Μας πήρε μερικές δεκαετίες μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο για να καταλήξουμε σε ένα καθεστώς ελεύθερου εμπορίου, σε μια παγκοσμιοποιημένη λογική που ανοίγει πόρτες ευκαιριών και τιμωρεί όσους δεν προσαρμόζονται στους βασικούς κανόνες ανταγωνιστικότητας των οικονομιών και τις ευμετάβλητες καταναλωτικές ανάγκες.

Πρόσφατα μετά τις σχετικές πρωτοβουλίες Τραμπ για την επιβολή δασμών, άνοιξε ξανά μια ξεπερασμένη πλέον συζήτηση για την χρησιμότητα του προστατευτισμού και τις επιπτώσεις ενός πιθανού εκτεταμένου εμπορικού πολέμου. Αντέχει το τωρινό οικονομικό περιβάλλον, μετά από μια μακρά περίοδο αναταραχών, ένα απροσδόκητο χτύπημα που θα επηρεάσει την επάνοδο σε μια σχετική ομαλότητα;

Ο Τραμπ ξεκίνησε προαναγγέλοντας υψηλούς δασμούς στις Ευρωπαϊκές εξαγωγές χάλυβα και αλουμινίου προς τις ΗΠΑ. Σύντομα έκρουσε πρύμνα, αναστέλλοντας αυτή την εξέλιξη. Είτε συνειδητοποίησε το παράλογο της απόφασης ή δεν επρόκειτο ποτέ να προχωρήσει στην εκτέλεση της κι όλη αυτή η “παράσταση” αποτελούσε μέρος ενός σχεδίου για αρμονικότερη διευθέτηση των εμπορικών συμφωνιών μεταξύ ΗΠΑ και Ε.Ε.

Συνέχισε με αντίστοιχες απειλές προς την Κίνα, με την οποία προϋπάρχει εδώ και χρόνια μια μόνιμη εμπορική και χρηματοπιστωτική σύγκρουση. Το εμπορικό έλλειμμα των ΗΠΑ εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τις διαθέσεις της Κίνας όπως και το σταθερά αυξανόμενο αμερικανικό δημόσιο χρέος βρίσκεται σε σημαντικό βαθμό στα χέρια του Κίτρινου Τίγρη. Ο συναλλαγματικός πόλεμος γύρω από το υποτιμημένο γουάν υπήρξε κεντρικό θέμα της τελευταίας δεκαετίας. Επίσης η τεχνολογική πρόοδος της Κίνας κι ο ευθύτατος διεμβολισμός των σχετικών Αμερικανικών κολοσσών ανησυχεί τον Τραμπ. Όλα αποτελούν θεωρητικά επαρκείς λόγους για αναθεώρηση της εμπορικής πολιτικής των ΗΠΑ. Προσφέρει όμως οριστική λύση ο προστατευτισμός;

Ένας γενικευμένος εμπορικός πόλεμος δεν πρόκειται να έχει κανέναν νικητή. Όλοι θα εξέλθουν από αυτόν με μώλωπες αν όχι με σοβαρά τραύματα, ακόμη κι αν υπάρξουν πρόσκαιρα οφέλη. Το τελικό αποτέλεσμα κάθε προστατευτισμού, από την στιγμή που καταλήγει σε αντίστοιχες αντιδράσεις από πλευράς των χωρών που πλήττονται οι εξαγωγές τους, είναι επιπτώσεις στις τελικές τιμές καταναλωτή, μειωμένη ζήτηση άρα κι επίπτωση στην συνολική αναπτυξιακή κατάσταση.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου έχει πάψει προ πολλού να αποτελεί σοβαρό θεσμό, με τέτοιο κύρος, ώστε να παρεμβαίνει καταλυτικά ισορροπώντας ανάμεσα σε αντικρουόμενα συμφέροντα, προφέροντας λειτουργικές διεξόδους για αντιδεοντολογικές πρακτικές. Τα εμπορικά ελλείμματα αποτελούν μια έμμεση πρόσκληση για επενδύσεις κι εξαρτάται από τα κίνητρα και τις επενδυτικές δυνατότητες που θα προκύψουν, ώστε αυτά να μειωθούν με δημιουργικό τρόπο.

Αν κάθε χώρα δεν επικεντρωθεί στην εκμετάλλευση των δικών της πλεονεκτημάτων και θεωρήσει ότι τοποθετώντας προσχώματα στις δραστηριότητες των ανταγωνιστών της θα επιβιώσει, κερδίζοντας αυξημένο μερίδιο στην αγορά, τότε μάλλον δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι οι πολιτικές των κλειστών οικονομικών έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί, όχι μόνο λόγω επιλογής αλλά και λόγω των δυνατοτήτων που πλέον προσφέρει ο ραγδαία αναπτυσσόμενος ψηφιακός κόσμος.

 

Facebook Comments