Βαρυχειμωνιά πλήττει την κυβέρνηση σε ότι αφορά την διαπραγμάτευση, αφού τα περιθώρια για συνολική συμφωνία (χρέος, πλεονάσματα, QE) στο Eurogroup της 26ης Ιανουαρίου έχουν σχεδόν εκμηδενιστεί, και στενεύουν επίσης και εκείνα για πλήρες deal στο Eurogroup του Φεβρουαρίου, έτσι ώστε η Ελλάδα να «προλάβει» την συνεδρίαση της ΕΚΤ της 9ης Μαρτίου για την όποια ελπίδα έχει μείνει για ένταξη στο QE. Η ελπίδα ουσιαστικά δεν υπάρχει καν βέβαια – να τα λέμε κι αυτά – αφού το ζητούμενο για το QE δεν είναι μόνο η αξιολόγηση. Έτσι, η ελληνική κυβέρνηση έχει πάψει πλέον να κυνηγά τη συμφωνία σε αυτό και στα υπόλοιπα ζητήματα-κλειδιά και εύχεται απλώς μία λύση η οποία θα της διασφαλίσει την παραμονή στην εξουσία.

Αυτό αποτυπώνεται άλλωστε και στις… ανούσιες συναντήσεις που κυνήγησε και τελικά θα έχει ο Ευκλείδης Τσακαλώτος αυτή την εβδομάδα.  Από την μία μεριά, ο Έλληνας ΥΠΟΙΚ θα δει τον Γάλλο ομόλογό του την Τετάρτη, ο οποίος όμως πλέον μόνο ως «προσωρινός» μπορεί να θεωρείται, αφού σε λίγους μήνες δεν θα έχει κανέναν ρόλο στην κυβέρνηση του Παρισιού μετά και τις εκλογές, ενώ μία μέρα μετά, την Πέμπτη, ο κ. Τσακαλώτος θα συναντήσει τον Μοσκοβισί, ο οποίος έχει… μηδενικό ρόλο στο Eurogroup στο οποίο ο Σόιμπλε κινεί τα νήματα, με την οποιαδήποτε λύση που αφορά την Ελλάδα να περνά πάντα μέσω Βερολίνου.

Η ελληνική κυβέρνηση  έχει λοιπόν, όλως τυχαίως, πάψει να αναφέρει την ένταξη στο QE αλλά και την ανάγκη λήψης μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος, για τα οποία πριν λίγο καιρό χτυπιόταν και τα έθετε ως κόκκινες γραμμές, έχοντας πλέον μοναδικό μότο το κλείσιμο της αξιολόγησης. Η πραγματικότητα είναι πως για την ένταξη στο QE δεν αρκεί η επιτυχής ολοκλήρωση της αξιολόγησης αλλά χρειάζονται και οι αποφάσεις για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα και ο κ. Τσίπρας το γνωρίζει αυτό. Η ΕΚΤ έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν αρκούν τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και πως πρέπει να γίνουν και άλλες κινήσεις σε αυτό το μέτωπο και συγκεκριμένα, να συγκεκριμενοποιηθούν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, κινούμενη στην ίδια γραμμή με το ΔΝΤ. 

Πριν λίγες μέρες άλλωστε ο Μπενουά Κερέ δεν άφησε κανένα περιθώριο αμφιβολίας. Όπως υπογράμμισε «τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους, όπως αποφασίστηκαν στο Eurogroup, είναι καλοδεχούμενα, αλλά δεν είναι αρκετά να εξαλείψουν τις ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους, εκτός αν υπάρχουν ισχυρές διαβεβαιώσεις πως η Ελλάδα θα πετύχει δημοσιονομικά πλεονάσματα πέραν του 2018. Θα χρειαστούν επίσης μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος», είπε τονίζοντας πως βρισκόμαστε στο μέσο της αξιολόγησης του προγράμματος, και η μπάλα βρίσκεται στο ελληνικό γήπεδο.

Αυτό δείχνει πιο ξεκάθαρα από ποτέ το ότι η ΕΚΤ δεν πρόκειται να βγει μπροστά και να στηρίξει την Ελλάδα και την ένταξη στο QE, ακόμα και αν κλείσει η αξιολόγηση, παρόλο που πολλοί έσπευσαν να μεταφράσουν  το γεγονός ότι η ΕΚΤ θα προχωρήσει σε δική της  ανάλυση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους, ξεχωριστά από αυτή του ΔΝΤ, ως ένα παράθυρο ελιγμών για χάρη της Ελλάδας. Ωστόσο, και η ΕΚΤ για να κρίνει τι ελληνικό χρέος βιώσιμο, ζητά μεσοπρόθεσμα μέτρα και αυτό είναι που θα ανοίξει τον δρόμο για το QE, ξεχωριστά από το κλείσιμο της αξιολόγησης.

Όπως καταλαβαίνουμε, εμπόδιο στο QE δεν είναι το ΔΝΤ. Στο QE η Ελλάδα δεν μπορεί να μπει, με βάση την συμφωνία που υπέγραψε ο κ. Τσακαλώτος τον Μάιο του 2016. Γιατί τα βραχυπρόθεσμα μέτρα δεν αρκούν. Και τα μεσοπρόθεσμα έχουν προγραμματιστεί να τεθούν στο τραπέζι μετά το τέλος του προγράμματος. Ο Κερέ είπε επίσης πως για να ανακτήσει η Ελλάδα την πρόσβαση στις αγορές έως  τα μέσα του 2018, η χώρα χρειάζεται αποφασιστικές μεταρρυθμίσεις, καθώς και μέτρα που θα διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα του χρέους της. Με λίγα λόγια, η ΕΚΤ όχι απλά δεν βλέπει έξοδο στις αγορές φέτος, αλλά δεν φαίνεται και να βιάζεται να εντάξει την Ελλάδα στο QE. Άλλωστε σύμφωνα με τις ανακοινώσεις Ντράγκι το πρόγραμμα μπορεί να συνεχιστεί και το 2018 εάν χρειαστεί. 

Εγκαταλείποντας τα λόγια τα μεγάλα για περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους και ένταξη στο QE,  η λύση στην οποία εναποθέτει τις ελπίδες της η κυβέρνηση – της οποίας, μην ξεχνιόμαστε, μοναδικός στόχος είναι η παραμονή όσο περισσότερο γίνεται στην εξουσία- είναι η συμφωνία για το κλείσιμο της αξιολόγησης με αναβολή των αποφάσεων για τη συμμετοχή του ΔΝΤ (και φυσικά ούτε λόγος για τα πλεονάσματα, το χρέος και το QE). Αυτή η λύση βολεύει και τους δανειστές αυτή τη στιγμή, οι οποίοι θα θελήσουν για μια ακόμη φορά να κλωτσήσουν το τενεκεδάκι παρακάτω στον δρόμο, εν όψει και της γεμάτης πολιτικής-εκλογικής ατζέντας στην Ευρώπη. 

Αυτή η λύση όμως, σε καμία περίπτωση δεν βοηθά την ελληνική οικονομία και δημιουργεί ακριβώς την ίδια ζημιά με αυτήν που θα δημιουργούσε η καθυστέρηση της αξιολόγησης, γιατί η ουσία και τα κρίσιμα ζητήματα θα συνεχίσουν να παραμένουν ορθάνοιχτα.

Facebook Comments