Σήμερα, το μεγάλο θέμα που μας απασχολεί στην Ευρώπη είναι τα μεταναστευτικά ρεύματα.

Αν κάποιος δει τις σημερινές μεταναστευτικές ροές από ξερή οικονομική ματιά, μπορεί να πει ότι η μετανάστευση ωφελεί την οικονομία: Γενικώς, οι άνθρωποι μεταναστεύουν από μία χώρα όπου δεν μπορούν να εργασθούν αποδοτικώς, σε μία χώρα όπου μπορούν. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εργασίας του ΟΗΕ (ILO) υπολόγισε το 2004 ότι για κάθε αύξηση 1% του πληθυσμού μίας ανεπτυγμένης χώρας, λόγω μεταναστεύσεως, το ΑΕΠ μεγαλώνει σχεδόν 1,5%[1].

Οι μετανάστες, όπως παρατηρεί ο ILO, αλλά και είναι η εμπειρία μας στην χώρα μας, δεν ανταγωνίζονται πολύ τους ντόπιους για θέσεις εργασίας καθώς τείνουν να αναλαμβάνουν εργασίες που οι ντόπιοι δεν θέλουν, όπως, πχ αγροτικές. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι η νέα γενιά μεταναστών ανταγωνίζεται κυρίως την προηγούμενη.

Το ερώτημα, λοιπόν, είναι: γιατί οι εντόπιοι πληθυσμοί δείχνουν αρκετή αντίδραση στην άφιξη νέων μεταναστών, παρά την θετική επίδραση στην οικονομία;

Η ανθρώπινη βιολογία

Την απάντηση πρέπει να ψάξουμε να την βρούμε στην βιολογία μας. Η απότομη πρόοδος της επιστήμης τους τελευταίους αιώνες μας πιέζει να ξεχνάμε ότι είμαστε κι εμείς έμβια όντα και λειτουργούμε με βάση αυτών που είναι καταγεγραμμένα στο DNA μας. (Στον ίδιο δρόμο σπρώχνουν και οι θρησκείες, που μας διαχωρίζουν από τα υπόλοιπα ζώα)

Αν σκεφτούμε ότι ο άνθρωπος είναι ένα ζώο με ιστορία μερικών εκατομμυρίων ετών και ότι ακόμα και ο μοντέρνος άνθρωπος, Homo sapiens, εμφανίστηκε τουλάχιστον πριν 250.000 χρόνια, μπορούμε να καταλάβουμε ότι η βιολογία μας δεν έχει ακόμα κατορθώσει να προσαρμοσθεί στην σημερινή πραγματικότητα[2].

Έτσι, οι άνθρωποι είναι προγραμματισμένοι να αντιλαμβάνονται ότι τα συστήματα που μας συντηρούν είναι συστήματα με μηδενικό άθροισμα. Αν κάποιος κερδίσει κάτι, κάποιος άλλος θα το έχει χάσει. Αυτή η αντίληψη ήταν σωστή στο μεγαλύτερο μέρος της εξελικτικής ιστορίας μας, όπου ο άνθρωπος ζούσε ως κυνηγός – συλλέκτης. Η εμφάνιση άλλων ανθρώπων στο δική μας γη σήμαινε αυτομάτως ότι θα υπήρχε λιγότερο κυνήγι ή φρούτα ή μανιτάρια για μας. Αν επρόκειτο για συγγενείς, πιθανόν θα τους αποδεχόμασταν και να μοιραζόμασταν την τροφή, καθώς τα κοινά μας γονίδια θα κέρδιζαν.

Κάθε μη βιολογικός συγγενής ήταν ανταγωνιστής. Πώς καθόριζαν οι άνθρωποι ποιος ήταν βιολογικός συγγενής; Πέρα από την υποσυνείδητη διάκριση που γίνεται αυτομάτως με την όσφρηση[3], ο πιο εύκολος και ενσυνείδητος τρόπος είναι τα διάφορα πολιτιστικά ή κοινωνικά χαρακτηριστικά.

Ο σύγχρονος καπιταλισμός δεν είναι ένα σύστημα με μηδενικό άθροισμα. Συνήθως, όταν προστίθενται περισσότεροι εργάτες, αυξάνεται η παραγωγή και το σύστημα μεγαλώνει, είναι, δηλαδή, ένα σύστημα με θετικό άθροισμα. Όμως, η καπιταλιστική οικονομία είναι πολύ πρόσφατη για να έχει επίδραση στο DNA και τα ένστικτά μας.

Ένας άλλος τρόπος που η βιολογία μας επιδρά είναι η ενστικτώδης αντίδραση αποφυγής στενής επαφής με ξένους που έχουν πολλοί άνθρωποι. Η αντίδραση αυτή, στην διάρκεια της εξελικτικής μας ιστορίας, μας προστάτευε από μολυσματικές ασθένειες. Κάθε πληθυσμός έχει εκτεθεί και έχει αποκτήσει ανοσία ή ανθεκτικότητα σε διαφορετικές ασθένειες. Μία ασθένεια μπορεί να έχει ελάχιστες επιπτώσεις σε έναν πληθυσμό, αλλά να εξοντώνει έναν άλλον. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, οι ασθένειες που μετέφεραν οι Ευρωπαίοι στην Αμερική, όπου αποδεκάτισαν του αυτόχθονες πληθυσμούς.

Η οργάνωσή μας σε κοινωνίες είναι, επίσης, κάτι που έχει κατά πολύ καθορισθεί από την βιολογία μας. Η κοινωνική οργάνωση είναι κάτι που χαρακτηρίζει πολλά είδη ζώων. Ο άνθρωπος οργανώνεται, αλλά και υπερασπίζεται αυτήν την κοινωνική οργάνωση ενστικτωδώς. Οι μετανάστες με διαφορετικούς κανόνες κοινωνικής οργανώσεως, δημιουργούν προβλήματα στην λειτουργία των αυτοχθόνων κοινωνιών. Όταν πχ οι τελευταίες βασίζονται σε συναινετικές διαδικασίες, ενώ τα πρότυπα των μεταναστών είναι μίας αυταρχικής κοινωνίας, δημιουργούνται σημαντικές δυσλειτουργίες. Η αντίδραση των αυτοχθόνων είναι συχνά ενστικτώδης.

Να σημειώσω ότι οι άνθρωποι συνήθως δεν συνειδητοποιούν οι ίδιοι ότι αντιδρούν ενστικτωδώς. Μπορεί να προβάλλουν πολλά λογικά επιχειρήματα για την αντίδρασή τους.

Για να ξεπεράσουν αυτό το πρόβλημα, οι ανεπτυγμένες κοινωνίες οργανώνουν αυτό που λέμε «κοινωνική ενσωμάτωση». Η βιολογία των μεταναστών τους οδηγεί να σχηματίζουν ξεχωριστές κοινότητες στην νέα τους πατρίδα, όπως, πχ η Ελληνική κοινότητα στην Αστόρια της Νέας Υόρκης. Αυτό, όμως, δημιουργεί περαιτέρω ενστικτώδεις αντιδράσεις στους αυτόχθονες και αυτό ακριβώς αντιμετωπίζει η κοινωνική ενσωμάτωση.

Έτσι, φθάνουμε στο συμπέρασμα ότι πολλές από τις αντιδράσεις που συναντούν οι μετανάστες από τους αυτόχθονες πληθυσμούς οφείλονται στην βιολογία μας και στο ότι δεν έχουμε, ως είδος, ακόμα προσαρμοσθεί στις ραγδαίες εξελίξεις της ιστορίας.

Για να αντιμετωπίσουμε τις ολοένα αυξανόμενες μεταναστευτικές ροές, πρέπει πέραν των άλλων μέτρων, οι κυβερνώντες να πάρουν υπ’ όψιν τους και να εκμεταλλευθούν τα βιολογικά χαρακτηριστικά του ανθρώπινου είδους.

Πώς μπορεί να γίνει αυτό;

Πρώτα απ’ όλα πρέπει να σκεφθούμε και τους αυτόχθονες πληθυσμούς και να προάγουμε δράσεις που μειώνουν τις ενστικτώδεις αντιδράσεις, όπως η μείωση του ρυθμού αφίξεως των μεταναστών και κυρίως η πολιτιστική ενσωμάτωση. Δυστυχώς, αυτή προϋποθέτει σημαντικές δαπάνες, κυρίως στον τομέα της Παιδείας και Υγείας. Το να αφήσουμε, όμως, τους μετανάστες, όσους δεν μπορούμε να αποφύγουμε ή όσους επιθυμούμε για οικονομικούς λόγους, να σχηματίζουν γκέτο στις χώρες υποδοχής, απλώς οδηγεί σε μεγαλύτερο ανταγωνισμό και αντίδραση των εντόπιων πληθυσμών προς αυτούς. Δεν μπορούμε να το αποφύγουμε διότι είναι καταγεγραμμένο στο DNA μας.

Ένα άλλο βιολογικό χαρακτηριστικό του ανθρώπινου είδους που πρέπει να εκμεταλλευθούμε είναι το ότι ο άνθρωπος δεν είναι μεταναστευτικό ζώο. Η πλειοψηφία των ανθρώπων θα φύγει από εκεί που γεννήθηκε μόνον αν δεν υπάρχει φαγητό ή υπάρχει μεγάλος κίνδυνος για την ζωή τους. Σαφώς και υπάρχει μία μειοψηφία ανθρώπων που τα γονίδιά τους τους οδηγούν σε μία οπορτουνιστική μεταναστευτική συμπεριφορά. Είναι, ευτυχώς, μία μειοψηφία.

Πώς να το εκμεταλλευθούμε αυτό; Πρέπει να βοηθήσουμε να υπάρξουν βασικές συνθήκες ζωής στις χώρες τους. Δεν χρειάζεται να κάνουμε την Συρία ή το Ιράκ Δυτική Ευρώπη. Η Αίγυπτος ή το Σουδάν είναι ένα καλό παράδειγμα: οι συνθήκες ζωής των ανθρώπων εκεί είναι απαράδεκτες για τους Ευρωπαίους. Ελάχιστοι μεταναστεύουν, όμως.

Η κατανόηση της βιολογικής φύσης του ανθρώπου είναι βασικό εργαλείο για να αντιμετωπίσουμε το μεταναστευτικό ζήτημα.

 


[2] Ένα ενδιαφέρον παράδειγμα είναι η ενστικτώδης ανάγκη μας να χειρονομούμε όταν μιλάμε στο τηλέφωνο, ενώ κανείς δεν μας βλέπει.

[3] Έχετε παρατηρήσει ότι πολλές φορές οι άνθρωποι από άλλες φυλές σας μυρίζουν περίεργα, διαφορετικώς; Συνήθως, αυτό γίνεται στο υποσυνείδητο, αλλά μερικές φορές το καταλαβαίνουμε.

 

Facebook Comments