Η τραγωδία στα Τέμπη αναμφισβήτητα έβαλε το θέμα «πολιτικό σκηνικό» ξανά στις εξίσωση των επενδυτών που κοιτούν την Ελλάδα.
Μέχρι πρόσφατα, αν και η εκλογική διαδικασία – λόγω της αλλαγής του νομού που θα οδηγούσε σε δύο γύρους εκλογών – εκτιμώνταν ότι θα ήταν χρονοβόρος παρατείνοντας κάπως τη στάση αναμονής των χαρτοφυλακίων, ωστόσο η γενικότερη εικόνα ήταν πως η αυτοδυναμία της τρέχουσας κυβέρνησης ήταν πιθανή. Παράλληλα, οι πρόωρες εκλογές τον Απρίλιο μίκραιναν σημαντικά την προεκλογική περίοδο με αποτέλεσμα οι χώρα να επέστρεφε σύντομα στην «κανονικότητα», αυτή της απουσίας των προεκλογικών εκστρατειών. Πλέον οι εκλογές πάνε για αργότερα, η κανονικότητα επίσης πάει για αργότερα, ενώ δεν αποκλείεται πλέον και μία κυβέρνηση συνεργασίας.
Η αγορά ομολόγων ωστόσο δεν δείχνει να φοβάται κάτι. Η εσωτερική πολιτική της Ελλάδας δεν απασχολεί τους επενδυτές όσο αυτή δεν οδηγήσει σε ανατρεπτικά αποτελέσματα όπως αυτά που είχαμε δει το 2015. Με λίγα λόγια, είτε αυτοδύναμη κυβέρνηση είτε κυβέρνηση συνεργασίας, για τις αγορές σημαίνει πως η πολιτική που θα ακολουθηθεί την επομένη ημέρα θα είναι υπέρ τη ανάπτυξης, των επενδύσεων, της αγοράς με το καλό κλίμα έναντι της Ε.Ε να διατηρείται. Δεν υπάρχει κίνδυνος ούτε παρουσία αντιευρωπαϊκών πολιτικών στην επόμενη κυβέρνηση, όπου και αν είναι αυτή.
Αυτό βλέπουν οι αγορές και για αυτό τα ελληνικά ομόλογα συνεχίζουν να κινούνται με ανθεκτικότητα, χωρίς κραδασμούς και βρίσκονται στο ραντάρ των επενδυτών. Αν υπήρχε ο παραμικρός πολιτικός κίνδυνος, τότε το spread θα είχε ξεφύγει, όπως το έχουμε δει να συμβαίνει στο παρελθόν στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες που βρέθηκαν αντιμέτωπες με ριζική αλλαγή του πολίτικου τους σκηνικού προς ένα εχθρικό προς την ανάπτυξη περιβάλλον.
Αντίθετα το ελληνικό spread δεν έχει σχεδόν «κουνηθεί» καθόλου, παραμένει γύρω από τις 180 μ.β, και συνεχίζει να κινείται στα χαμηλότερα επίπεδα από τον Ιούλιο όπου ξεκίνησαν οι αυξήσεις επιτοκίων της ΕΚΤ. Επιπλέον, δεν υπάρχει καμία αλλαγή στην τιμολόγηση της αγοράς περί ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας από την Ελλάδα.
Εκτός από την πορεία του spread, η έλλειψη ανησυχιών για τις προοπτικές στο πολιτικών μέτωπο, αποτυπώνεται και στην πρόσφατη δημοπρασία του ΟΔΔΗΧ εντόκων γραμματίων 52 εβδομάδων. Πολλοί έσπευσαν να φωνάξουν πως το 3,75% όπου διαμορφώθηκε το επιτόκιο στα έντοκα, στέλνει μηνύματα φόβου και ρίσκου και ότι ο κίνδυνος γύρω από την Ελλάδα έχει αυξηθεί. Αυτή την… ρητορική υιοθέτησαν και κάποια ΜΜΕ, με πρωτοσέλιδα τρόμου. Το σοκ και δέος τραβάει τα βλέμματα, πουλάει, θα πει κανείς. Παράλληλα όμως δείχνει και την πλήρη άγνοια περί δυνάμενων και ισορροπιών στις αγορές.
Ας βάλουμε τα πράγματα στο σωστό πλαίσιο.
Ναι, το 3,75% είναι υψηλότερο από το 2,79% που ήταν η απόδοση σε αντίστοιχη δημοπρασία εντόκων ενός έτους τον περασμένο Δεκέμβριο, τη στιγμή που στο όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, πριν ένα περίπου χρόνο, οι αποδόσεις στα ελληνικά έντοκα κινούνταν σε αρνητικό επίπεδο. Ναι, η πρώτη εντύπωση που δίνεται είναι ότι η Ελλάδα δανείζεται ακριβά για ένα μόλις έτος, τη στιγμή που η απόδοση στο ελληνικό 10ετές, για παράδειγμα, είναι μόλις 65 μονάδες βάσης υψηλότερα, στο 4,4%.
Όμως, ξεχνούν κάποιοι να κοιτάξουν και το τι γίνεται στις αγορές διεθνώς και πού, σε σχέση με αυτές βρίσκεται η Ελλάδας, η πραγματική και ευρύτερη εικόνα, ειδικά σε σχέση με το σύνολο της ευρωζώνης, ακυρώνει το… σοκ και δέος.
Πρώτο σημείο που αξίζει να σημειωθεί είναι πως η απόδοση του 3,75% είναι 10 μονάδες βάσης κάτω από το επιτόκιο στη διατραπεζική αγορά (στο 3,85%) και επίσης 20 μονάδες βάσης κάτω από του swap επιτοκίου του ευρώ ενός έτους, το οποίο κινείται στο 3,95%. Επίσης δεν απέχει πολύ, μόλις 40 μ.β, από το επιτόκιο του γερμανικού τίτλου διάρκειας ενός έτους το οποίο διαμορφώνεται στο 3,37%…
Ένα δεύτερο σημείο είναι πως η συμμετοχή των ξένων επενδυτών σε αυτή τη δημοπρασία έφτασε το 61% τη στιγμή που συνήθως στα 12μηνα έντοκα δεν κινούνταν πάνω από το 30-40%, με τις ελληνικές τράπεζες να απορροφούν το μεγαλύτερο μέρος των εκδόσεων. Η σημαντική αυτή ζήτηση αντανακλά το γεγονός ότι η Ελλάδα θεωρείται ένα «ασφαλές στοίχημα» χάρη και στα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα καθώς και στο γεγονός ότι έχει υπερ-αντισταθμίσει τον επιτοκιακό κίνδυνο για τα επόμενα 4-5 χρόνια μέσω των στρατηγικών διαχείρισης χαρτοφυλακίου των τελευταίων ετών από τον ΟΔΔΗΧ.
Ένα τρίτο σημείο είναι πως η σημαντική και ταχεία άνοδος των αποδόσεων των βραχυπρόθεσμων τίτλων αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο και αντανακλά τις προσδοκίες της αγοράς για την πορεία των επιτοκίων και της νομισματικής πολιτικής. Την προηγούμενη εβδομάδα, για παράδειγμα, η απόδοση στο 2ετές γερμανικό ομόλογο, μία διάρκεια που θεωρείται η πιο ευαίσθητη στα επιτόκια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, άγγιξε το 3,385% το υψηλότερο επίπεδο από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση το 2008. To 2ετές ιταλικό ομόλογο βρέθηκε στο 3,87% και στα υψηλότερα επίπεδα από την κρίση χρέους της ευρωζώνης το 2012.
Η αγορά αποτιμά όλο και υψηλότερα επιτόκια, και αυτή τη στιγμή εκτιμά ότι το τελικό επιτόκιο της ΕΚΤ θα διαμορφωθεί πάνω από το 4% φέτος. Ο Γάλλος κεντρικός τραπεζίτης, Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό, δήλωσε ότι ο πληθωρισμός σε ολόκληρη την ευρωζώνη εξακολουθεί να είναι πολύ υψηλός και παραμένει η κορυφαία προτεραιότητα για τη νομισματική πολιτική. Η Κριστίν Λαγκάρντ διαμήνυσε επίσης πως περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων, πέραν του Μαρτίου, είναι πολύ πιθανές ενώ ο Αυστριακός κεντρικός τραπεζίτης Ρόμπερτ Χόλτσμαν τάχθηκε υπέρ τεσσάρων διαδοχικών αυξήσεων των επιτοκίων της ΕΚΤ κατά 50 μ.β τοποθετώντας το τελικό επιτόκιο στο 4,5%.
Εν κατακλείδι, τα ελληνικά ομόλογα δεν εκπέμπουν κανένα σήμα κινδύνου. Αντίθετα, εκπέμπουν σήμα ηρεμίας σε ότι αφορά το εσωτερικό πολιτικό μέτωπο και ακολουθούν απλά την πορεία της αγοράς της ευρωζώνης γιατί δεν θεωρούνται «ειδική» περίπτωση…
Facebook Comments