Από το πακέτο στήριξης της ΕΕ μέσω ESM για την Ελλάδα, αναλογούν κάπου στα 34€ δις, ενώ άλλα 19€ δις περίπου θα διατεθούν για τα προγράμματα ΕΣΠΑ και 7 έως 8€ δις ήδη έρχονται από φέτος από τα τρία εργαλεία της ΕΕ SURE, EIB Fund, και ESM Pandemic Crisis Support.  Τα χρήματα αυτά σκοπό έχουν να αναπληρώσουν σε όσο μεγαλύτερο βαθμό γίνεται τις απώλειες στην οικονομία των ευρωπαικών χωρών που επέφερε η πανδημία, ταυτόχρονα όμως και ειδικά για την Ελλάδα αποτελούνε την μεγαλύτερη και μάλλον και την μοναδική ευκαιρία για την Ελλάδα να τοποθετήσει την οικονομία της σε νέες κατευθύνσεις, κατευθύνσεις που θα οδηγήσουν την οικονομία σε νέα τοπία και θα την ξαναβάλουν στις πρώτες σειρές των ανεπτυγμένων χωρών. Ολα αυτά βέβαια στην θεωρία, στην πράξη μένει να σκεφτούνε οι ταγοί της χώρας που και πως θα τοποθετηθούνε αυτά τα χρήματα, αν μπορέσουν να αποφύγουν λάθη του παρελθόντος, αν έχουν την δυνατότητα να ξεφύγουν οι ίδιοι από τα κλισέ της επαρχιακής νοοτροπίας της χώρας που την έφεραν σε αυτά τα χάλια, αν μπορούνε να υπερβούνε τον ίδιο τον εαυτό τους.

 

Η χρεοκοπία του παλιού μοντέλου, αιτίες και συνέπειες.

Με την χρεοκοπία του 08, δεν χρεοκόπησε μόνον μία οικονομία, αλλά και ένα σύστημα, μία κοινωνία με ολόκληρο το αξιακό σύστημα που την διείπε. Ενα σύστημα που μόνον κατ όνομα ήταν οικονομία της αγοράς, ο ελεύθερος ανταγωνισμός ήταν ανέκδοτο με δύο λέξεις, η μόνη παραγωγική δραστηριότητα λειτουργούσε με κρατικές ενέσεις, νέες ιδέες δεν έρχονταν, κι αν έρχονταν θάβονταν, δέκα οικογένειες λυμαίνονταν την χώρα, ταλέντα χάνονταν, ευκαιρίες περνούσαν απαρατήρητες. Κάναμε τα πάντα για να χρεοκοπήσουμε. 

Η Ελλάδα μετά το 90 και την ευδαιμονία που ακολούθησε την πτώση του κομμουνιστικού στρατοπέδου, ανακάλυψε ότι τα λεφτά ήταν αυτονόητο, ότι τα ευρωπαικά κονδύλια θα έρχονται χωρίς να υπάρχει τέλος, ονομάστηκαν επιχειρηματίες οι ιδιοκτήτες καφετεριών, ρεστοράν, μπουζουξίδικων, στριπτιτζάδικων, φόρους δεν πλήρωνε κανείς, αποδείξεις δεν υπήρχαν καν ως ντεκόρ σε ταινία, τα σήριαλ και οι τηλεοπτικές εκπομπές ανάδυαν έναν ανείπωτο και ανεξήγητο πλούτο, όλοι γελούσανε κλείνοντας πονηρά το μάτι με τις μίζες που έπεφταν σε κάθε τομέα του δημοσίου, βενζινάδες προμηθευτές του δημοσίου έκαναν διακοπές σε τροπικά μέρη και κυκλοφορούσαν με Πόρσε, ακούγαμε για συμβόλαια εκατομμυρίων για αοιδούς της νύχτας και τηλεπερσόνες που ανέλαβαν την αγωγή και διαπαιδαγώγηση του ελληνικού τηλεθεάμονος κοινού, κρατικές προμήθειες και εργολαβίες δημοσίων έργων όπου τα πεζοδρόμια κόστιζαν όσο μια λωρίδα εθνικής, γενικά για μια οικονομία που δεν παρήγε τίποτα, που δεν προσπαθούσε για τίποτα, και που κεντρική ιδέα ήταν το γρήγορο και άμεσο θέρος χρημάτων. Ανθρωποι που έρχονταν από το εξωτερικό ένοιωθαν ως οι τελευταίοι ηλίθιοι βλέποντας τον όγκο χρήματος που κυκλοφορεί και συγκρίνοντας το με την δομή της ελληνικής οικονομίας, ιδιαίτερα με την  έλλειψη παραγωγής. Για να είμαστε ειλικρινείς, τα τρώγαμε από τους αφελείς Ευρωπαίους. Και δανειζόμασταν, λες και αυτός που δανείζει δεν πρόκειται ποτέ να ζητήσει τα λεφτά του πίσω.

Καλλιεργήθηκε έτσι η νοοτροπία της αρπαχτής, αλλά και η νοοτροπία του εξυπνακισμού και της λούφας. Η ιδέα να οργανωθεί μία ιδέα και να μετατραπεί σε οργανωτική βάση σε παραγωγή ούτε που περνούσε από το μυαλό όλων αυτών των ανθρώπων, μιας γενιάς καταραμένης, που καταδίκασε τα παιδιά της και τα εγγόνια της στην μιζέρια, στην ανασφάλεια, και στην κακομοιριά. Το κράτος έγινε ένα πελατειακό σύστημα, ένας μαστρωπός που διάλεγε τα καλύτερα κομμάτια του που θα του φέρνουνε πελάτες, και τους αντάμοιβε αδρά. Περισσότερο λειτουργούσε σαν τον νταβατζή της γειτονιάς που έχει βγάλει τις πόρνες του στο σεργιάνι προς άγραν πελατών-ψηφοφόρων, παρά σαν κράτος που σκέφτεται όλους τους υπηκόους του και την ευημερία τους μέσω της εξασφάλισης ενός λειτουργικού συστήματος. Συνέπεια ήταν η χρεοκοπία, η εγκατάλειψη, ο διασυρμός, οι αυτοκτονίες, η απομυθοποίηση, η κατάθλιψη. Δεν υπήρχαν βάσεις πάνω στις οπίες θα μπορούσε να χτιστεί ένα νέο μέλλον. Δεν υπήρχαν δρόμοι να χαραχθούν νέες κατευθύνσεις. Ποιος θα αναλάμβανε το ρίσκο μιας επένδυσης σε έναν πρωτοποριακό τομέα, ο εργολάβος που μοίραζε τα κονδύλια με τους υπάλληλους υπουργείων; Ο ιδιοκτήτης νυχτερινού κέντρου που λάδωνε διάφορους δημοτικούς και κρατικούς φορείς για να εξασφαλίζει άδεια λειτουργίας; Οχι μόνον βρεθήκαμε ανάπηροι, αλλά δεν είχαμε ούτε καν καροτσάκι για να κινηθούμε.

Το χειρότερο όμως όλων είναι ότι ο Ελληνας ξέχασε να επενδύει, ξέχασε να τολμάει, να βλέπει μακριά. Μία χώρα που ευαρέσκονταν να προβάλλει την οικονομία της για 30 χρόνια ως συμπληρωματική του τομέα των υπηρεσιών, το μόνο που έμαθε στον δήθεν επιχειρηματικό της κόσμο, ήταν επενδύσεις σε ακίνητα, μετοχές, αλυσίδες καταστημάτων, εμπορικές αντιπροσωπείες, ξενοδοχεία, τράπεζες. Χρήμα δεν παράγονταν, το χρήμα περνούσε από το ένα χέρι στο άλλο, ελάχιστο φρέσκο χρήμα έμπαινε στην χώρα. Απομένει λοιπόν το ερώτημα, μέγα και βασανιστικό, ποιος θα αναλάβει να ξυπνήσει την επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα;

Το κράτος επιχειρηματίας; Τι κάνουν οι άλλοι καλύτερα;

Η πανδημία του κορονοιού έφερε τις ηγεσίες σε μεγάλα διλλήματα όσον αφορά την οικονομία. Οι ισχυρές οικονομικά χώρες λίγο πολύ θα καταφέρουν να ξεπεράσουν αυτή την δύσκολη συγκυρία, κι εδώ η Ελλάδα έχει μεγάλη τύχη που βρίσκεται στους κόλπους της ΕΕ, που για την περίπτωση αυτή δεν φείδεται ιδιαίτερα χρημάτων. Στην πανδημία αυτή πολλοί άνθρωποι θα χάσουν την δουλειά τους, μεγάλος αριθμός δανείων κατά συνέπεια θα μείνει μετέωρος, διότι οι οφειλέτες δεν θα είναι σε θέση να τα ξεχρεώσουν, πράγμα που θα επιβαρύνει ιδιαίτερα τον ούτως ή άλλως ασταθή κλάδο των τραπεζών. Στην Γερμανία ανησυχούν πολύ λιγότερο για αυτό παρά τους κραδασμούς που αναμένονται. Γιατί; Διότι τα περισσότερα στεγαστικά δάνεια, 31% για την ακρίβεια είναι στα χέρια των ταμιευτηρίων, τις λεγόμενες Sparkassen, οι οποίες ανήκουν στις εκάστοτε κοινότητες, και κατά συνέπεια στο γερμανικό κράτος, ενώ και στο μεγαλύτερο μέρος των τραπεζών που έπονται, το κράτος διατηρεί πλειοψηφικά ή μειοψηφικά πακέτα, είτε μέσω άμεσης συμμετοχής, είτε μέσω κρατικών Funds και Ταμείων.

Σε περίπτωση μεγάλης ανάγκης, η γερμανική κυβέρνηση θα είναι έτοιμη να στέρξει προς βοήθειαν και στήριξη των παιδιών της, ώστε αυτά εν καιρώ να ανταποδώσουν την ευγνωμοσύνη τους οφελώντας τους πολίτες και το κράτος από την πλευρά τους. Εκτός από τις τράπεζες, η Γερμανία κατέχει το 32% στην Deutsche Telekom, όπου και προωθεί όλα τα προγράμματα της εταιρίας με Γερμανούς προμηθευτές μόνον, κάτι που προσπάθησε κάποτε να κάνει και ο ελληνικός ΟΤΕ με την συνεργασία της ΙΝΤΡΑΚΟΜ, όταν ακόμη “σοσιαλίζαμε”, ενώ τώρα που ανακαλύψαμε την φιλελεύθερη οικονομία, οι “σοβιετίζοντες” Γερμανοί εξακολουθούν να μοιράζουν μαθήματα οικονομικού ορθολογισμού. Διότι μετά το ξεπούλημα του ΟΤΕ, η χώρα έχασε την ευκαιρία να έχει ένα επιχειρηματικό όχημα το οποίο θα τραβούσε στην πορεία του εγχώριες εταιρίες τεχνολογίας, προμηθευτές, και θα προωθούσε ερευνητικά προγράμματα το κόστος των οποίων δεν αντέχουν από μόνες τους οι ιδιωτικές επιχειρήσεις, ιδιαίτερα οι ελληνικές. Αυτά τα κάνουν οι αφελείς Γερμανοί, Γάλλοι, Ολλανδοί, Κινέζοι, Κορεάτες, κλπ. Αρκεί να πω μόνον ότι στην Γερμανία ακόμη και ο κολοσσός της αυτοκινητοβιομηχανίας Volkswagen, ανήκει κατά 34% στο κράτος, ενώ το 25% του μεγαλύτερου ενεργειακού παραγωγού της χώρας ΕΟΝ διανεμήθηκε σε κοινότητες, οι οποίες έτσι εξασφάλισαν ένα μεγάλο τμήμα των εσόδων τους μέσω μερισμάτων, κάτι που ούτε σκέφτηκε, ούτε και πρόκειται να σκεφτεί κάποιος νεοφιλελές πολιτικός εν Ελλάδι. Διότι στην χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας είναι όλα φαιδρά, έχουν μόνο ένα τίτλο κι ένα όνομα, και ουσία μηδέν. Το σουηδικό κράτος είναι ο αποκλειστικός μέτοχος της ενεργειακής  Wattenfall, το γαλλικό κατέχει το 84% της EDF, ενώ οι Ολλανδοί έχουν σε κρατικά χέρια τον δικό τους ΑΔΜΗΕ Tenet T.

Στον πετρελαικό τομέα το αυστριακό κράτος έχει το 31,5% της ισχυρότατης ÖMV, η Statoil ανήκει κατά 67% στο Νορβηγικό κράτος, ενώ οι Ισπανοί μιμήθηκαν στον ενεργειακό τομέα το παράδειγμα των Γερμανών δημιουργώντας δύο κοινοπραξίες τοπικών ταμιευτηρίων τα οποία μετέχουν στην μετοχική σύνθεση της ενεργειακής Iberdrola. Τα κράτη αυτά δεν κυβερνώνται ούτε από ηλίθιους, ούτε από νοσταλγούς σοσιαλιστικών καθεστώτων, αλλά από σκληρούς οικονομολόγους πραγματικούς λογιστές που σκέφτονται μόνο το χρήμα, και εργάζονται με βάση το κέρδος μόνον. Τα κράτη αυτά ελέγχουν τους βασικότερους τομείς λειτουργίας και τροφοδοσίας τους, φροντίζοντας έτσι την ομαλή ρύθμιση στις εσωτερικές αγορές τους χωρίς να απαγορεύουν την δραστηριότητα των ανταγωνιστών τους, διατηρώντας θέσεις εργασίας, συνεισφέροντας στην ανεξάρτητη οικονομική πολιτική τους, προσφέροντας ευκαιρίες εξέλιξης σε εγχώριες εταιρίες προμηθευτών και κατασκευαστών, ενισχύοντας ερευνητικά προγράμματα, και φυσικά ενισχύοντας τα κρατικά ταμεία με τα έσοδά τους, κάτι που δεν εξυπακούεται σε τυχόν ιδιωτικοποίηση μιας εταιρίας, η οποία θα είχε την δυνατότητα να καταγράψει τμήμα των κερδών της σε μία από τις αναρίθμητες off shore. Μία χώρα που ιδιωτικοποιεί τους βασικούς τομείς τροφοδότησης και λειτουργίας της είναι σαν να δηλώνει ότι δεν είναι σε θέση να λειτουργήσει. Μία ΔΕΗ με ένα καλό διεθνοποιημένο μάνατζμεντ θα ήταν σε θέση να γίνει η ναυαρχίδα της οικονομίας μας στα Βαλκάνια και στην ευρύτερη περιοχή. Σε συνδυασμό με τα ΕΛΠΕ θα μπορούσαν να σύρουν την Ελλάδα σε μια νέα εποχή εξέλιξης τόσο εν Ελλάδι όσο και στο εξωτερικό.

Η Ελλάδα δεν είναι ΗΠΑ ώστε να διαθέτει πληθώρα επιχειρηματιών με αστείρευτα κεφάλαια και παράδοση αιώνων στην επενδυτική τόλμη, ώστε να αναλάβουν την ανέγερση από μόνοι τους ολόκληρων οικονομικών τομέων από το μηδέν ουσιαστικά. Αυτό δεν το μπορούνε κράτη με πολλαπλάσια οικονομική ισχύ από την ελληνική, όπως η Γερμανία, η Γαλλία, η Ολλανδία, η Σουηδία, και άλλες. Κανένας εγχώριος ιδιώτης δεν είναι σε θέση να αναλάβει μία ΔΕΗ ή τα ΕΛΠΕ από μόνος του και να τα οδηγήσει στο μέλλον. Είναι άλλο πράγμα η ιδιοτικοποίηση τμήματος μιας εταιρίας μέσω χρηματιστηρίου, και άλλο η ολική πώληση σε έναν και μοναδικό αγοραστή, ο οποίος ούτως ή άλλως θα θελήσει να κατοχυρώσει την μονοπωλιακή θέση της εταιρίας προκειμένου να καλύψει την δαπάνη του. Ας μην γελιόμαστε, τέτοιου είδους ιδιωτικοποιήσεις απέτυχαν παταγωδώς, όπως στην Βρετανία με τους σιδηρόδρομους και την ενέργεια για παράδειγμα, και στέρησαν από τα κράτη που πούλησαν την δυνατότητα εξέλιξης εγχώριων τεχνολογικών εταιριών. Ποιοι είναι οι βασικοί προμηθευτές του ΟΤΕ πλέον; Η υποκρισία βλάπτει. Οποιος θέλει οικονομική ανέλιξη, πρέπει να διατηρήσει τους βασικούς πυλώνες ανέπαφους. Ας πάρουμε για παράδειγμα την Γερμανία, όπου όλοι την κατηγορούνε για την προστατευτική πολιτική που ακολουθεί στο πεδίο έμμεσης και παράνομης ενίσχυσης των ενεργοβόρων βιομηχανιών της με χαμηλότερη τιμή ρεύματος, την διαφορά του οποίου μετακυλάει στους καταναλωτές.

Βασικές αδυναμίες και τροχοπέδες στην πορεία ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, νέα πεδία δράσης και δυνατότητες που διαφαίνονται.

Οι βασικές αδυναμίες στην εξέλιξη της ελληνικής οικονομίας είναι αρκετές, τόσο καθαρά ενδημικού χαρακτήρα, όσο και επιβεβλημένων από τις συγκυρίες.

α)έλλειψη τόλμης, ιδεών και νοοτροπίας. Η ελληνική οικονομία διακρίνεται από μία διαχρονική νοοτροπία προστατευτισμού, άμεσα συνδεδεμένου με τον χαρακτήρα του πελατειακού συστήματος που διακρίνει την ελληνική Πολιτεία. Ακόμη περισσότερο όμως μετά τον ΒΠΠ, το κράτος αγκάλιασε έναν συγκεκριμένο αριθμό βιομηχανιών, τις οποίες στήριξε μεν με ιδιαίτερα προστατευτικά μέτρα από τον έξωθεν ανταγωνισμό μέσω δανείων και υψηλών δασμών, δεν φρόντισε όμως να τις ωθήσει να αναπτύξουν δικά τους προγράμματα βελτίωσης των προιόντων τους, ερευνητικών προγραμμάτων πέρα από τον κεντρικό πυρήνα δραστηριοτήτων τους επίσης, κάτι που έκανε η ΝΟΚΙΑ για παράδειγμα στην δεκαετία του 90, δεν τις ώθησε να βρούνε νέες αγορές, επαναπαύθηκαν στην μονιμότητα της απόλυτης κυριαρχίας στην εγχώριο αγορά, με λίγα λόγια δεν τις απογαλάκτισε. Από την άλλη πλευρά, το ελληνικό δημόσιο λειτουργούσε για λίγους και εκλεκτούς, εμποδίζοντας την οικονομική ανέλιξη όλων όσων θα ήθελαν να δοκιμάσουν την δική τους πτήση στον ουρανό της ελεύθερης αγοράς. Ηδη τέλη της δεκαετίας του 40, επιτήδειοι επιχειρηματίες αγόραζαν τα πλοία που απέσυρε το αμερικανικό ναυτικό με εγγύηση του ελληνικού δημοσίου, πράγμα σκανδαλώδες και εγκληματικό!!!! Ετσι γεννήθηκε το εφοπλιστικό κεφάλαιο κατά το μεγαλύτερο μέρος του. Απέμεινε σήμερα μια γενιά επιχειρηματιών που τους λούζει κρύος ιδρώτας η σκέψη να αναπτύξουν ένα δικό τους πρωτοποριακό προιόν, μία γενιά που εκτός από το εμπόριο, τον τομέα των ακινήτων, και τα χρηματοπιστωτικά στην καλύτερη περίπτωση, δεν μπορεί να τολμήσει τίποτα. Η ελληνική οικονομία έπεσε έτσι στην κατηγορία των βοηθητικών οικονομιών, αυτών που ωραιοποιημένα το ονομάζουν τομέα των υπηρεσιών. Δεν παράγει, δεν συμμετέχει.

β) αντιπαραγωγικό εκπαιδευτικό σύστημα. Μία παρωχημένη πλέον νοοτροπία που εμμένει αυτιστικά στην ιδέα της απόκτησης ενός πτυχίου ανωτάτης εκπαίδευσης προκειμένου να εξασφαλιστεί μία θέση εργασίας με προοπτικές εξέλιξης. Στις περισσότερες περιπτώσεις χιλιάδες νέοι κάθε χρόνο βρίσκονται με κάποιο πτυχίο θεωρητικής σχολής στο χέρι και κανένα σημείο στον επαγγελματικό ορίζοντα. Μία νοοτροπία που το μόνο που κάνει είναι να δημιουργεί ασφυκτικές πιέσεις σε κάθε κυβέρνηση για διορισμό ημετέρων που δεν έχουν καμία άλλη προοπτική εργασίας. Ακριβώς σε αυτό το περιβάλλον έχει συγχρονιστεί και ολόκληρο το εκπαιδευτικό μας σύστημα, επιβάλλοντας έτσι την κυριαρχία της αποστήθισης γνώσεων και ελάχιστα ασχολούμενο με την εφαρμογή των διδασκομένων. Κατά αυτό τον τρόπο οι μαθητές  δεν μαθαίνουν να λαμβάνουν μόνοι τους την πρωτοβουλία, οι εργασίες δίνονται για το σπίτι, όπου τις αναλαμβάνουν οι γονείς και θείοι, βαθμοί δίνονται σύμφωνα με την πατροπαράδοτη ελληνική πληθωριστική τακτική, και τελικός στόχος γίνεται η προετοιμασία για τις πανελλήνιες. Διαλύεται λοιπόν κάθε πιθανότητα να δημιουργηθεί μία νέα γενιά που θα φέρει ένα νέο καινοτόμο πνεύμα στην ελληνική οικονομία. Η νοοτροπία που αναφέραμε ως πρώτο παράγοντα καχεξίας της οικονομίας διαιωνίζεται.

γ) έλλειψη ειδικευμένου προσωπικού. Τα πάντα συνδέονται αλυσιδωτά. Η δομή του εκπαιδευτικού μας συστήματος που αποσκοπεί στην προετοιμασία των μαθητών για εισαγωγή στην ανώτατη εκπαίδευση, ωθεί χωρίς διάκριση τους μαθητές στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση αφαιρώντας από την οικονομία την δυνατότητα να βρει γρήγορα ικανό και καταρτισμένο προσωπικό για την παραγωγική διαδικασία. Ετσι ο θεσμός των ΕΠΑΛ έχει υποβαθμιστεί σε σχολεία ανεπίδεκτων και απείθαρχων μαθητών, όπου η λέξη μάθημα αποτελεί ανέκδοτο. Το κράτος δεν προσπάθησε να στηρίξει αυτό τον θεσμό επαρκώς, σε αυτό θα αναφερθώ σε επόμενο άρθρο μου. Η εύρεση καταρτισμένου προσωπικού για την παραγωγική διαδικασία καθίσταται έτσι πολύ δύσκολη, οι απόφοιτοι των ΤΕΙ δεν αρκούν για να λύσουν το πρόβλημα, κι έτσι αδυνατούνε εταιρίες που θέλουνε να εγκαταστήσουνε στην Ελλάδα γραμμές παραγωγής, να βρούνε προσωπικό, με αποτέλεσμα να βρίσκουν σε άλλες χώρες αυτό που ζητάνε. Μην απορεί κανείς γιατί οι μεγαλύτερες αυτοκινητοβιομηχανίες ανοίξανε τα εργοστάσια τους σε Τσεχία, Σλοβακία. Δεν είναι μόνον οι μισθοί, σε αυτές τις χώρες οι μισθοί είναι πλέον ψηλότεροι από της Ελλάδος, είναι ότι υπάρχει μία παράδοση τεχνικών σχολείων που βγάζουν συνεχώς προσωπικό με ικανή κατάρτιση ώστε να προσαρμοστεί στις ανάγκες μιας βιομηχανίας. Αυτός είναι και ο λόγος που ο Ελον Μασκ αποφάσισε να χτίσει το νέο του εργοστάσιο στην Γερμανία, και όχι σε κάποια φθηνή ανατολικοευρωπαική χώρα. Η Ελλάδα δεν διαθέτει λοιπόν αρκετό και ικανό προσωπικό ώστε να έλξει μεγάλες παραγωγικές επενδύσεις, επενδύσεις που θα δημιουργούσαν χιλιάδες θέσεις εργασίας, ελαφρύνοντας έτσι τα κρατικά ταμεία ανεργίας και κοινωνικής πρόνοιας.

δ)αναχρονιστική κρατική νοοτροπία. Εδώ πονάμε περισσότερο από οπουδήποτε αλλού. Πως περιμένουμε να αλλάξει η επιχειρηματική και επενδυτική νοοτροπία στην χώρα, να αλλάξει το εκπαιδευτικό σύστημα και να εναρμονιστεί με τις απαιτήσεις της αγοράς, να δημιουργηθούν προϋποθέσεις δημιουργίας ικανού και ευέλικτου προσωπικού ώστε να έλθουν επενδύσεις στην χώρα, αν το κράτος που διαχειρίζεται το τοπίο όπου όλα αυτά λαμβάνουν μέρος είναι ο μεγάλος ασθενής; Ο ιδιωτικός επιχειρηματικός κόσμος γαλουχήθηκε μέσα σε ένα κράτος που δεν μπορεί να βρει την θέση του μέσα στο οικονομικό γίγνεσθαι. Επί πλέον οι οπαδικού χαρακτήρα τοποθετήσεις αρμόδιων και μη, δημιουργεί ένα πολιτικό κλίμα διπολισμού που κυριαρχεί πίσω από κάθε πολιτική απόφαση που αφορά την οικονομία. Ο πραγματισμός λείπει παντελώς από τον Ελληνα, όπως και η απαραίτητη παιδεία που να του επιτρέπει να σκέφτεται έξω από πολιτικοκομματικά κλισέ, δεν του λείπει όμως ο φανατισμός, ιδιότητα που σε μία απαίδευτη μάζα επιτρέπει την ανάπτυξη ότι πιο τοξικού κλίματος είναι δυνατόν. Οταν η ανάπτυξη ενός κλάδου από το μηδέν επιβάλλει την πρωτοβουλία της κρατικής ανάμιξης ως κύριου μοχλού εκκίνησης, η μισή χώρα μιλάει για σοβιετίες και νοσταλγούς του σοσιαλισμού. Οταν το κράτος επιχειρεί την ανάπτυξη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας ως κινητήριου δύναμης για την εξέλιξη μιας ανοιχτής οικονομίας, η λοιπή μισή Ελλάδα μιλάει για νεοφιλελεύθερα πειράματα που δεν λαμβάνουν υπόψιν τα εργατικά δικαιώματα, τα δικαιώματα του πολίτη, κι όποιου άλλου θα μπορούσε να έχει δικαιώματα. Υπό αυτό το πρίσμα το κράτος κάνει ένα βήμα εμπρός και δύο πίσω. Μία άλλη αρνητική πτυχή της κρατικής νοοτροπίας είναι η ενδοτικότητα προς γνωστούς επιχειρηματίες ή επιχειρηματικούς ομίλους, οι οποίοι διεκδικούν δικαιώματα αποκλειστικότητας στην χώρα, γεγονός που οδηγεί την ελεύθερη οικονομία σε ασφυξία. Τα ρουσφέτια και οι μίζες πάνε και έρχονται σε σημείο που η έννοια μονοπώλιο να γνωρίζει διαστάσεις σοσιαλιστικών καθεστώτων. Σαν να μην έφτανε αυτό, η Ελλάδα είναι μία χώρα όπου για κάθε λεπτομέρεια οικοδομείται ολόκληρο τετράγωνο από νόμους, παραγράφους και κάθε μορφής νομολογία, κάτι που σε γενικές γραμμές ονομάζεται γραφειοκρατία. Πολλές φορές αρμόδιες υπηρεσίες έρχονται σε σύγκρουση μεταξύ τους για ένα ζήτημα εξαιτίας διαφορετικών διατάξεων που σχεδόν η μία αναιρεί την άλλη, ή επεμβαίνουν οι αρμοδιότητες μιας υπηρεσίας στην άλλη. Η κατάσταση θυμίζει ζούγκλα. Χωρίς προώθηση εξ άνωθεν δεν μπορεί να προχωρήσει καμία επένδυση, καμία πρωτοβουλία, πόσο μάλλον να εφαρμοστεί μία ιδέα που ξεκίνησε από μικρότερη εταιρία ή πρόσωπο. Ετσι φτάνουμε στο σημείο να διαμορφώνονται επιχειρηματικοί κύκλοι που πρόσκεινται προς μία κυβέρνηση η οποία οφείλει να προωθεί τα συμφέροντά τους προκειμένου να βρει στήριξη και οικονομική ενίσχυση. Αυτά τα ζήσαμε και θα τα ζούμε μέχρι να χρεοκοπήσουμε για άλλη μια φορά και ίσως να πάψουμε να υπάρχουμε.

ε) μικρή εσωτερική αγορά. Βασική συνισταμένη  για την βιομηχανική και αγροτική παραγωγή κάθε χώρας αποτελεί το μέγεθος της αγοράς που μπορεί να διοχετεύει τα προιόντα της. Τηρουμένων των αναλογιών αναπτύσσονται και οι παραγωγικές διαδικασίες. Για να υπερκεραστούν τα προβλήματα που δημιουργούνται από την στενότητα της εσωτερικής αγοράς, είναι αναγκαιότητα να δημιουργούνται καινοτόμα προιόντα των οποίων η ποιότητα και η αναγκαιότητα απόκτησής τους τα καθιστά ανταγωνιστικά και εκτός χώρας παραγωγής, και τους δημιουργεί αναγνωρισιμότητα. Αυτό το πρόβλημα ουσιαστικά λύθηκε με την δημιουργία της ενιαίας ευρωπαικής αγοράς, αλλά και την σταδιακή κατάργηση των δασμών που δρομολογείται μέσω της διαδικασίας της απελευθέρωσης του παγκόσμιου εμπορίου. Εδώ όμως υπεισέρχεται το πραγματικό πρόβλημα της ελληνικής παραγωγικότητας. Ελάχιστα, αν όχι κανένα βιομηχανικό προιόν δεν διαθέτει επαρκή αναγνωρισιμότητα εκτός συνόρων. Κάτι λίγα αγροτικά προιόντα όπως λάδι και φέτα δεν σώζουν την κατάσταση. Ούτε καν την ελληνική γραβιέρα δεν γνωρίζουν έξω. Η αναγνωρισιμότητα των προιόντων μας περιορίζεται σε 10 εκατομμύρια καταναλωτές. Οι Ελληνες επιχειρηματίες δεν εκμεταλεύθηκαν τις ευκαιρίες που ανοίχθηκαν με την πτώση των κομμουνιστικών καθεστώτων στην ανατολική Ευρώπη να κερδίσουν εκεί μερίδια αγοράς, όταν Γερμανοί, Ιταλοί, Ισπανοί, έκαναν πάρτυ εκεί ακόμα και σε τομείς όπου η Ελλάδα ήταν ανταγωνιστική. Το άνοιγμα των αγορών της ανατολικής Ασίας πέρασε επίσης απαρατήρητο. Ώσπου ήρθε η ώρα να έρθουν ξένοι ανταγωνιστές και να αγοράζουν εγχώριους παραγωγούς, τις περισσότερες φορές για να τους κλείσουν και να μεταφέρουν την παραγωγή σε φθηνότερη χώρα.

Ανάγκη υπέρβασης, προτάσεις για μία ορθολογική οικονομική ανάπτυξη.

α) μεταρυθμίσεις στον λειτουργικό και φορολογικό τομέα. Οπως ήδη αναφέρθηκε το νομικό καθεστώς που διέπει την λειτουργία των επιχειρήσεων στην Ελλάδα δημιουργεί ανυπέρβλητα εμπόδια και κωλύματα. Η ίδια η ίδρυση μιας επιχείρησης είναι έργο για δυνατούς λύτες και καλούς νομικούς. Πολύτιμος χρόνος χάνεται άσκοπα, μίζες φεύγουν από δω κι από κει, έγγραφα και άδειες βολοδέρνουν στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Είναι απαραίτητη μία διοικητική μεταρρύθμιση που να δίνει την δυνατότητα σε επίδοξους επιχειρηματίες να ανοίξουν μια επιχείρηση μέσα στο ελάχιστο χρονικό διάστημα. Μία μονοπρόσωπη στην Γερμανία για παράδειγμα παίρνει άδεια σε 10 λεπτά. Επίσης να αποφεύγονται τα άσκοπα έξοδα για μία επιχείρηση. Τι θα πει να πληρώσει μία επιχείρηση που σταματάει την λειτουργία της για να κλείσει βιβλία;

Η φορολογική μεταρρύθμιση είναι εκ των ουκ άνευ, ώστε να γνωρίζει μια επιχείρηση τι έχει να αντιμετωπίσει, να ξεκαθαρίζει το τοπίο. Το φορολογικό καθεστώς θυμίζει ταξίδι στο άγνωστο, οι συνεχείς αλλαγές του φορολογικού καθεστώτος εμποδίζουν τόσο τους εγχώριους όσο και τους ξένους επιχειρηματίες να επενδύσουν στην Ελλάδα. Πως να κάνει μια επιχείρηση οικονομικό προγραμματισμό σε βάθος χρόνου, όταν οι βασικές φορολογικές παράμετροι αλλάζουν σχεδόν δύο φορές τον χρόνο τα τελευταία χρόνια; Μην ξεχνάμε παράλληλα και το ύψος των φορολογικών υποχρεώσεων μιας επιχείρησης στην Ελλάδα, που κάνει την λειτουργία της σχεδόν αδύνατη. Ενώ η πτώση του συντελεστή φορολόγησης έπεσε με το νέο νομοσχέδιο από το 28 στο 24%, εντούτοις η φορολόγηση 36% για κέρδη από 30.001 έως 40.000€, και 44% για κέρδη άνω των 40.001, μόνο παρότρυνση δεν δίνει σε μία επιχείρηση να συνεχίσει τις εργασίες της εν Ελλάδι. Είναι αλήθεια ότι τα φορολογικά έσοδα είναι το βασικό εισόδημα ενός κράτους, όταν όμως οι φόροι ανεβαίνουν, τότε πολλές επιχειρήσεις εγκαταλείπουν την χώρα, με αποτέλεσμα να μειώνονται τα φορολογικά έσοδα. Κατά την γνώμη μου η χώρα χρειάζεται μία φορολόγηση flat tarif του 15% για επιχειρήσεις που κερδίζουν ως 60.000€ τον χρόνο, και 20% για τις επιχειρήσεις που παρουσιάζουν κέρδη άνω των 60.000€, με την προυπόθεση ο κατώτερος μισθός του προσωπικού να διαμορφώνεται στα 1200€ τον μήνα. Κατά αυτό τον τρόπο οι επιχειρήσεις ελαφρύνονται από φορολογικά βάρη που τους βαραίνουν τα πόδια, από την άλλη δημιουργείται σταδιακά μία μεσαία τάξη σχετικά εύπορων καταναλωτών η οποία μπορεί να τραβήξει την οικονομία προς τα πάνω μέσω της ισχυρότερης αγοραστικής τους δύναμης. Η αύξηση της καταναλωτικής κίνησης θα δημιουργούσε με την σειρά της νέο αριθμό επιχειρήσεων όπως και νέες θέσεις εργασίας, τα οποία θα αύξαναν τις πηγές φορολόγησης του κράτους. Για τις νεοφυείς επιχειρήσεις πρέπει να υπάρχει μία περίοδος χάριτος από φόρους των 3 ετών, ώστε να μπορέσουν να ορθοποδήσουν. Επιτακτικό επίσης θεωρώ την απαλλαγή των ασφαλίστρων που πληρώνει ο εργοδότης για το προσωπικό του για κάθε νεοπροσληφθέντα για τα επόμενα 3 χρόνια. Θα έδινε μία ανάσα στις επιχειρήσεις να προσλάβουν νέο προσωπικό το οποίο επίσης θα εντασσόταν στο καταναλωτικό κοινό.

β) οι νέοι τομείς που ανοίγονται και που πρέπει να στηριχθούν. Η οικονομία όπως την ξέραμε έχει πάψει να υφίσταται. Ενεργοβόροι και πολυπρόσωποι τομείς της βιομηχανίας μετανάστευσαν σε φθηνότερους τόπους προς ευδοκίμησην, τα εργοστάσια αρχίζουν και κλείνουν σταδιακά σε ολόκληρο το δυτικό ημισφαίριο εκτός ελαχίστων ακόμη τομέων. Η εξέλιξη των νέων τεχνολογιών στην αυτοματοποίηση της παραγωγής αλλά και στην ψηφιοποίηση έχει καταστήσει το μοντέλο της εργοστασιακής βιομηχανίας εκτεταμένου τύπου παρωχημένο. Κατά μία όψη αυτό είναι θετικό για την Ελλάδα, και εκεί ακριβώς πρέπει να στοχεύσει η χώρα. Διαθέτει πληθώρα τεχνικά καταρτισμένου επιστημονικού και ερευνητικού δυναμικού, το οποίο μπορεί άριστα να προωθηθεί στις νέες τεχνολογίες που προκύπτουν καθημερινά. Η Ελλάδα δεν χρειάζεται, ούτε και μπορεί να αναπτύξει πλέον δική της βαριά βιομηχανία, μπορεί όμως να επωφεληθεί των νέων τεχνολογιών και να ενισχύσει την έρευνα και ανάπτυξη καινοτόμων και τεχνολογικά ανταγωνιστικών προιόντων μέσω νεοφυών επιχειρήσεων, και δημιουργίας εταιριών νεοβλαστών- spin off  στα πανεπιστημιακά ιδρύματα, τα οποία θα μπορούν να δράσουν και ως αυτόνομες επιχειρήσεις. Η ταχύτατη μετάδοση της πληροφορίας σήμερα  μπορεί να γίνει βάση εφαρμογής προγραμμάτων που θα αναπτύξουν προιόντα που θα μπορούν να παγιώσουν την θέση τους στην παγκόσμια αγορά. Τομείς που πρέπει ΠΑΣΕΙ ΘΥΣΙΑ ΝΑ ΕΝΙΣΧΥΘΟΥΝ, είναι η βιονανοτεχνολογία, νανοτεχνολογία, βιονική, γενετική, μοριακή βιολογία, μοριακή χημεία, ανόργανη χημεία, βιοχημεία, ρομποτική, τηλεματική, κυβερνητική, ενδοκρινολογία. Αυτοί οι τομείς δεν απαιτούν επενδύσεις δισεκατομμυρίων, απαιτούνε όμως ικανό και αρκετό προσωπικό, κάτι στο οποίο η Ελλάδα μπορεί να ανταποκριθεί. Βασική παράμετρος σε αυτό το πεδίο είναι η είσοδος μιας νέας νοοτροπίας που να κάνει αποδεκτές τις νέες ιδέες όσο τρελλές κι αν ακούγονται. Μόνον έτσι μπόρεσαν να πραγματοποιηθούν σχεδόν όλες οι τεχνολογικές καινοτομίες στην ανθρώπινη ιστορία. Σε αυτό το σημείο η συμβολή του κράτους είναι απαραίτητη, διότι κανένας ιδιώτης δεν αναλαμβάνει από μόνος του το ρίσκο τέτοιων επενδύσεων. Είναι αναγκαία η δημιουργία κρατικών funds  με ιδιωτική συμμετοχή επίσης, καθώς και η δημιουργία ομάδος ειδικών, και εννοώ ειδικών επί των κλάδων και όχι διοικητικών υπαλλήλων, η οποία θα αποφασίζει ποιες αιτήσεις πρέπει να τύχουν ισχυρής κρατικής στήριξης. Στην ομάδα αυτή θεωρώ επιτακτικό να τοποθετηθούνε και ειδικοί από το εξωτερικό, όχι Ελληνες του εξωτερικού αλλά ξένοι, οι οποίοι θα είναι σε θέση να μεταφέρουν στην Ελλάδα και μία διαφορετική και περισσότερο θετικιστική νοοτροπία. Η ελληνική επωδός “ δεν είμαστε εμείς για τέτοια” πρέπει να μπει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Στην δημιουργία των νέων επιχειρήσεων που θα προκύψουν, το κράτος θα συμμετέχει μετοχικά, κερδίζοντας έτσι πίσω τα χρήματα που έδωσε, έχοντας όμως παράλληλα και ένα συμπληρωματικό έσοδο.

γ) εναρμόνιση του εκπαιδευτικού μας συστήματος στις ανάγκες της αγοράς. Το εκπαιδευτικό σύστημα μιας χώρας δύο κύριους στόχους πρέπει να έχει. Δημιουργία ενός υπεύθυνου πολίτη, και προετοιμασία του μαθητή για την είσοδό του στην αγορά εργασίας. Η είσοδος στα σχολικά μαθήματα των μαθημάτων οικονομίας και ηλεκτρονικών υπολογιστών ήταν μία πολύ σωστή κίνηση προς αυτή την κατεύθυνση. Δυστυχώς η νοοτροπία που ήδη προαναφέραμε στην αρχή, δημιουργεί μία υπερπληθώρα νομικών, φιλολόγων, ιστορικών, διεθνολόγων, και ένα σωρό άλλων -λόγων, που επιβαρύνουν με ανειδίκευτο προσωπικό την αγορά εργασίας. Οι μεταρρυθμίσεις που πρέπει να γίνουν είναι οι εξής: α) κατεύθυνση ήδη από την πρώτη Λυκείου και σε έναν τομέα που συνδέεται με την παραγωγή και την οικονομία άμεσα, ανεξάρτητα από την τελική πανεπιστημιακή κατεύθυνση που θα ακολουθήσει ο μαθητής. Κάποια πρώτη εξειδίκευση στους υπολογιστές, στα χημικά εργαστήρια, στον νοσηλευτικό τομέα, στην χημεία τροφίμων, ή στον χρηματοπιστωτικό τομέα, θα ήταν πρώτα βασικά και ουσιώδη εφόδια ώστε ο μαθητής να έχει και δεύτερη επιλογή στην επαγγελματική του σταδιοδρομία.

 β) ριζική αναμόρφωση των ΕΠΑΛ. Οπως λειτουργούν σήμερα τα ΕΠΑΛ, τα κυριότερα εφόδια που μπορεί να αποκομίσει ο μαθητής σε κάποια από αυτά είναι τα ελαφρά ναρκωτικά στην καλύτερη περίπτωση, βασικές αρχές διάρρηξης με αντικλείδι, κατεύθυνση μπράβου, μαστρωπού, ή ολοκληρωμένου ηλίθιου, αν και σε αυτό το τελευταίο τα ΕΠΑΛ συναγωνίζονται επάξια με τα Λύκεια. Τα ΕΠΑΛ πρέπει να αναμορφωθούν πλήρως. Οποιος δεν μπορεί να παρακολουθήσει να εγκαταλείπει το σχολείο προκειμένου να μην παρασύρει και το σύνολο μαζί του. Τα ΕΠΑΛ σκοπό έχουν να ετοιμάσουν καθαρά προσωπικό για την παραγωγή. Είναι ανούσιο λοιπόν να παρακολουθούν 4 βδομάδες τον μήνα μαθήματα σε θεωρητικό επίπεδο. Δεν τα χρειάζονται. Ο μαθητής θα πρέπει να παρακολουθεί στην Πρώτη τάξη 3 βδομάδες μαθήματα στο σχολείο, και μία βδομάδα να εργάζεται σε μία επιχείρηση κατεύθυνσης που θα επιλέξει ο ίδιος. Ετσι θα αποκτήσει άμεση επαφή με το αντικείμενο που τον ενδιαφέρει και θα αποκρυσταλλώσει τις τελικές επιλογές του. Στην Δεύτερη τάξη θα παρακολουθεί 2 εβδομάδες τα μαθήματα στο σχολείο, και 2 εβδομάδες θα βρίσκεται στην εργασία που επέλεξε ο ίδιος. Το ίδιο και στην Τρίτη τάξη, ενώ το 50% της βαθμολόγησής του στις Πανελλήνιες των ΕΠΑΛ θα αποτελείται από την αξιολόγησή του στην επιχείρηση όπου εργάστηκε ή σε παρόμοια και η εξεταστική επιτροπή θα αποτελείται από ομάδα ειδικών του τομέα αυτού. Επιτέλους κάποτε πρέπει να απελευθερωθούμε από την τυρανία της θεωρίας σε αυτή την χώρα.

γ) Σε πανεπιστημιακό επίπεδο επιβάλλεται η δυνατότητα αν όχι η υποχρέωση των φοιτητών να επιλέξουν και σπουδές επιλογής ανάλογο με το αγγλοσαξωνικό minor subject, ή το γερμανικό Nebenfach. Ο περιορισμός των επιλογών του φοιτητή μόνον σε ένα αντικείμενο, ειδικά ένα αντικείμενο που ελάχιστες προοπτικές για την αγορά εργασίας του δίνει, είναι επιβλαβές και για αυτόν, αλλά και για το κράτος. Ο φοιτητής πρέπει να έχει και μια δεύτερη επιλογή, η οποία να του ανοίγει περισσότερους δρόμους και κατευθύνσεις στην επαγγελματική του σταδιοδρομία. Είναι ηλίθιο να αναγκάζεται για παράδειγμα ένας φοιτητής να σπουδάζει διεθνολογία, και να μην μπορεί παράλληλα να σπουδάσει σε επίπεδο πτυχίου σλαβικές γλώσσες, Σινολογία, ή Ιστορία πχ, αλλά ακόμη και κάτι εντελώς διαφορετικό, όπως χημεία για παράδειγμα ή οικονομικά. Η απόκτηση περισσότερων γνώσεων αυξάνει και τον βαθμό ευελιξίας των αποφοίτων αργότερα.

δ) άνοιγμα σε νέες αγορές. Τα προιόντα που αυτή την στιγμή εξάγει η χώρα προσφέρονται και από άλλους ανταγωνιστές σε καλύτερη τιμή, η γκάμα των ελληνικών εξαγώγιμων προιόντων είναι πολύ μικρή, η αγορά της ΕΕ απαιτητική σε επίπεδο τιμών και κορεσμένη. Η χώρα πρέπει να αναπτύξει νέους κλάδους που θα παρέχουν νέα καινοτόμα προιόντα, αλλά και να βρει νέες αγορές που να μπορεί να διοχετεύσει τα ήδη υπάρχοντα. Οι Ελληνες επιχειρηματίες που μακράν απέχουν από το να τους αποκαλεί κανείς επιχειρηματίες σύμφωνα με τα διεθνή δεδομένα που διέπουν έναν επιχειρηματία, επαναπαύθηκαν στην ευδαιμονία των 90ς και 00ς όταν η Ελλάδα ζούσε από τα έτοιμα και τάιζε με υψηλούς μισθούς τον δημόσιο τομέα χωρίς να παράγει, αλλά ξέροντας να καταναλώνει. Δεν έψαξαν να ανοίξουν νέες αγορές, δεν κατάλαβαν ότι ο ανταγωνισμός είναι τρομερός, ότι οι τιμές που έθεταν σε επίπεδο ελληνικής αγοράς ήταν ανεπίτρεπτες, ότι κάποτε αυτό θα τελείωνε. Βασίζονταν σε προσωπικές φιλίες, γεύματα εργασίας, πωλητές, και άλλα τέτοια παρωχημένα. Χώρες όπως η Κίνα, Ιαπωνία, Ινδία, Βραζιλία, Μεξικό, ήταν απλές γεωγραφικές έννοιες. Μόλις το 2018 η Ελλάδα ήρθε σε συννενόηση με την βραζιλιάνικη κυβέρνηση για πιστοποίηση προιόντων με την βραζιλιανική σφραγίδα ΜΑΡΑ όπως απαιτείται για είσοδο σε μία αγορά 220 εκατομμυρίων!!! Εδώ χρειάζεται αν όχι απαιτείται η συνεργασία κράτους και ιδιωτικών φορέων. Απαιτείται μία σειρά από Road Shows ελληνικών εταιριών και προιόντων σε μία σειρά από ανερχόμενες αγορές, επιδότηση διαφημίσεων ελληνικών προιόντων στις τοπικές τηλεοράσεις και ΜΜΕ, εκθέσεις, παρουσιάσεις, συμμετοχές σε εκθέσεις διεθνούς ακτινοβολίας. Πολλές επιχειρήσεις παράγουν εξαίρετα προιόντα, αλλά δεν έχουν την οικονομική επιφάνεια για επέκταση στο εξωτερικό. Εδώ πρέπει να συνδράμει το κράτος, ακριβώς όπως κάνουνε Κίνα και Τουρκία με απόλυτη επιτυχία. Είναι ανάγκη για αυτό τον σκοπό να οργανωθεί μία ομάδα εμπειρογνομώνων από τα αρμόδια υπουργεία οικονομικών, έρευνας και τεχνολογίας, ανάπτυξης, και εμπορίου, ομάδα η οποία θα αποτελείται από εμπειρογνώμονες και μάνατζερ Ελληνες και ξένους, και από μία ομάδα εργασίας που θα οργανωθεί από τον ΣΕΒ και άλλους φορείς του ιδιωτικού κεφαλαίου της χώρας, οι οποίοι ξέρουν τις ανάγκες τους, και μπορούν να μεταφέρουν την εμπειρία τους. Για καλύτερη κατανόηση των αγορών αυτών, επιτάσσεται η ίδρυση κέντρων μελετών για αυτές τις χώρες, και ίδρυση πολιτιστικών κέντρων και τοπικών ελληνικών συμφερόντων επιμελητηρίων, προκειμένου να φέρουνε πιο κοντά την Ελλάδα και τα προιόντα της στους εγχώριους καταναλωτές, αλλά και να δημιουργηθούνε ομάδες οι οποίες θα μπορούνε να καταστούνε γέφυρα προσέγγισης με αυτές τις χώρες.

ε) διεύρυνση της εγχώριας αγοράς. Ενα πολύ μεγάλο στοίχημα. Με την κρίση του 09 η καταναλωτική δύναμη της χώρας σχεδόν συνεθλίβη. Η αγορά στέρεψε από ρευστό, και οι Εληνες παραγωγοί κατάλαβαν τι σημαίνει να μην ξέρεις που να πουλήσεις και τι. Αλλο ένα ολέθριο λάθος που διέπραξε η δήθεν επιχειρηματική ελίτ της Ελλάδος, είναι ότι παραμέλησε, να πω καλύτερα περιφρόνησε την τοπική αγορά των Βαλκανίων, μιας αγοράς πολύ κοντά μας, και με καταναλωτικές συνήθειες που πλησιάζουν των ελληνικών. Αντί να προωθήσει συστηματικά ότι παρήγε και να εναρμονίσει τις τοπικές αγορές στο ελληνικό οικονομικό σύστημα, μετέφερε απλά μονάδες παραγωγής σε αυτές τις χώρες λόγω χαμηλών μισθών, επ αυτού να πω ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις έχουν την χειρότερη φήμη ως εργοδότη σε αυτές τις χώρες, τακτική που την κληροδότησαν από την Ελλάδα, αφαιρώντας έτσι το πλεονέκτημα που θα αποκτούσαν από μία αύξηση της εγχώριας καταναλωτικής δύναμης. Συνέβαινε το απίστευτο γεγονός να παράγουν αποκλειστικά για την ελληνική αγορά σε χώρες των Βαλκανίων, λες και η εγχώρια αγορά ήταν αστείρευτη, και δεν μειωνόταν με την μεταφορά θέσεων εργασίας στο εξωτερικό. Ενας φαύλος κύκλος από ανθρώπους όπου ο όρος μελλοντική προοπτική ανήκει στην σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας. Τι έπρεπε να κάνουμε; Οτι κάνει η Τουρκία. Συνδυασμός προώθησης προιόντων μέσω διαφήμισης και προπαγάνδας μέσω τηλεόρασης, εκπομπών, ΜΜΕ, σχολείων, εμπορικών κέντρων όπου συμμετέχουν πολλοί Ελληνες επιχειρηματίες σε κοινό χώρο. Αυτά δεν τα έκαναν, ούτε και κάποιος κρατικός φορέας το σκέφτηκε, διότι η επιχειρηματική σκέψη στην Ελλάδα δεν ξεπερνάει τα όρια του καταστήματος στην Ερμού. Πάλι θα έπρεπε να επέμβει το κράτος με επιδότηση έμμεση ή μη, να ενισχυθούνε επιχειρηματικές πρωτοβουλίες στην περιοχή σε συννενόηση με επιχειρηματικούς φορείς. Η περιοχή πρέπει να καταστεί μία οιωνεί ελληνική εσωτερική αγορά.  Να δρομολογηθεί ίδρυση τηλεοπτικών καναλιών στις χώρες αυτές, τελευταία το ΑΝΤΕΝΝΑ έκρουσε πρύμαν και αποχωρεί από την περιοχή ενώ οι Τούρκοι ξεκίνησαν την στενή πολιορκία.

Η Ελλάδα πρέπει να πάει ένα βήμα παραπέρα και να αναλάβει την αποκλειστική οικονομική ηγεμονία στην περιοχή, πρωτοστατώντας στην δημιουργία ενός διαβαλκανικού χρηματιστηρίου με έδρα στην Θεσσαλονίκη, όπου θα εκπροσωπούνται οι ισχυρότεροι επιχειρηματικοί όμιλοι από όλες τις χώρες της περιοχής. Η Ελλάδα χωρίς την βαλκανική ενδοχώρα παύει να αποτελεί κάποιον αυτόνομο παράγοντα, η σημασία της ως στρατηγικού εταίρου συρρικνώνεται σε μηδενική βάση. Είναι η περιοχή όπου σχεδόν όλο το φάσμα των ελληνικών επιχειρήσεων μπορεί να δραστηριοποιηθεί με επιτυχία και με λιγότερο ανταγωνισμό.  Ο επιχειρηματικός κόσμος των Βαλκανίων ασφυκτιά από την έλλειψη ρευστού, με αποτέλεσμα να γίνονται οι βαλκανικές επιχειρήσεις αντικείμενο επιθετικών εξαγορών. Ο τραπεζικός κλάδος επίσης της περιοχής βρίσκεται στα χέρια ξένων κεφαλαίων με αποτέλεσμα πολλές πρωτοβουλίες για την εγχώρια ανάπτυξη να εξαρτώνται από ξένα κέντρα λήψης αποφάσεων. Το χρηματιστήριο φαντάζει ως ο καταλληλότερος τρόπος άντλησης κεφαλαίων. Ετσι οι επιχειρήσεις ελέγχουν πόσο ποσοστό τους και που θα δοθεί. Λαμβάνοντας υπόψιν την έλλειψη τεχνικών υποδομών και προσωπικού για την λειτουργία σύγχρονων και απαιτητικών χρηματιστηρίων, όπως και την μόνιμη έλλειψη ρευστότητας, η Ελλάδα θα μπορούσε να προωθήσει την δημιουργία ενός διαβαλκανικού χρηματιστηρίου το οποίο θα λειτουργούσε παράλληλα με τα επί μέρους εθνικά χρηματιστήρια, και θα παρουσίαζε μία κοινή πλατφόρμα επιλεγμένων επιχειρήσεων από όλες τις χώρες της περιοχής. Η επιλογή αυτή θα γίνονταν με καθαρά οικονομικά κριτήρια, και για να αποφευχθούν τυχόν κερδοσκοπίες οι οποίες θα έκαναν το χρηματιστήριο να χάσει σε αξιοπιστία, θα επιβάλλονταν αυστηροί κανονισμοί εξ αρχής, ξεκινώντας από την απαγόρευση του σορταρίσματος.

Σαν επίλογος πιστεύω ότι η Ελλάδα πρέπει να αρχίσει να ξεπερνάει κόμπλεξ κατωτερότητας που διέπουν την νοοτροπία της, να τολμήσει να κάνει την υπέρβαση. Σκέψεις όπως, “δεν είναι αυτά για μας” και “δεν μπορούμε να φτάσουμε εμείς σε αυτά τα επίπεδα” πρέπει να εξαφανιστούν από την ελλαδική καθημερινότητα διά παντός. Αν δεν τολμήσεις θα χαθείς σε έναν κόσμο που γίνεται ακόμη πιο ανελέητος μέρα με την μέρα.

Facebook Comments