Η Eurobank αναλύει τους τους παράγοντες, οι οποίοι προσδιορίζουν και καθορίζουν το περιθώριο απόδοσης των κρατικών ομολόγων της Ευρωζώνης και κάνει ειδική αναφορά και στην περίπτωση των ελληνικών 10ετών ομολόγων.

Όπως προκύπτει από την έρευνα της τράπεζας, την οποία επιμελήθηκε ο οικονομολόγος Πλάτων Μονοκρούσος, οι προσδιοριστικοί παράγοντες των αποδόσεων έχουν μεταβληθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, καθώς τα μακροοικονομικά μεγέθη, η ρευστότητα και η διάθεση ανάληψης ρίσκου διαδραματίζουν πολύ μεγαλύτερο ρόλο στην τιμολόγηση της αγοράς.

Το εύρημα αυτό έρχεται σε αντίθεση με την περίοδο πριν από το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, όταν και παρατηρήθηκε σημαντική αποσύνδεση μεταξύ των εγχώριων μακροοικονομικών/δημοσιονομικών μεγεθών και της τιμολόγησης των κυβερνητικών ομολόγων στην Ευρωζώνη.

Άλλωστε, το βασικό υπόδειγμα τιμολόγησης των ελληνικών 10ετών ομολόγων, στη βάση των σχετικών θεμελιωδών μεγεθών, ερμηνεύει περίπου το 60% της μεταβλητότητας του περιθωρίου απόδοσης μεταξύ των ελληνικών και των γερμανικών 10ετών ομολόγων, από τον Ιανουάριο του 2009 και  μετέπειτα.

Σύμφωνα με τη Eurobank, αυτό συνεπάγεται ότι επιπρόσθετοι παράγοντες -οι οποίοι δεν είναι εύκολα ποσοτικοποιήσιμοι- επηρέασαν την εξέλιξη των περιθωρίων απόδοσης των ελληνικών κυβερνητικών τίτλων κατά την επίμαχη περίοδο.

Τέτοιοι παράγοντες ενδεχομένως περιλαμβάνουν: την ύπαρξη ή μη επαρκούς ρευστότητας στην αγορά, την αυξημένη πολιτική και μακροοικονομική αβεβαιότητα καθώς και περιόδους αυξημένης ανησυχίας εκ μέρους των επενδυτών αναφορικά με την παραμονή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη.

Με βάση τα παραπάνω, καταλήγει η μελέτη της τράπεζας, η επιπλέον αποκλιμάκωση των περιθωρίων απόδοσης των ελληνικών ομολόγων προϋποθέτει την περαιτέρω βελτίωση των μακροοικονομικών μεγεθών της εγχώριας οικονομίας ή άλλων εξωτερικών παραγόντων, όπως η εξειδίκευση του πλαισίου ελάφρυνσης του ελληνικού δημοσίου χρέους, καθώς και η προοπτική συμμετοχής της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.

Facebook Comments