Αν και θεωρούν βέβαιη τη χαμηλότερη ανάπτυξη στην Ελλάδα φέτος αλλά και τον αρκετά υψηλότερο πληθωρισμό διεθνείς οίκοι και επενδυτικές τράπεζες, σε σχέση με τις προβλέψεις που είχαν δώσει πριν την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, ωστόσο δεν αναμένουν εκτροχιασμό της ανάκαμψης αλλά ούτε και της πορείας προς την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας.

Παρά τους τριγμούς που έχουν προκαλέσει οι γεωπολιτικές εξελίξεις και η πιο επιθετική στάση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ωθώντας τις αποδόσεις όλων των ομολόγων σε πολύ υψηλά επίπεδα, σε υψηλά τριετίας ή και τετραετίας για κάποιες χώρες, τα ελληνικά ομόλογα παραμένουν στο ραντάρ των επενδυτών και των αναλυτών καθώς το στοίχημα της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας θεωρείται απόλυτα εφικτό έως το 2023 και αυτό αναμένεται να οδηγήσει σε ένα «κυνήγι ευκαιρίας» τα funds.

Όπως σημείωσε και η DZ Bank σε πρόσφατη έκθεσή της ο στόχος που έχει θέσει η ελληνική κυβέρνηση για την επίτευξη της επενδυτικής βαθμίδας έως το 2023 είναι απόλυτα ρεαλιστικός. Όπως σημείωσε, η χώρα έχει ήδη κάνει πολλά βήματα για την επιστροφή αυτή στην κανονικότητα. Παρά το τρέχον σκηνικό αβεβαιότητας, με την εκτόξευση του πληθωρισμού και τον πόλεμο στην Ουκρανία, η Ελλάδα ανακοίνωσε ένα νέο ορόσημο στη δημοσιονομική της εξυγίανση αποπληρώνοντας πλήρως το χρέος της προς το ΔΝΤ νωρίτερα, ενώ αρχίζει ήδη να αποπληρώνει τα διμερή δάνεια του πρώτου μνημονίου και το καλοκαίρι θα βγει από το καθεστώς της ενισχυμένης εποπτείας. Τα ελληνικά ομόλογα έχουν επομένως «λόγο» για σημαντική συρρίκνωση του spread τους που άλλοι εκδότες δεν έχουν, κατά την DZ Bank, η οποία εκτιμά ότι οι ελληνικοί τίτλοι αναμένεται να υπεραποδώσουν των ιταλικών στο μεσοπρόθεσμο διάστημα.

Και η Citigroup αναμένει συνέχιση της τροχιάς αναβαθμίσεων της Ελλάδας, η οποία θα λειτουργήσει ως καταλύτης για τα ελληνικά ομόλογα, χάρη στις σημαντικές πρόσφατες βελτιώσεις που έχουν σημειωθεί στις μακροοικονομικές προοπτικές της Ελλάδας, με την πλήρη αποπληρωμή των δανείων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείο, της ύπαρξης ενός σταθερού πολιτικού σκηνικού και την αναμενόμενη ισχυρή ανάκαμψη των εσόδων από τον τουρισμό φέτος. Όπως σημειώνει, μία αναβάθμιση θα μπορούσε να είναι ιδιαίτερα υποστηρικτική για τα ελληνικά ομόλογα καθώς μόνο ένα σκαλοπάτι υπολείπεται για την Ελλάδα να φτάσει στο ορόσημο της επενδυτικής βαθμίδας  και να είναι επιλέξιμη για συμμετοχή στο πρόγραμμα αγορών PSPP της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας ακόμα και μετά τη λήξη των συνολικών καθαρών αγορών.

Η JP Morgan αν και παραμένει επιφυλακτική το τρέχον διάστημα λόγω της αβεβαιότητας και της μεταβλητότητας που έχει δημιουργήσει στο μακροοικονομικό τοπίο ο πόλεμος, εμφανίζεται θετική για τα ελληνικά ομόλογα μεσοπρόθεσμα. Πιστεύει ότι η αγορά τιμολογεί με υπερβολικό discount τον αντίκτυπο του τέλους των αγορών ομολόγων από την ΕΚΤ, υπό το πρόγραμμα PEPP, τη στιγμή που η ελληνική αγορά ομολόγων παρουσιάζει σχετικά ισχυρή δραστηριότητα, ενώ το πολιτικό και το χρηματοδοτικό τοπίο της Ελλάδας σε σύγκριση με άλλες χώρες της περιφέρειας είναι επίσης ισχυρό. Σε ό,τι αφορά το spread έναντι της Γερμανίας εκτιμά ότι θα κινηθεί χαμηλότερα το επόμενο διάστημα, και από τις 210 μ.β σήμερα, τον Ιούνιο και το Σεπτέμβριο θα κινηθεί στις 170 μ.β. ενώ θα διαμορφωθεί στις 180 μ.β. από τον Δεκέμβριο του 2022 έως και τον Μάρτιο του 2023.

Σε ότι αφορά τη δανειακή στρατηγική της Ελλάδας, αυτή θα είναι ευέλικτη στο επόμενο διάστημα λόγω και του αβέβαιου σκηνικού, με την έξοδο στις αγορές που πραγματοποιήθηκε τον Ιανουάριο να αποδεικνύεται εξαιρετικά «σοφή». Ο επικεφαλής του ΟΔΔΗΧ δήλωσε πως λόγω του σημερινού ευμετάβλητου περιβάλλοντος στις κεφαλαιαγορές και λόγω της ευνοϊκής δομής του ελληνικού χαρτοφυλακίου χρέους και των υψηλών ταμειακών διαθεσίμων του Ελληνικού Δημοσίου, η δραστηριότητα έκδοσης και διαχείρισης για το 2022 θα είναι ευέλικτη σε όλες τις πτυχές της, τόσο από την άποψη του χρόνου πρόσβασης στις αγορές όσο και ως προς τον όγκο των εκδόσεων, τις διάρκειες, κ.λπ.

Άλλωστε, με πάνω από 35 δισ. ευρώ ταμειακά διαθέσιμα, και με την υπεραπόδοση που σημειώνουν τα μεγέθη της οικονομία, η Ελλάδα δεν έχει κανένα λόγο να βιαστεί να βγει στις αγορές σε συνθήκες έντονης μεταβλητότητας, αβεβαιότητας και αναταραχής που έχει προκαλέσει η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Σε κάθε περίπτωση, μία νέα έκδοση είναι κάτι που αξιολογείται από τον ΟΔΔΗΧ και εάν το επιτρέψουν οι συνθήκες θα επιχειρηθεί σύντομα. Αξίζει να σημειώσουμε πως η Citigroup εκτιμά πως η επόμενη κίνηση της Ελλάδας στις αγορές θα είναι με το άνοιγμα του 30ετούς ομολόγου του 2021, ενώ η JP Morgan εκτιμά πως θα κινηθεί προς ένα 5ετές ή 7ετές ομόλογο.

Παράλληλα, η έκδοση του πρώτου ελληνικού πράσινου ομολόγου παραμένει επίσης στο τραπέζι. Ένας από τους κύριους στόχους για την έκδοση «πράσινων» ομολόγων είναι η επέκταση της βάσης των επενδυτών χωρίς να παραγνωρίζεται η σημασία τους στη βελτίωση της εικόνας του Ελληνικού Δημοσίου καθώς και η δυνατότητα μείωσης του νέου κόστους δανεισμού. Η ενσωμάτωση του «πράσινου» στοιχείου, δεν θα αλλάξει τον πυρήνα της δανειακής στρατηγικής του Ελληνικού Δημοσίου, αλλά αντιθέτως θα είναι συμπληρωματική σε αυτή.

Facebook Comments