Οι αναμετρήσεις το βράδυ της Τρίτης, κράτησαν ζωντανό το ενδιαφέρον της πρόκρισης μέχρι και το τελευταίο δευτερόλεπτο. Και η εξήγηση είναι απλή, η κατάργηση του εκτός έδρας γκολ 56 χρόνια μετά την εφαρμογή του και τα αποτελέσματα είναι ορατά στην πιο κρίσιμη στιγμή της σεζόν.

Όταν τον περασμένο Ιούνιο, η ΟΥΕΦΑ έκανε γνωστή την απόφασή της, η πλειοψηφία των ποδοσφαιρόφιλων αντέδρασε, με το σκεπτικό ότι χάνεται η «μαγεία» του αθλήματος και μαζί οι συγκλονιστικές μονομαχίες. Να υπενθυμίσω, ότι το ίδιο είχε συμβεί και με την είσοδο του VAR.

Όσο αφορά το τελευταίο, που έφερε τεράστια επανάσταση στο χώρο του ποδοσφαίρου, βλέπουμε ότι έχει καταρρίψει τις αρχικές ενστάσεις. Με ελάχιστες εξαιρέσεις που είναι απολύτως φυσιολογικό, στα μόλις 4 χρόνια από τότε που εισήχθη στην Ευρώπη. Η «δικαιοσύνη» αποδίδεται στον απόλυτο βαθμό και πλέον άπαντες, ποδοσφαιριστές, προπονητές, διαιτητές και κυρίως οι φίλαθλοι, έχουν συνηθίσει τη χρήση του.

Να επιστρέψουμε όμως στα προημιτελικά του Τσάμπιονς Λιγκ. Μέχρι και το 79ο λεπτό της αναμέτρησης στο «Μπερναμπέου», η Τσέλσι είχε κάνει την ολική ανατροπή (0-3) σε βάρος της Ρεάλ (1-3 το πρώτο παιχνίδι). Με το νέο κανονισμό το 2-0 της έφτανε για να στείλει την πρόκριση στην παράταση. Τη στιγμή του 3-0, η Ρεάλ ήθελε απλά ένα γκολ για να πάει στο έξτρα ημίωρο και να μην πέσει θύμα ενός επικού αποκλεισμού.

Και που θέλω να καταλήξω; Με τον παλιό κανονισμό, η Τσέλσι απλά θα ταξίδευε στη Μαδρίτη με την ψυχολογία στα τάρταρα και τη μάχη χαμένη προ πολλού. Γιατί; Διότι θα χρειαζόταν τρία γκολ για να προκριθεί. Σύμφωνοι, έχουν γίνει κατά καιρούς ανεπανάληπτες ανατροπές και μπορεί να βρήκε τα τέρματα που χρειαζόταν, με το σκεπτικό όμως ότι τα δύο γκολ θα της αρκούσαν για να μείνει στο «κόλπο». Βρήκε και το τρίτο επειδή ακριβώς έψαξε τα δύο πρώτα. Τη συνεπήρε η προσπάθεια της να επιτεθεί και δικαιώθηκε. Διαφορετικό είναι να «κυνηγάς» δύο και αλλιώς τρία τέρματα.

Βλέπουμε ότι στη διάρκεια ενός τόσο σημαντικού παιχνιδιού, το μυαλό των παικτών δεν «χαλάστηκε» από τις διακυμάνσεις του σκορ. Εξάλλου, όπως και το κοινό, έτσι και οι ποδοσφαιριστές φτιάχνουν ψυχολογία με τα γκολ, παρασύρονται από το ρυθμό των συμπαικτών τους και άρα προσφέρουν θέαμα. Εκεί οφείλονται εν μέρει και τα εννέα γκολ που είδαμε στο ζευγάρι. Πέρα από την ατομική ποιότητα των παικτών και συνολικά των ομάδων.

Ουσιαστικά, η προηγούμενη κατάσταση ευνοούσε το παιχνίδι σκοπιμότητας. Βλέπαμε ομάδες με επιθετικό DNA να αρκούνται σε ένα σκορ, να κλείνονται πίσω από τη μπάλα με την «ασφάλεια» που της προσέφερε ένα ή περισσότερα γκολ που είχε βρει στην έδρα της αντιπάλου. Αυτό πλέον ανήκει στο παρελθόν και ευτυχώς απολαμβάνουμε πιο έντονα από ποτέ τις φετινές ευρωπαϊκές βραδιές.

Facebook Comments