Η αντίστροφη μέτρηση για την πρώτη έξοδο στις αγορές και ο χρησμός των οίκων
Θετικά είναι τα μηνύματα των διεθνών αναλυτών για τα ελληνικά ομόλογα και την αξιολόγηση της Ελλάδας από τους οίκους αξιολόγησης, ενόψει και της πρώτης εξόδου
Θετικά είναι τα μηνύματα των διεθνών αναλυτών για τα ελληνικά ομόλογα και την αξιολόγηση της Ελλάδας από τους οίκους αξιολόγησης, ενόψει και της πρώτης εξόδου
Θετικά είναι τα μηνύματα των διεθνών αναλυτών για τα ελληνικά ομόλογα και την αξιολόγηση της Ελλάδας από τους οίκους αξιολόγησης, ενόψει και της πρώτης εξόδου της χώρας στις αγορές για το 2021 η οποία αναμένεται στο αμέσως επόμενο διάστημα αλλά και την «ετυμηγορία» της Fitch η οποία θα ανακοινωθεί την Παρασκευή.
Η Citigroup και η JP Morgan δηλώνουν αισιόδοξες για την πορεία της ελληνικής αγοράς αυτό το έτος και συστήνουν στους επενδυτές την αγορά ελληνικών κρατικών τίτλων, εκτιμώντας πως ο ΟΔΔΗΧ θα προχωρήσει σε έκδοση τίτλων μεγάλης διάρκειας, δηλαδή 20ετίας ή 30ετίας. Σε ότι αφορά την πρεμιέρα της Ελλάδας στις αγορές, η Citi εκτιμά πως θα γίνει αυτόν τον μήνα με 20ετές ομόλογο για την άντληση 2,5 δισ. ευρώ, ενώ η JP Morgan προβλέπει την έκδοση νέου 10ετούς ή 30ετούς ομολόγου τον Ιανουάριο ή τον Φεβρουάριο και συνολικά 4-5 εξόδους της Ελλάδας στις αγορές το 2021. Από την πλευρά της, η Danske Bank εκτιμά πως την προσεχή Τρίτη η Ελλάδα θα βγει στις αγορές με νέο 10ετές ομόλογο για την άντληση 3 δισ. ευρώ.
Η Ελλάδα θα περιμένει να… ηρεμήσει ο συνωστισμός εκδόσεων ομολόγων που παρατηρείται τις πρώτες εβδομάδες του έτους από μεγάλες χώρες της ευρωζώνης αλλά και της ίδια της Ε.Ε που θα ξαναβγεί στις αγορές με τίτλους υπό το πρόγραμμα SURE, πριν επιχειρήσει να προχωρήσει στην πρώτη «έξοδο», σύμφωνα με πηγές της αγοράς, κάτι που σημαίνει πως μπορεί να πραγματοποιηθεί στα τέλη του μήνα ή στις αρχές του επόμενου. Σε κάθε περίπτωση «οδηγός» θα είναι η διάθεση των επενδυτών η οποία πάντως παραμένει θετική για τους ελληνικούς τίτλους, με τις αποδόσεις τους να κινούνται κοντά στα ιστορικά χαμηλά.
Σε ότι αφορά την διάρκεια του ομολόγου με την οποία θα κάνει φέτος πρεμιέρα η Ελλάδα στις αγορές, όλα είναι πιθανά, τόσο για μία βραχυπρόθεσμη έκδοση όσο και για έναν πιο μακροπρόθεσμο τίτλο.
Στόχος του ΟΔΔΗΧ για φέτος παραμένει η βελτίωση της ελληνικής καμπύλης, καλύπτοντας τα σημεία που υπάρχουν «κενά» καθώς και η επέκταση της διάρκειάς της. Αυτό σημαίνει πως θα επιχειρηθούν βραχυπρόθεσμες εκδόσεις (5ετία, 7ετία ή «άνοιγμα» προηγουμένων βραχυπρόθεσμων εκδόσεων) καθώς και πιο μακροπρόθεσμες – εκτός από ένα νέο 10ετές που θεωρείται βέβαιο, με την 15ετία να θεωρείται μία καλή επιλογή όπως έχει δείξει και η «συμπεριφορά» των επενδυτών στον αντίστοιχο τίτλο που εκδόθηκε το 2020. Η έκδοση ενός 20ετούς ομολόγου είναι επίσης στο «τραπέζι» και κερδίζει έδαφος, ωστόσο το πότε θα γίνει αυτή, άμεσα ή αργότερα, θα το καθορίσει η επενδυτική όρεξη και σε ποιες διάρκειες φαίνονται συγκεντρωμένοι οι επενδυτές.
Το εγχείρημα ενός νέου 30ετούς τίτλου είναι πιο δύσκολο με πηγές της αγορά αναφέρουν πως απαιτείται πολύ προσεκτική προετοιμασία, επισημαίνοντας πως ένας 30ετής τίτλος έχει, για παράδειγμα, τρεις φορές μεγαλύτερο ρίσκο από έναν 10ετή. Αυτό δεν σημαίνει πως έχει αποκλειστεί μία τέτοια έκδοση και εάν οι συνθήκες τις αγοράς το «επιβάλλουν» και υπάρχει «μανία» για τους ελληνικούς τίτλους, τότε είναι ένα σενάριο το οποίο θα εξετασθεί.
Όπως έχει επισημάνει ο ΟΔΔΗΧ, στόχος είναι η Ελλάδα να βγαίνει στις αγορές κάθε τρίμηνο, ενισχύοντας την παρουσία της και την επενδυτική βάση, μειώνοντας περαιτέρω το κόστος χρηματοδότησης και διατηρώντας σε υψηλά επίπεδα τα ταμειακά διαθέσιμα τα οποία σήμερα διαμορφώνονται στα 32,2 δισ. ευρώ.
Την ίδια στιγμή, σημαντικό «θέμα» των ημερών αποτελεί και ο κύκλος αξιολογήσεων της Ελλάδας από τους οίκους ο οποίος, όπως έχουμε αναφέρει, ξεκινά με την Fitch στις 22 Ιανουαρίου. Οι αναλυτές εμφανίζεται αισιόδοξοι επίσης για την αντιμετώπιση της Ελλάδας από τους οίκος αξιολόγησης φέτος, παρά το παρατεταμένο lockdown και τη συρρίκνωση της οικονομίας που φέρνουν οι εξελίξεις της πανδημίας, εκτιμώντας πως η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας δεν κινδυνεύει με υποβάθμιση. Η συνεχιζόμενη ισχυρή στήριξη της ΕΚΤ, οι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αναμένεται να εισρεύσουν στην Ελλάδα τονώνοντας την οικονομία καθώς και το υψηλό «μαξιλάρι» διαθεσίμων, αποτελούν τα «όπλα» της χώρας που αναμένεται να θωρακίσουν και ίσως να «ανεβάσουν« την αξιολόγησή της, όλο και πιο κοντά στο ορόσημο της επενδυτικής βαθμίδας.
Η Ελλάδα ήταν ο νικητής του 2020 όσον αφορά τις «βαθμολογίες» από τους οίκους, βλέποντας αναβάθμιση της αξιολόγησής της, όπως σημείωσε η Danske Bank. Παρά την βαθιά ύφεση της οικονομίας λόγω της πανδημίας και τους αυξανόμενους δείκτες χρέους, η ένταξη της στο PEPP έπαιξε σημαντικό ρόλο στις «ετυμηγορίες» των οίκων. Καθοριστικός παράγοντας για την περαιτέρω αναβάθμιση της αξιολόγησης της Ελλάδας θα είναι εάν οι εισροές από το Ταμείο Ανάκαμψης θα ενισχύσουν τη διαρθρωτική ανάπτυξη της χώρας, όπως επισημαίνει προσθέτοντας πως σε κάθε περίπτωση το PEPP και τα χαμηλά spreads εξασφαλίζουν ένα ευνοϊκό περιβάλλον χρηματοδότησης της χώρας.
Από την πλευρά της η Société Générale επισήμανε πως παρά τα υψηλά επίπεδα δημόσιου χρέους και των κόκκινων δανείων των ελληνικών τραπεζών, οι αξιολογήσεις της ελληνική οικονομίας από τους οίκους δεν διατρέχουν κανέναν κίνδυνο υποβαθμίσεων, τουλάχιστον στο επόμενο διάστημα. Η ευρεία διάθεση των εμβολίων στον πληθυσμό σε συνδυασμό με τους πόρους που θα εισρεύσουν από την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα βοηθήσουν την ελληνική οικονομία να επιστρέψει στην κανονικότητα. Η Société Générale πρόσθεσε και αυτή πως η χώρα διαθέτει ένα σημαντικό επίπεδο ταμειακών διαθεσίμων για να αντιμετωπίσει κινδύνους που προέρχονται από τις οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας και μπορεί να χρηματοδοτηθεί αρκετά εύκολα, ενώ τα ελληνικά ομόλογα συμμετέχουν στο έκτακτο πρόγραμμα της ΕΚΤ, PEPP, επιτρέποντας στην Ελλάδα να δανειστεί με σχετικά χαμηλό κόστος.
Facebook Comments