Το παρασκήνιο της αποχώρησης του «Dr. No» της ΕΚΤ και τι σημαίνει για την Ελλάδα
Η αποχώρηση του Γενς Βάιντμαν από το «τιμόνι» της Bundesbank και το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δημιουργεί νέα δεδομένα
Η αποχώρηση του Γενς Βάιντμαν από το «τιμόνι» της Bundesbank και το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δημιουργεί νέα δεδομένα
Η αποχώρηση του Γενς Βάιντμαν από το «τιμόνι» της Bundesbank και το Διοικητικό Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δημιουργεί νέα δεδομένα για την νομισματική πολιτική στην Ευρώπη αλλά και για την Ελλάδα, καθώς έρχεται σε μία πολύ κρίσιμη συγκυρία όπου αποφασίζεται η μετά το PEPP εποχή της ποσοτικής χαλάρωσης και αξιολογείται το κατά πόσο θα μπορεί να συμμετέχει σε αυτήν η χώρας μας. Επίσης δημιουργεί και ένα ερώτημα σχετικά με τις προθέσεις του Γερμανού, καθώς είναι πολύ νέος για να… συνταξιοδοτηθεί και πολλοί εκτιμούν πως μπορεί και να αποκτήσει πρωταγωνιστικό ρόλο στη νέα πολιτική σκηνή της Γερμανίας.
Σε ότι αφορά την ΕΚΤ, είναι σαφές πως το στρατόπεδο των «γερακιών» χάνει μία σημαντική «φωνή» του και ίσως και τον αρχηγό του. Πολλά ονόματα έχουν ήδη πέσει στο «τραπέζι« σε ότι αφορά τον διάδοχο του Βάιντμαν. Μεταξύ αυτών είναι το μέλος της ΕΚΤ, Ίζαμπελ Σνάμπελ, η αντιπρόεδρος της Bundesbank, Κλαούντια Μπουχ, ο επικεφαλής οικονομολόγος της Bundesbank Γενς Ούλμπριχ, o επικεφαλής του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών Μάρτσελ Φράτσερ, o οικονομολόγος του Πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης Φόλκερ Βίλαντ, και ο Γερμανός υφυπουργός οικονομικών Γιόργκ Κούκις.
Σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις το «αντίο» του Βάιντμαν αμέσως μετά τη συνεδρίαση της ΕΚΤ τον Δεκέμβριο, μπορεί να ειπωθεί με… θόρυβο, αφήνοντας το στίγμα του. Άλλωστε όπως ανέφεραν πηγές της ΕΚΤ στο Reuters, η αφορμή για την απόφασή του αυτή Ιούλιο, όταν η ΕΚΤ δεσμεύτηκε να διατηρήσει τα επιτόκια χαμηλά μέχρι ο πληθωρισμός σταθεροποιηθεί στο στόχο του 2% παρά την αντίθεση του Γερμανού. Όπως ανέφεραν, το «στιλ» που είχε η Λαγκάρντ τότε αλλά σε άλλες συνεδριάσεις όταν τα μέλη εκφράζουν την αντίθεσή τους στις προτάσεις που υποβάλλει ο Φίλιπ Λέιν, είναι χαρακτηριστικό: «Επεμβαίνει και λέει “το αντέχεις, είμαστε μαζί σε αυτό το καράβι, χρειαζόμαστε συναίνεση”». Και πρόσθεσαν: «Απλώς βάζει κάποιον στο στόχαστρο επί τόπου και συνεχίζει την πίεση μέχρι οι περισσότεροι υποχωρήσουν».
Αν και η Bundesbank εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να είναι από τις πιο συντηρητικές ή και αυστηρές κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης, ο διάδοχος του Βάιντμαν θα είναι σίγουρα περισσότερο φιλοευρωπαϊκός και λιγότερο «επιθετικός» σύμφωνα με τους αναλυτές. Αυτό μπορεί να διευκολύνει το Δ.Σ να συμφωνήσει στη διατήρηση της ποσοτικής χαλάρωσης για μεγάλο διάστημα ακόμη, προκειμένου να συμβάλει στον περιορισμό των κινδύνων «κατακερματισμού». Όπως σημειώνει η Societe Generale, ενώ ο Βάιντμαν είναι πιθανό να καταψηφίσει την μεγαλύτερη ευελιξία του QE ή τη δημιουργία ενός ειδικού φακέλου για την καταπολέμηση των στρεβλώσεων της χρηματοπιστωτικής αγοράς, η «έξοδός» του δεν θα έχει ουσιαστικό αντίκτυπο στις αποφάσεις της ΕΚΤ τον Δεκέμβριο, καθώς τα γεράκια είναι μειοψηφία εδώ και πολύ καιρό. Ωστόσο, μεσοπρόθεσμα, μπορεί να συνεπάγεται μια ΕΚΤ περισσότερο στραμμένη σε «ήπιες» πολιτικές.
Ο Βάιντμαν ανακοίνωσε ότι αποχωρεί από τη θέση του προέδρου της Bundesbank μετά από 10 χρόνια, για προσωπικούς λόγους. Μέσω της αποχαιρετιστήριας επιστολής που έστειλε στους υπαλλήλους της Bundesbank, ο Βάιντμαν έστειλε μηνύματα προς την ΕΚΤ, έπειτα και από την πρόσφατη προειδοποίησή του ότι κινδυνεύει να υποτιμήσει τις πληθωριστικές πιέσεις, αλλά και κατά πολλούς «φανέρωσε» ότι η αποχώρησή του σχετίζεται με την σύγκρουση που έχει με την Λαγκάρντ αλλά και την «έξοδο» της Μέρκελ από την πολιτική. Διαμήνυσε ουσιαστικά ότι η ΕΚΤ πρέπει να παραμείνει σε εγρήγορση για τους μελλοντικούς πληθωριστικούς κινδύνους και όχι μόνο να εξετάσει τους αποπληθωριστικούς κινδύνους, ενώ τόνισε πως «μια νομισματική πολιτική προσανατολισμένη στη σταθερότητα θα είναι δυνατή μακροπρόθεσμα μόνο εάν το πλαίσιο της νομισματικής ένωσης διασφαλίσει την ενότητα δράσης και ευθύνης, εάν η νομισματική πολιτική σέβεται την εντολή της και δεν εμπλακεί στον απόηχο της δημοσιονομικής πολιτικής ή των χρηματοπιστωτικών αγορών».
Στην «απογοήτευσή του για την απώλεια επιρροής στη διοίκηση της ΕΚΤ», αποδίδει η γερμανική FAZ, την απόφαση του Γενς Βάιντμαν να παραιτηθεί από την προεδρία της Bundesbank. «Πίσω από την απόφαση του Βάιντμαν είναι πιθανό να υπάρχει μια απογοήτευση για την μακροπρόθεσμη απώλεια επιρροής στη διοίκηση της ΕΚΤ, η οποία, κατά τη γνώμη του, αναπτύσσεται σε λάθος κατεύθυνση όσον αφορά τη νομισματική πολιτική», γράφει η εφημερίδα. Προσθέτει μάλιστα ότι «και στο παρελθόν, ο Βάιντμαν έδειξε ξεκάθαρα ότι ο ακτιβισμός που επιδεικνύει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην κλιματική πολιτική, για παράδειγμα, πηγαίνει πολύ μακριά για ένα ίδρυμα του οποίου η κύρια εντολή είναι να εξασφαλίζει την αξία του χρήματος».
Ο 53χρονος Γερμανός ανέλαβε τα ηνία της Bundesbank στην κορύφωση της κρίσης χρέους της ευρωζώνης, το 2011, αντικαθιστώντας των Άξελ Βέμπερ, ακριβώς τη στιγμή που η ΕΚΤ έπρεπε να αντιμετωπίσει την εκτόξευση των αποδόσεων των ομολόγων. Αποτέλεσε μεγάλο «πονοκέφαλο» για το πρώην επικεφαλής της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, κερδίζοντας το παρατσούκλι του «Dr No», καθώς όταν ο Ντράγκι ανακοίνωσε το περίφημο εργαλείο καταπολέμησης κρίσεων, το πρόγραμμα OMT – το οποίο συνοδεύτηκε από την ιστορική φράση «whatever it takes», ο Βάιντμαν κινήθηκε εναντίον του δικαστικά ενώ στη συνέχεια αποτέλεσε ισχυρό πολέμιο της ποσοτικής χαλάρωσης που ξεκίνησε στις αρχές του 2015.
Ο Βάιντμαν ακόμα και πριν αναλάβει την Bundesbank έπαιξε σημαντικό ρόλο στις αποφάσεις για την χώρα μας καθώς ως επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος της Άγκελα Μέρκελ το 2006-2011, την έπεισε να… στείλει την Ελλάδα στο ΔΝΤ.
Τραπεζικές πηγές αναφέρουν ότι η αποχώρηση Βάιντμαν είναι πιθανό να αποτελέσει θετική εξέλιξη για την Ελλάδα δεδομένης και της διαφωνίας που έχει εκφράσει πολλές φορές το τελευταίο διάστημα σχετικά με την έκταση των μέτρων τόνωσης της ΕΚΤ και έτσι ανοίγει πιθανώς την πόρτα για ενίσχυση της πλειοψηφίας των «περιστεριών». Η συνεδρίαση της ΕΚΤ τον Δεκέμβριο αποκτά συνεπώς ιδιαίτερο ενδιαφέρον σε ότι αφορά τις αποφάσεις για το πρόγραμμα APP, το κλασσικό QE δηλαδή, και τις πιθανές ευελιξίες που θα έχει μετά το τέλος του PEPP, συμπεριλαμβανομένης και της συμμετοχής της Ελλάδας. Ακόμα πιο θετικό είναι εάν οι αποφάσεις για την Ελλάδα αναβληθούν για τον Ιανουάριο όπου ο Βάιντμαν δεν θα είναι πλέον «παρόν».
Facebook Comments