομικά. Απελευθέρωση της οικονομίας και διευκόλυνση έναρξης επιχειρήσεων χωρίς οικονομικούς στραγγαλισμούς, ότι θα έπρεπε να ίσχυε για κάθε επιχειρηματική προσπάθεια δηλαδή.

Πιστεύω ακράδαντα ότι μπορούμε να το πετύχουμε, δεν μας λείπει τίποτα σε σύγκριση με το παράδειγμα του Ισραήλ, το οποίο 70 χρόνια πριν δεν υφίστατο ως κρατική οντότητα καν.

Θα αναπτύξουμε την διεθνή μας απήχηση, την οικονομία μας, νέες τεχνολογίες για εμπορικές και στρατιωτικές εφαρμογές και θα σώσουμε ζωές.

Θυμηθείτε την επόμενη φορά που ένας επιστήμονας-ερευνητής βρει το εμβόλιο για τον SARS-CoV-2 θα έπρεπε ίσως να γυρίσει και να μας ρωτήσει «ποιος είναι ο φλώρος τώρα;». Αλλά δεν θα το κάνει. Θα σκύψει πάλι πάνω από το μικροσκόπιό του για την επόμενη πρόκληση.

Facebook Comments