Από τζίρους μόλις 50 εκατ. ευρώ πριν έναν χρόνο και προ πανδημίας, το τελευταίο μήνα τα ελληνικά ομόλογα συναλλάσσονται με ρυθμούς άνω των 500 εκατ. ευρώ ημερησίως, δέκα φορές πάνω από τον τζίρο του Χρηματιστηρίου Αθηνών. Δεν είναι το ράλι στους ελληνικούς τίτλους – το οποίο έχει βυθίσει το κόστος δανεισμούς του Ελληνικού Δημοσίου στο μόλις 0,86% και κατά… 80% από τον Μάρτιο – που εντυπωσιάζει πλέον επενδυτές και μεγάλους οίκους. Άλλωστε ο όρος «ράλι» ακολουθεί από το 2019 τα ελληνικά ομόλογα. Είναι η έκρηξη των συναλλαγών και άρα του επενδυτικού ενδιαφέροντος, η οποία βέβαια δεν ήρθε ξαφνικά και χωρίς λόγο. Οι επενδυτές δίνουν ίσως την ισχυρότερη ψήφο εμπιστοσύνης στο ελληνικό χρέος που έχουν δώσει από το ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης πριν περίπου δέκα χρόνια, καθώς βλέπουν πως η Ελλάδα αποτελεί το καλύτερο στοίχημα αυτή τη στιγμή.

Τα μεγάλα όπλα των ελληνικών τίτλων που βλέπουν την συναλλακτική δραστηριότητα να εκτοξεύεται στο μεγαλύτερο μέρος της καμπύλης (υψηλοί τζίροι καθημερινοί πλέον τόσο στο 10ετές, όσο και στο 5ετές και το 7ετές), συνοψίζονται σε δύο: Στη στήριξη από τις ευρωπαϊκές αρχές αλλά και την ισχυρή και έξυπνη διαχείριση του ΟΔΔΗΧ.

Η ένταξη της Ελλάδας στο PEPP τον Μάρτιο έχει δημιουργήσει έναν νέο μεγάλο αγοραστή των ελληνικών ομολόγων, ο οποίος και προσφέρει ασφάλεια στους επενδυτές. Η ΕΚΤ η οποία συνολικά αναμένεται να αγοράσει 27 δισ. ευρώ ελληνικά ομόλογα υπό το έκτακτο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, και θα αγοράσει πολύ περισσότερα εάν το PEPP επεκταθεί σε μέγεθος και σε διάρκεια όπως και αναμένεται ευρέως, διασφαλίζει τον έλεγχο των spreads και των αποδόσεων οι οποίες παρά το γεγονός ότι είναι σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, παραμένουν οι πιο υψηλές και άρα οι πιο ελκυστικές στην ευρωζώνης.

Η πρόταση για τη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης η οποία μετατράπηκε σε συμφωνία τον Αύγουστο, αποτελεί και αυτή έναν από τους βασικούς λόγους πίσω από την μανία των επενδυτών για τα ελληνικά ομόλογα. Οι πόροι που θα εισρεύσουν στη χώρα θα στηρίξουν την αναπτυξιακή της δυναμική και τις επενδύσεις, ενώ σε όρους ΑΕΠ είναι από τους υψηλότερους που προσφέρει η Ε.Ε. Αυτό το έχουν δει επίσης οι επενδυτές και τρέχουν να προλάβουν το «γύρισμα» των ελληνικών αποδόσεων ακόμη και σε αρνητικά επίπεδα, τη στιγμή που ήδη το Ελληνικό Δημόσιο και παρά την πανδημία και την ύφεση της οικονομίας, δανείζεται με αρνητικά επιτόκια κατά τις δημοπρασίες εντόκων,. Ουσιαστικά χωρίς κόστος και μάλιστα με κέρδος – αφού οι επενδυτές πληρώνουν την Ελλάδα για να αγοράσουν έντονα- το οικονομικό επιτελείο χτίζει τα ήδη πολύ ισχυρά ταμειακά του διαθέσιμα, έχοντας έτσι το ισχυρότερο όπλο όλων σε αυτήν την κρίση.

Τα καλά νέα για τους επενδυτές της ελληνικής αγοράς ωστόσο, δεν σταματούν εκεί. Αυτό το cash buffer το οποίο αγγίζει τα 37-38 δισ. ευρώ και τα ίδια επίπεδα με αυτά πριν την πανδημία, χάρη στην εξαιρετική διαχείριση του ΟΔΔΗΧ, αναμένεται να διατηρηθεί. Και το 2021 αλλά και έως ότου η Ελλάδα αποκτήσει επενδυτική βαθμίδα τουλάχιστον, δηλαδή το 2023. Αυτή η ψύχραιμη και καλά ζυγισμένη δανειακή στρατηγική του ΟΔΔΗΧ είναι που πείθει επίσης τους επενδυτές για το χαμηλό ρίσκο που έχει η χώρα μας και ανοίγει έναν δρόμο γεμάτο επενδυτικές ευκαιρίες μεσοπρόθεσμα.

Το προσχέδιο του προϋπολογισμού άλλωστε που κατατέθηκε την προηγούμενη εβδομάδα, αποκάλυψε στους επενδυτές το πώς θα κινηθεί η Ελλάδα το επόμενο έτος. Δεδομένων των υψηλών ταμειακών αποθεμάτων, τις αυξημένες εκταμιεύσεις από την Ε.Ε. για την αντιμετώπιση της πανδημίας καθώς και των σχετικά περιορισμένων χρηματοδοτικών αναγκών, η στρατηγική του ΟΔΔΗΧ για το επόμενο έτος σε ό,τι αφορά τις εκδόσεις ομολόγων, αναμένεται να είναι παρόμοια με αυτή του 2020.

Στόχος είναι η άντληση 11 δισ. ευρώ από τις αγορές, καλύπτοντας έτσι σχεδόν όλες της αγορές στις οποίες προχωρά η ΕΚΤ μέσω του PEPP. Γιατί να μη τα κάνει άλλωστε; Η ευκαιρία που παρουσιάζεται με το PEPP είναι μοναδική. Παρόμοια με φέτος αναμένεται επίσης να είναι και τα επίπεδα των εκδόσεων εντόκων γραμματίων, τα οποία εκτιμώνται ότι θα κινηθούν στα 12,8 δισ. ευρώ. 

Η στόχευση της δανειακής στρατηγικής του ελληνικού Δημοσίου, όπως επισημαίνεται στο προσχέδιο προϋπολογισμού, θα είναι η διασφάλιση της συνεχούς εκδοτικής παρουσίας του στις διεθνείς αγορές σε συνδυασμό με την αξιοποίηση των ευκαιριών που παρέχονται από τη συμμετοχή της χώρας στο πρόγραμμα PEPP της ΕΚΤ, η περαιτέρω παροχή εκδόσεων υψηλής ρευστότητας με επέκταση της φυσικής ωρίμανσής τους και η περαιτέρω μείωση των περιθωρίων δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου.

Αυτό ουσιαστικά σημαίνει πως χάρη και στην υψηλή ζήτηση που έχει δημιουργηθεί στην αγορά, η οποία όπως προαναφέραμε έχει εκτοξεύσει τους τζίρους στην ΗΔΑΤ, ο ΟΔΔΗΧ θα προχωρά σε κινήσεις που θα αυξάνουν την ρευστότητα (το μέγεθος) των ήδη υφιστάμενων εκδόσεων αλλά και των εκδόσεων στις οποίες θα προχωρήσει προσεχώς. Το reopening του 10ετούς ομολόγου που έγινε τον Σεπτέμβριο, αυτόν ακριβώς τον σκοπό είχε. Να αυξήσει το μέγεθος της συγκεκριμένης έκδοσης από τα 3 δισ. ευρώ στα 5,5 δισ. ευρώ. Αυτό αποτελεί μαγνήτη για τους επενδυτές καθώς  βλέπουν πως η Ελλάδα βγαίνει από την περίοδο ρηχότητας και οδεύει προς την κανονικότητα με μία καμπύλη αποδόσεων ανάλογη μίας αγοράς με επενδυτική βαθμίδα.

Άλλωστε δεν είναι και λίγο να ακούς τον κολοσσό της παγκόσμιας αγοράς ομολόγων Pimco να δηλώνει σε παρουσίασή της για τις προοπτικές των διεθνών assets ότι τα ελληνικά ομόλογα παρά το ιλιγγιώδες ράλι που έχουν καταγράψει, αποτελούν μία εξαιρετική επενδυτική ευκαιρία.

Η κρίση τελικά αποτέλεσε το game changer για τα ελληνικά ομόλογα. Και ο ΟΔΔΗΧ δεν αναμένεται να το αφήσει αυτό ανεκμετάλλευτο.

Facebook Comments