Τα στοιχεία που ανακοίνωσε η ελληνική στατιστική υπηρεσία (ΕΛΣΤΑΤ) για την ανάπτυξη το β’ τρίμηνο του 2022 ειναι εξαιρετικά.
Το ποσοστό ανάπτυξης κοντά στο 8% δείχνει ότι η οικονομία της Ελλάδος έχει εκπληκτικούς ρυθμούς, πολύ μεγαλύτερους από ότι η μέση ευρωπαΐκή ανάπτυξη. Η οικονομία, παρά τα τρομερά προβλήματα που έχει επισωρεύσει ο πόλεμος στην Ουκρανία και η πρωτοφανής ενεργειακή κρίση, δείχνει να συνέρχεται. Μετά από μια δεκαετία σκληρών μνημονίων, η οικονομία της πατρίδας μας βρίσκεται και πάλι σε ανοδική τροχιά και οι ενδείξεις για την περαιτέρω πορεία της είναι πολύ αισιόδοξες.
Για πρώτη φορά μετά το 2010, οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα έχουν ξεπεράσει κάθε προηγούμενο ενώ οι εξαγωγές συνεχίζουν την ανοδική τους πορεία. Σε συνδυασμό με την μείωση της ανεργίας, η οποία κοντεύει να πέσει πάλι κάτω από το 10% και την δημιουργία θέσεων απασχόλησης κυρίως τομείς της εστίασης και του τουρισμού, τα στοιχεία καταδεικνύουν οτι γίνεται πολύ σοβαρή δουλειά κι οι προοπτικές είναι καλύτερες από ποτέ στη διάρκεια του 21ου αιώνα.
Όμως αυτό δεν μπορεί να μας κάνουν εφησυχάζουμε. Δυστυχώς η ενεργειακή κρίση και ο πόλεμος με την Ρωσία, τον οποίων εγώ, αλλά και πολλοί άλλοι αναλυτές, παρομοιάζουν με έναν υβριδικό παγκόσμιο πόλεμο, προκαλούν ένα ακατάσχετο κύμα ακρίβειας, το οποίο ουδείς μπορεί να προβλέψει από τώρα πως θα εξελιχθεί και που θα καταλήξει, δημιουργεί φυσιολογικά πολυ μεγάλη ανησυχία. Η Ευρώπη, και κατά συνέπεια και η Ελλάδα, βρίσκονται αντιμέτωπες με έναν πολύ δύσκολο χειμώνα, ο οποίος μπορεί να μην είναι τόσο επικίνδυνος όσο ο χειμώνας του 1942, μέσα στην ναζιστική κατοχή, αλλά είναι σίγουρο ότι θα προκαλέσει πολλά προβλήματα στους έλληνες πολίτες, οι οποίοι υφίστανται εδώ και 10 τουλάχιστον χρόνια τις συνέπειες της χρεοκοπίας του 2010 και των σκληρών μνημονίων.
Μέσα σε αυτό το πρωτοφανές για τα ευρωπαϊκά δεδομένα της μεταπολεμικής περιόδου περιβάλλον, η Ελλάδα πρέπει να καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να προστατέψει τον πληθυσμό της, μέχρις ότου βρεθεί ο τρόπος να ξεπεραστούν η ενεργειακή κρίση και η αστάθεια που προκαλεί παγκοσμίως η αντιπαράθεση Δύσης- Ρωσίας. Η πολιτική της κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη κινείται σε δύο άξονες. Ο πρώτος έχει να κάνει με την στήριξη των πιο ευάλωτων νοικοκυριών και επιχειρήσεων, με την θεσμοθέτηση των επιδομάτων εκείνων που μπορούν να στηρίξουν το εισόδημα τους για όσο χρόνο διατηρείται η αναστάτωση παγκοσμίως. Συγχρόνως με φορολογικές ελαφρύνσεις που προωθεί η κυβέρνηση της ΝΔ εκτιμάται ότι θα ενισχυθεί περαιτέρω η επιχειρηματική δραστηριότητα και θα διατηρηθεί η δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης, κυρίως για τους νεότερους συμπολίτες μας, οι οποίοι πλήττονται περισσότερο από την ανεργία.
Ο δεύτερος άξονας αφορά μια πιο παρεμβατική και διεκδικητική πολιτική έναντι της ευρωπαϊκής ένωσης και των οργάνων της. Ο πρωθυπουργός από την πρώτη στιγμή που προέκυψε η ένταση με την Ρωσία, προβλέποντας την τεράστια αύξηση του φυσικού αερίου και τις επιπτώσεις της στην οικονομία και τον πληθωρισμό, ζήτησε συνολική ευρωπαϊκή αντιμετώπιση. Μολονότι, όπως έγραψε και η έγκυρη εφημερίδα financial times, η Ελλάδα είναι η χώρα με τις μεγαλύτερες επιδοτήσεις στο χώρο του ηλεκτρικού ρεύματος και της ενέργειας, η κυβέρνηση γνωρίζει πολύ καλά ότι η πολιτική αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί επ’ άπειρον διότι δεν υπάρχουν τα δημοσιονομικά περιθώρια. Γι’ αυτό κι η μείωση της τιμής του ρεύματος, που θα συμπαρασύρει προς τα κάτω και όλες τις τιμές των αγαθών των προϊόντων και των υπηρεσιών σε ολόκληρη την Ευρώπη, μπορεί να γίνει μόνο με μια συνολική ευρωπαϊκή πολιτική.
Αποτελεί ευτύχημα ότι έστω και την ύστατη ώρα, η ηγεσία της Ευρώπης, πολύ καθυστερημένα και πολύ διστακτικά η αλήθεια είναι, αποφασίζει να εστερνιστεί την πολιτική πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη και να οδηγήσει σε μια νέα πορεία το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι. Απομένει να δούμε πόσο τολμηρή και πόσο ουσιαστική θα αποβεί αυτή η παρέμβαση, αν και δεν είμαστε εξαιρετικά αισιόδοξοι γι αυτή.
Facebook Comments