Είμαστε δυστυχώς μια σάπια κοινωνία. Κι όχι τυχαία. Από επιλογή. Δεν μας το επιβάλλει κανένας, παρά μόνο οι επιλογές μας. Γιατί πολλοί γνωρίζουν για τη βρομιά που έχει απλωθεί παντού, αλλά ελάχιστοι μπαίνουν στον κόπο να μιλήσουν, να αντιδράσουν, να εναντιωθούν, να σηκώσουν τα μανίκια και να προσπαθήσουν να καθαρίσουν το βόθρο. Η πλειοψηφία πλέον έχει αποδεχθεί τη σαπίλα ως κανόνα, ως κάτι φυσιολογικό. Κι αυτό είναι το χειρότερο που θα μπορούσε να μας συμβεί.

Ξέρουμε ότι ο γείτονας χτυπάει τη γυναίκα ή τα παιδιά του. Δεν μιλάμε. Πίνουμε καφέ στο ίδιο καφενείο.
Ξέρουμε για τον παπά που στριμώχνει ανήλικα παιδάκια. Δεν μιλάμε. Σταυροκοπιόμαστε στην εκκλησία μαζί του.
Ξέρουμε γι αυτόν που βιάζει το γιό του, την ανηψιά του, τη σύντροφό του, το παιδί του γείτονα. Δεν μιλάμε. Είμαστε γείτονες και δεν θέλουμε να μπλέξουμε.
Ξέρουμε γι αυτόν που κακοποιεί και σκοτώνει ζώα. Δεν μιλάμε. Μπορεί να στραφεί εναντίον μας.
Ξέρουμε για τον διευθυντή, τον καναλάρχη, τον παραγωγό, τον σκηνοθέτη, τον προπονητή, τον καθηγητή, τον δημοσιογράφο, τον συνθέτη, τον πολιτικό που (εκ)βιάζει σεξουαλικά ό,τι κινείται γύρω του. Δεν μιλάμε. Γιατί να μπλέξουμε. Αφού ο σκοπός αγιάζει τα μέσα κι αν αυτοί είναι οι κανόνες του παιχνιδιού, μεθαύριο, ίσως κι εμείς υποκύψουμε για μια καλύτερη θέση, έναν καλύτερο μισθό, έναν καλύτερο ρόλο, έναν καλύτερο βαθμό.

Είμαστε δειλοί, λίγοι. Κι έτσι επιτρέπουμε σ αυτά τα κατακάθια να κινούν τα νήματα της ζωής. Να ορίζουν τους κανόνες της εξέλιξής μας.  Οι πιο αδίστακτοι έχουν καταλάβει τις πιο σημαντικές θέσεις και χρωματίζουν με τη δική τους ανωμαλία κι ανηθικότητα τα πάντα γύρω τους. Εμείς τους το επιτρέπουμε. Ο κάθε ένας απο εμάς, που γνωρίζει και δεν κάνει τίποτα απολύτως για να περιθωριοποιήσει και να καταγγείλει τον ανήθικο, τον ανέντιμο.

Κι έτσι το κακό αποθρασύνεται και πολλαπλασιάζεται. Μένει ατιμώρητο και δεν έχει λόγο να υποχωρήσει. Νικά κατά κράτος και προχωρά ακάθεκτο, σκεπάζει τα πάντα. Σκεπάζει την καθημερινότητά μας, τη ζωή μας, το μέλλον μας.

«Απ το κεφάλι βρωμάει το ψάρι» λέει το ρητό. Κι αυτό το κεφάλι, είναι πάντα δική μας επιλογή. Εμείς ψηφίζουμε αυτούς που ορίζουν τους κανόνες της ζωής μας. Αυτούς που υποτίθεται ότι πρέπει να νομοθετούν κ να εφαρμόζουν το νόμο για να προστατεύσουν τις αξίες, το δίκαιο, το ηθικό, το σωστό. Όμως για κάθε βιαστή, παιδεραστή, δολοφόνο, εκβιαστή, κλέφτη, ψεύτη, υπάρχει ένα κύκλωμα εξίσου σάπιων ανθρώπων που τον προστατεύει, τον αθωώνει, τον αφήνει να κυκλοφορεί ελεύθερος. Κι έτσι οι ηθικοί γίνονται ανίσχυροι και μειοψηφία. Αυτοί που πορεύονται  «με το σταυρό στο χέρι» μένουν πάντα απ έξω. Μένουν να κουβαλούν τον σταυρό στην πλάτη ή ακόμα χειρότερα βρίσκονται καρφωμένοι επάνω του. Ενός κακού, μύριοι έπονται.

Κι εμείς παρακολουθούμε σαν υπνωτισμένοι. Οι πραγματικά ψεκασμένοι. Κι όταν κάτι, κάποια ανύποπτη στιγμή, βγει επιτέλους στην επιφάνεια, τότε είτε παριστάνουμε τους έκπληκτους, είτε κουνάμε το δάχτυλο. Στους άλλους. Όχι σε μας.

Ποτέ δεν φταίμε εμείς που προσλαμβάνουμε καθάρματα, που συνεργαζόμαστε μαζί τους, που τους συναναστρεφόμαστε, που υποκύπτουμε στους κανόνες τους, που τους δίνουμε αξία και δύναμη, που τους κάνουμε πρωταγωνιστές στις ζωές μας κι εμείς γινόμαστε οι χειροκροτητές τους. Τους επιβραβεύουμε για το αποτέλεσμα με όποιο κόστος κι αν επετεύχθη,  κι έτσι δίνουμε και το παράδειγμα στα παιδιά μας. Δεν είναι αξιοκρατικό το σύστημα.  Δεν είναι δίκαιη η ζωή. Πάτα επί πτωμάτων αρκεί να πετύχεις.
Για όλα φταίει η άτιμη η κοινωνία κι ο κόσμος που δεν είναι αγγελικά πλασμένος.

Μόνο που και τα δύο είμαστε εμείς. Εμείς η κοινωνία, εμείς κι ο κόσμος. Για ό,τι δεν είναι αγγελικά πλασμένο, έχουμε βάλει το χεράκι μας. Για κάθε τοίχο που πίσω του συμβαίνουν όργια, έχουμε βάλει το λιθαράκι μας.

Οι μισοί φοβισμένοι ή ακόμα χειρότερα αδιάφοροι και οι άλλοι μισοί βολεμένοι. Αρνούμαστε να αποδεχτούμε την ευθύνη που μας αναλογεί. Κι αν κάποιος μας μιλήσει γι αυτήν, τον πετροβολάμε. Πιο εύκολο να σκοτώσουμε τον αγγελιοφόρο, αφού δεν μας αρέσει το μήνυμα.
Να σπάσουμε τον καθρέφτη, αφού δεν μας αρέσει το είδωλο.

Κι αυτό θα ξεχαστεί. Κι αυτό όπως και πολλά άλλα πριν απ αυτό. Και μακάρι προτού ξεχαστεί, κάτι να έχει αλλάξει. Κάτι σημαντικό. Προς το καλύτερο, έτσι για αλλαγή.

Facebook Comments