Η επιβάρυνση του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου αγαθών, κατά το 2022, από το αντίστοιχο έλλειμμα του ισοζυγίου καυσίμων ανήλθε σε -13,159 δις ευρώ, υπερδιπλάσια της αντίστοιχης επιβάρυνσης του 2021 αλλά και των ετών 2020, 2019.
Προφανώς αυτή η επιβάρυνση οφείλεται στην αύξηση των τιμών των καυσίμων, λόγω των γνωστών αναταραχών μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τον συνεχιζόμενο πόλεμο μέχρι σήμερα. Το παραγόμενο έλλειμμα απαιτείται να χρηματοδοτηθεί και συνεπώς αυξάνει την ανάγκη χρήσης πόρων (αυτόνομων ή δάνειων) για το σκοπό αυτό.
Το βασικό ερώτημα όμως είναι το κατά πόσον αυτή η διευρυμένη επιβάρυνση του ισοζυγίου καυσίμων θα είναι πρόσκαιρη ή θα αποτελέσει μια μονιμότερη κατάσταση. Φυσικά αυτό θα εξαρτηθεί από την εξέλιξη των τιμών των καυσίμων το έτος 2023 αλλά και στο μέλλον.
Η τιμή του φυσικού αερίου είναι ένας εξαιρετικά κρίσιμος δείκτης, αφού διαδραματίζει σημαντικό ρόλο και στον καθορισμό των τιμών ρεύματος στην χονδρική και στη συνέχεια αυτή που πληρώνουν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις.
Η πτώση της τιμής του φυσικού αερίου την τελευταία περίοδο στην Ευρωπαϊκή Ένωση – παρότι εξακολουθεί να είναι σχεδόν τέσσερις φορές υψηλότερη από τις αρχές του 2021- φαίνεται ότι θα είναι συγκυριακή και το 2023 θα έχουμε άνοδο της τιμής του.
Όλες οι αναλύσεις προβλέπουν άνοδο της τιμής του φυσικού αερίου –για τις χώρες της ΕΕ- δεδομένου ότι διαγράφονται κίνδυνοι που προέρχονται τόσο από την πλευρά της ζήτησης όσο και της προσφοράς.
Το πρόβλημα από τη μεριά της ζήτησης προέρχεται από την αναμενόμενη αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας στην Κίνα, ενώ το πρόβλημα της προσφοράς τόσο από το κατά πόσον θα συνεχιστεί η έστω μικρή τροφοδότηση της Ευρώπης με ρωσικό φυσικό αέριο μέσω αγωγών και εκ παραλλήλου πόσο ποσοστό από την επέκταση της παγκόσμιας παραγωγής Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου θα καταλήξει στις Ευρωπαϊκές χώρες και πόσο υψηλή θα είναι η τιμή προμήθειας.
Συνεπώς η ΕΕ το 2023 θα είναι αρκετά εκτεθειμένη σχετικά με τις απαιτούμενες ποσότητες κάτι που εξαρτάται εκτός από την προσφορά, που και αυτή είναι περιορισμένη (υπολογίζεται ότι η παγκόσμια εξαγωγική δυνατότητα για το 2023 θα είναι περίπου 19bcm (εκ των οποίων το 46,0% προέρχεται από την Ρωσία), και από τη ζήτηση που θα διαμορφωθεί από τις οικονομικές δυνάμεις του Ειρηνικού ωκεανού. Συνεπώς αυτό που πρέπει να αναμένουμε πιθανότατα, το 2023, θα είναι αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου που μπορεί να κυμανθεί κατά μέσο όρο από 150-170 ευρώ/MWh.
Σύμφωνα με Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου πρόκειται να φτάσει σε υψηλά επίπεδα το 2023 καθώς η Κίνα άφησε πίσω της τους περιορισμούς της σχετικά με τον Covid-19, σε μια κίνηση που μπορεί να ωθήσει τις τιμές του αργού ανοδικά το δεύτερο εξάμηνο του έτους.
Συγκεκριμένα, στην πρώτη του μηνιαία έκθεση για την παγκόσμια αγορά πετρελαίου για το 2023, ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας (ΙΕΑ) αναφέρει ότι η ζήτηση για αργό πετρέλαιο θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 1,9 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, φτάνοντας συνολικά τα 101,7 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα, ενώ ο εξελισσόμενος αντίκτυπος των δυτικών κυρώσεων στη Ρωσία απειλεί να περιορίσει την προσφορά.
Συνεπώς ο Διεθνής Οργανισμός Ενέργειας θεωρεί ότι οι εξελίξεις στην παγκόσμια αγορά πετρελαίου εξαρτώνται βασικά από τη συμπεριφορά δύο χωρών: της Κίνας από τη μεριά της ζήτησης και της Ρωσίας από τη μεριά της προσφοράς. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας το 2023 θα υπάρξει χαμηλότερη προσφορά του ρωσικού πετρελαίου καθώς και μείωση της προσφορά των χωρών OPEC+ . Σε συνάρτηση με την αναμενόμενη αύξηση της ζήτησης από την Κίνα πιθανότατα θα οδηγήσει σε αύξηση της τιμής του μαύρου χρυσού κατά μέσο όρο, το 2023, γύρω στα 105 δολάρια το βαρέλι. Φυσικά όλα τα παραπάνω υπό την αίρεση των γεωπολιτικών εξελίξεων.
Επομένως και για το 2023 φαίνεται ότι το έλλειμμα του ισοζυγίου καυσίμων θα συνεχίσει να επιβαρύνει το εμπορικό ισοζύγιο περίπου με τον ίδιο τρόπο αυξάνοντας τις ανάγκες αναχρηματοδότησης των ελλειμμάτων της ελληνικής οικονομίας.
Facebook Comments