Α.

Ακόμη μια ένδειξη ότι ο ελληνικός εξαγωγικός τομέας αδυνατεί να αποτελέσει την ατμομηχανή της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας , παρά τα όσα ευαγγελίζονται κυβέρνηση και τρόικα αποτελούν τα αποτελέσματα των εξαγωγών – αφίξεων που έδωσε στη δημοσιότητα (25.06.2014) η ΕΛΣΤΑΤ, για την περίοδο Ιανουαρίου –Απριλίου 2014.

Η συνολική αξία των εξαγωγών – αποστολών κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Απριλίου 2014 ανήλθε στο ποσό των 8.398,9 εκατ. ευρώ  έναντι 9.104,5 εκατ. ευρώ κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2013, παρουσιάζοντας μείωση, σε ευρώ, 7,8%. Η αντίστοιχη μεταβολή χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε μείωση κατά 362,9 εκατ. ευρώ, δηλαδή 6,5% .

Η συνολική αξία των εισαγωγών – αφίξεων κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Απριλίου 2014 ανήλθε στο ποσό των 15.507,4 εκατ. ευρώ έναντι 15.760,5 εκατ. ευρώ  κατά το ίδιο διάστημα του έτους 2013, παρουσιάζοντας μείωση, σε ευρώ, 1,6%. Η αντίστοιχη μεταβολή χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε αύξηση κατά 733,8 εκατ. ευρώ, δηλαδή 7,4% .

Σημασία έχει να υπογραμμισθεί ότι ο τομέας των αγαθών (λοιπά αγαθά σύμφωνα με την κατάταξη της ΤτΕ) ο οποίος περιλαμβάνει την παραγωγή του πραγματικού τομέα της οικονομίας, την ίδια περίοδο (4569,5 εκατ. ευρώ) , βρίσκεται ουσιαστικά σε στασιμότητα, σε σχέση με την αντίστοιχη του 2013(4606,2 εκατ. ευρώ).  

Η παρουσιαζόμενη αύξηση του τομέα των υπηρεσιών το πρώτο τετράμηνο του 2014 (6449,0 εκατ. ευρώ) έναντι του αντίστοιχου τετραμήνου  2013 (5707,0 εκατ. ευρώ) ουσιαστικά σώζει τα φαινόμενα του εξαγωγικού τομέα της ελληνικής οικονομίας. Μαζί με την αύξηση των  Ταξιδιωτικών εισπράξεων (900 εκατ. ευρώ) αύξηση παρουσιάζουν και οι συνδεδεμένες εισπράξεις από τις Μεταφορές (4152,3 εκατ. ευρώ).

Τώρα σχετικά με τις Χρηματοοικονομικές συναλλαγές , δηλαδή την εισροή μη δανειακών κεφαλαίων, έχουμε τις ακόλουθες εξελίξεις την ίδια περίοδο :

Το ύψος των  ΑΞΕ , που αποτελούν το δεύτερο πυλώνα της κυβερνητικής πολιτικής για την μεγέθυνση της οικονομίας ,  ανήλθε σε 228,6 εκατ. ευρώ  το πρώτο τετράμηνο του 2014, έναντι  380,5 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο τετράμηνο του 2013. Συγχρόνως είχαμε και εκροή ΑΞΕ από έλληνες επιχειρηματίες στο εξωτερικό ύψους 220 εκατ. ευρώ . Δηλαδή οι έλληνες επιχειρηματίες  συνεχίζουν να επενδύουν στο εξωτερικό.

Το ύψος των Επενδύσεων Χαρτοφυλακίου , δηλαδή βραχυπρόθεσμα κεφάλαια για αγορά μετοχών , ομολόγων και λοιπών συναφών χρηματοπιστωτικών προϊόντων ανήλθε σε 6322,8 εκατ. ευρώ έναντι 3965,3 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο τετράμηνο του 2013.

Παρατηρούμε εδώ ότι οι εξελίξεις είναι αντίστροφες από αυτό που η κοινή λογική αλλά και η οικονομική θεωρία υποστηρίζει ως υγιείς : πρώτα  εισρέουν οι ΑΞΕ οι οποίες ακινητοποιούνται στην εγχώρια οικονομία αυξάνοντας το φυσικό της κεφάλαιο και μετά με βάση αυτές  δημιουργούνται οι προϋποθέσεις εισροής των επενδύσεων χαρτοφυλακίου για εκμετάλλευση των νέων ευκαιριών (τάσεις ανόδου των περιουσιακών στοιχείων, κάλυψη αναγκών σε νέα  κεφάλαια των επενδύσεων μέσω ΑΞΕ κτλ).   

Θα πρέπει όμως να σημειωθεί ότι εκτός των εισροών βραχυπροθέσμων επενδύσεων έχουμε παράλληλα και εκροή παρόμοιων κεφαλαίων από την χώρα.  Οι κινήσεις αυτές αντιστάθμισαν σε μεγάλο βαθμό την αύξηση των εισροών. Πρόκειται για  τοποθετήσεις  κατοίκων σε ομόλογα και έντοκα αλλά και σε χρηματοοικονομικά παράγωγα του εξωτερικού. Το συνολικό ύψος των εκροών (Επενδύσεις Χαρτοφυλακίου και Λοιπές Επενδύσεις ) ανήλθε στα 4956,0 εκατ. ευρώ.

Επομένως παρά τις κυβερνητικές κορώνες για εισροή (βραχυπρόθεσμων) κεφαλαίων στην ελληνική οικονομία, τα οποία θα αυξήσουν τη ρευστότητα βλέπουμε ότι δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο διότι παράλληλα έχουμε σχεδόν ισόποση εκροή παρόμοιων κεφαλαίων.

 Β.

Σύμφωνα με την Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής[1] προβλέπεται ότι η ελληνική οικονομία το 2014 θα ξανακερδίσει την ανταγωνιστικότητα του έτους 1995, ως προς το κόστος εργασίας ,και σε σχέση με τους εταίρους στην ευρωζώνη. Η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία (real effective exchange rate)  της ελληνικής οικονομίας, βασισμένη στο μοναδιαίο κόστος  εργασίας (ULC),   προβλέπεται να πέσει κατά 21,6% μεταξύ 2009 και 2014. Αντίστοιχα η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία (real effective exchange rate)  , με βάση το Δείκτη Κατανάλωσης (HICP), προβλέπεται να μειωθεί κατά 10,6

 Οι «μεταρρυθμίσεις» του θεσμικού πλαισίου της αγοράς εργασίας (νέος κατώτατος μισθός, κατάργηση συλλογικών συμβάσεων κτλ), μείωση άλλων μη εργασιακών κόστη, μείωση των αποδοχών των εργαζομένων κατά 3,7% το 2012, 7,8% το 2013 και περαιτέρω μείωση κατά 1,5% το 2014   υποστήριξαν τη μείωση του κόστους ανά μονάδα εργασίας και αύξησαν την ανταγωνιστικότητα κόστους της ελληνικής οικονομίας. Συνολικά η πραγματική συναλλαγματική ισοτιμία με βάση το κόστος εργασίας μειώθηκε κατά 21,6% μεταξύ 2009 και 2014.[2] Αντίστοιχα με βάση το ΔΤΚ μειώθηκε κατά 10,6%.

Όμως παρά την ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας η απόδοση των εξαγωγών είναι πολύ μικρότερη από τις αντίστοιχες των άλλων χωρών που επίσης έχουν εισέλθει σε παρόμοιο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής.  Οι συγκρίσεις των αποδόσεων του εξαγωγικού τομέα των οικονομιών Ιρλανδίας, Ισπανίας, Πορτογαλίας , Λεττονίας και Ελλάδος παρουσιάζονται στις Γραφικές Παραστάσεις 2,3 και 2,4. Έχει σημασία , ανοίγοντας μια παρένθεση να υπογραμμίσουμε ότι οι εξαγωγές αγαθών (σε όγκο) στην Ελλάδα αναμένεται να βρεθούν στο ύψος του 2007 το τρέχον έτος 2014. Αντιθέτως οι εκτιμώμενες εξαγωγές υπηρεσιών (σε όγκο)  για το 2014, απέχουν  σημαντικά από το αντίστοιχο έτος 2008 που παρατηρείται το ανώτατο σημείο τους.

Μάλιστα σύμφωνα με τα αποτελέσματα οικονομετρικής διερεύνησης , στην οποία αναφέρεται η έκθεση ,η εξαγωγική απόδοση της ελληνικής οικονομίας , με δεδομένο το μέγεθος του ΑΕΠ της χώρας και την γεωγραφική απόσταση  της από τις χώρες με τις οποίες συναλλάσσεται εμπορικά,(56 στον αριθμό) ,είναι χαμηλότερη κατά – 32,6 % από την αναμενόμενη . Με απλά λόγια οι αποδόσεις των ελληνικών εξαγωγών παρουσιάζονται πολύ κατώτερες των αναμενομένων . Όμως αυτός είναι ο ένας τομέας στον οποίο στηρίζεται το πρόγραμμα ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας. Αν υστερεί κατά τέτοιο τρόπο και μέγεθος τα αποτελέσματα τoυ προγράμματος , ceteris paribus, θα αποκλίνουν αρνητικά από τα αναμενόμενα.

Σύμφωνα με την ΕΕ οι λόγοι αυτής της χαμηλής απόδοσης, σε σχέση με τα αναμενόμενα,  παρότι εφαρμόστηκε κατά γράμμα οι εντολές της σύμφωνα με το υποκείμενο οικονομικό υπόδειγμα που τις υποβαστάζει, οφείλονται σε συγκεκριμένους ελληνικούς ειδικούς παράγοντες. Μεταξύ αυτών αναφέρει την κατάρρευση που υπέστη ο εξαγωγικός τομέας λόγω τις αρχικές αβεβαιότητες σχετικά με την αποτελεσματικότητα του προγράμματος καθώς και λόγω της εξασθένισης του τραπεζικού τομέα.  Η κατάρρευση ήταν σημαντική και στις εξαγωγές των υπηρεσιών όπου κατά παράδοση η ελληνική οικονομία είχε πλεονέκτημα.

 Είναι φανερό ότι η προτεινόμενη εξήγηση αναφέρεται…  στο αυτονόητο χωρίς να προχωρά στον καταλογισμό της ευθύνης για την υιοθέτηση του συγκεκριμένου προγράμματος  το οποίο δεν έλαβε υπόψη της … το αυτονόητο.

Παράλληλα  σημειώνει η έκθεση, η μεγέθυνση του τουρισμού το 2013 , ως αποτέλεσμα της πολιτικής κρίσης των ανταγωνιστριών χωρών Τουρκίας και Αιγύπτου , συνέβαλε σε μια ανάκαμψη των εξαγωγών των υπηρεσιών. [3]

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Τώρα , όσον αφορά στην εισροή ΑΞΕ , Η Ελλάδα βρίσκεται στις  τελευταίες  θέσεις  των αναπτυγμένων οικονομιών το 2013 με εισροές 2567 εκατ. ευρώ. Στην ΕΕ είχαμε εισροές , το 2013, 246207 εκατ. , στις αναπτυγμένες οικονομίες 565626 εκατ. ευρώ και στον πλανήτη 1451965 εκατ. ευρώ.  

Βλέπουμε ότι τα  δύο επιλεχθέντα μέσα που θα αποτελέσουν την ατμομηχανή της επανεκκίνησης της ελληνικής οικονομίας δεν είναι , εν τοις πράγμασι , σε θέση να το πραγματοποιήσουν. Οι λόγοι είναι πολλοί και διαφορετικοί και απέχουν από τις κοινότοπες και ομοιόμορφες για όλες τις χώρες απαντήσεις που δίνουν μελέτες όπως και η αναφερόμενη εδώ. Η δημιουργία θεσμών δεν είναι τεχνοκρατικό θέμα το οποίο μπορεί να επιλυθεί στο γραφείο ενός τεχνοκράτη. Οι θεσμοί ενσωματώνουν τις αντικειμενικές και υποκειμενικές  ιστορικές πραγματικότητες κάθε χώρας. Διαφορετικά όλες οι χώρες θα ήταν ίδιες και ο κόσμος σαν ένα καλάθι με ίδια αυγά.  Η αυταπάτη που υποβαστάζει αυτή την αντίληψη  είναι καταστροφική . Δημιουργική είναι η αντίληψη  που θα λάβει υπόψη της την ιστορική (αντικειμενική και υποκειμενική) πραγματικότητα.

 


[1] European Economy , Occasional Papers 192, April 2014. The Second Economic Adjustment Programme for Greece, Fourth Review – April 2014

[2] Όπως αποδεικνύεται στην πράξη , η δραστική μείωση των μισθών δεν συμβάλλουν , όπως θα επιθυμούσε το κυρίαρχο υπόδειγμα, στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων.

[3] Είναι εντυπωσιακό ότι μετά την υποτίμηση του 1953 , η κυριότερη μεταβολή που σημειώθηκε την τριετία 1953-1956 στη διάρθρωση του ισοζυγίου πληρωμών ήταν η απότομη αύξηση της συμβολής των καθαρών αδήλων πόρων στην κάλυψη των δαπανών για εισαγωγές. Από 18% το 1952 (και κάτω από 10,0% στα χρόνια πριν από το 1952) , έφτασε σε 35,0% το 1953, και κυμαινόταν γύρω στο 30,0% τα επόμενα τρία χρόνια , όσο ήταν δηλαδή και πριν από το πόλεμο (1938) η σχέση των καθαρών αδήλων πόρων προς τις εισαγωγές. Στη σημερινή περίπτωση , της εσωτερικής υποτίμησης , συμβαίνει περίπου το ίδιο φαινόμενο. Συνεπώς , με την ολοκλήρωση των επιπτώσεων από την εσωτερική υποτίμηση , θα πρέπει να αναμένουμε ότι το ισοζύγιο θα δεχθεί τις επιδράσεις από τις πραγματικές δυνάμεις της αγοράς και ειδικά στο σκέλος των εισαγωγών.

 

Facebook Comments