Καταλυτικό ρόλο στην επίτευξη τη «πολυπόθητης» επενδυτικής βαθμίδας για την Ελλάδα, η οποία θα τοποθετήσει τη χώρα στο γκρουπ των επενδύσιμων χωρών και δεν θα ανησυχεί για το εάν θα μπορεί να συμμετέχει ή όχι στην ποσοτική χαλάρωση ή εάν τα ελληνικά ομόλογα είναι επιλέξιμα ως εγγύηση για την χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ, θα παίξει ο τραπεζικός κλάδος. Για να το πούμε καλύτερα, ένα λόγος που δεν μπορούν οι οίκοι αξιολόγησης να δώσουν το Investment grade στην Ελλάδα, είναι οι ελληνικές τράπεζες και το υψηλό επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων που έχουν.

Συνεπώς, η επιτάχυνση της μείωσης των NPEs των ελληνικών τραπεζών, αποτελεί το «κλειδί« που θα ανοίξει αυτή την πόρτα για την Ελλάδα. Και όπως δείχνουν τα πράγματα στα τέλη του 2022 είναι εφικτό να περιμένει κανείς αυτήν την εξέλιξή.  Όπως επισημαίνουν τραπεζικές πηγές, εάν δεν μειωθούν ο δείκτες NPEs σε μονοψήφια επίπεδα, οι οίκοι αξιολόγησης δεν μπορούν να βάλουν την Ελλάδα στην «ελίτ» της επενδυτικής βαθμίδας. Σύμφωνα και με τα σχέδια των συστημικών τραπεζών, αυτό μπορεί να αρχίσει να επιτυγχάνεται ήδη από φέτος και για τις περισσότερες το 2022.

Προς το παρόν, η καλύτερη βαθμολογία που λαμβάνει η Ελλάδα από τους οίκους, είναι οι δυο βαθμίδες κάτω από το investment grade, από τις DBRS, Fitch και S&P. Η Moody’s είναι η αυστηρότερη καθώς δίνει έναν βαθμό χαμηλότερο από τις άλλες τρεις, με την επομένη ετυμηγορία της για τη χώρα να αναμένεται τον Νοέμβριο.

Το να ανεβεί η Ελλάδα ένα σκαλοπάτι μακριά από την επενδυτική βαθμίδα, θεωρείται σχετικά εύκολο ειδικά στο επόμενο 12μηνο μετά και τους εντυπωσιακά ισχυρούς ανάπτυξης σε επίπεδα ρεκόρ που εκτιμάται ότι θα σημειώσει η ελληνική οικονομία φέτος, και με δεδομένο ότι το 2022 και με οδηγό το Ταμείο Ανάπτυξης θα επιταχυνθούν οι επενδύσεις.

Ωστόσο είναι εξαιρετικά δύσκολο από αυτό το σκαλοπάτι να ανέβει στη συνέχεια και οι οίκοι αξιολόγησης θα είναι ιδιαίτερα διστακτικοί στο να κάνουν αυτό το βήμα.

Το μακροοικονομικό περιβάλλον, η πτωτική πορεία του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ και η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, αποτελούν παράγοντες που καθορίσουν επίσης, κατά τους οίκους την περαιτέρω αναβάθμιση της Ελλάδας. Αυτοί οι παράγοντες θεωρητικά ικανοποιούνται το 2022, και έτσι η μόνη… εκκρεμότητα είναι ο τραπεζικός κλάδος.

Από εκεί τα μηνύματα είναι άκρως θετικά και όλα δείχνουν πως το 2022 θα αποτελέσει ιστορική χρονιά τόσο για τις τράπεζες οσο και για την ελληνική οικονομία. Η πτώση των δεικτών NPEs κάτω από το 10% και προς την ευρωπαϊκή κανονικότητα αναμένεται, μόλις υλοποιηθεί και στα… χαρτιά, δηλαδή φανεί στα αποτελέσματα των τραπεζών, να δώσει το σήμα και για το Investment grade.

Άλλωστε δεν υπάρχει οίκος ή επενδυτική τράπεζα αυτή τη στιγμή που να μην δίνει εύσημα στον τραπεζικό κλάδο για την σημαντική πρόοδο που έχει σημειώσει στο μέτωπο της μείωσης των κινδύνων στους ισολογισμούς και για τη βελτίωση του προφίλ ρευστότητας και χρηματοδότησης.

Ο οίκος Fitch δήλωσε πρόσφατα θετικός για τις προοπτικές του ελληνικού τραπεζικού κλάδος, καθώς αναμένει ομαλοποίηση της κερδοφορίας, περαιτέρω σημαντική πρόοδο στις τιτλοποιήσεις και μείωση του δείκτη NPΕs σε μονοψήφια επίπεδα εντός του 2022, ενώ προανήγγειλε ότι σύντομα αναμένεται να αναβαθμιστούν οι εκτιμήσεις για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2021, και τόνισε πως οι παράγοντες για την βελτίωση της αξιολόγησης των ελληνικών τραπεζών «ήδη υπάρχουν». «Είναι πιθανό να δούμε αναβάθμιση των αξιολογήσεων των ελληνικών τραπεζών εάν επιτευχθούν τα σχέδια μείωσης των NPEs και ενίσχυσης των κεφαλαίων στα τέλη του 2021 και τις αρχές του 2022», όπως τόνισε.

Από την πλευρά της η Moody’s προχώρησε σε αναβάθμιση κατά δύο μάλιστα σκαλοπάτια των αξιολογήσεων των τεσσάρων συστημικών τραπεζών. Συγκεκριμένα, αναβάθμισε την Εθνική Τράπεζα, την Eurobank και την Alpha Bank κατά δύο βαθμίδες και σε B2 από το Caa1, και την Τράπεζα Πειραιώς σε B3 από Caa2, κατά επίσης δύο βαθμίδες. Όπως τόνισε, η κίνηση αυτή αντανακλά τη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού και της φερεγγυότητας του κλάδου, καθώς και τις καλές προοπτικές για περαιτέρω ενίσχυση της κερδοφορίας. Επιπλέον, αντικατοπτρίζει και τις πρόσφατες και επερχόμενες εκδόσεις χρέους στο πλαίσιο του MREL έως το τέλος του 2025, γεγονός που θα αλλάξει τη δομή των υποχρεώσεων των τραπεζών και θα ενισχύσει τα διαθέσιμα «μαξιλάρια» για την προστασία των καταθετών.

Όπως μάλιστα διαμήνυσε ο οίκος, οι αξιολογήσεις των ελληνικών τραπεζών θα μπορούσαν να αναβαθμιστούν περαιτέρω τα επόμενα τρίμηνα.

Με αφορμή αυτό το ισχυρό σήμα από την Moody’s, η Citigroup βρήκε την ευκαιρία να επαναλάβει τη θετική της στάση για τις ελληνικές τράπεζες τονίζοντας ότι αποτελούν ένα σημαντικό επενδυτικό «στοίχημα» για τις ισχυρές προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, με σημαντικά περιθώρια ενίσχυσης μακροπρόθεσμα.

Παράλληλα η Eurobank Equities διαμήνυσε πως το τέλος της μακροχρόνιας προσπάθειας εκκαθάρισης των ισολογισμών των ελληνικών τραπεζών είναι πλέον ορατό, καθώς όλες οι τράπεζες έχουν επιταχύνει τα σχέδιά τους και αναμένεται να ολοκληρώσουν τις προγραμματισμένες συναλλαγές τους μέχρι τα μέσα του 2022. Η πρόοδος στις ενέργειες ενίσχυσης κεφαλαίου είναι επίσης αρκετά ενθαρρυντική, δεδομένου του κόστους της εκκαθάρισης. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της, ο δείκτης NPE για το σύνολο του 2021 θα διαμορφωθεί στο 11,2% (από περίπου 40% πέρυσι), ενώ ο κεφαλαιακός δείκτης CET 1 θα διαμορφωθεί στο 14,2%, άνετα πάνω από τις εποπτικές απαιτήσεις.

Με όλα τα παραπάνω δεδομένα, και εάν φυσικά δεν σκάσει κάποιο νέο σοκ στη διεθνή οικονομία, το στοίχημα της επενδυτικής βαθμίδας για την Ελλάδα φαίνεται να κερδίζεται στα τέλη του 2022 ή το αργότερο τον Ιανουάριο του 2023…

Facebook Comments