Το μέτωπο της κατανάλωσης και της πορείας των καταναλωτικών δαπανών εξετάζει η Wood σε νέα ανάλυσή της αποκαλύπτοντας ανησυχητικά στοιχεία για την Ελλάδα τα οποία, όπως προειδοποιεί, πιθανότατα θα οδηγήσουν σε υποβάθμιση των εκτιμήσεών της για την ανάπτυξη φέτος.

Όπως επισημαίνει, όλες οι χώρες της κεντρικής Ευρώπης και η Ελλάδα παρουσιάζουν βελτιώσεις, αλλά ο ρυθμός αυτής της ομαλοποίησης παραμένει, στις περισσότερες περιπτώσεις, περιορισμένος από ένα ακόμη εμφανές χάσμα μεταξύ αυτού που φαίνεται να είναι ένα success story υψηλών πραγματικών μισθών και χαμηλής ανεργίας, και της πραγματικότητας που αποκαλύπτει την περιορισμένη αγοραστική δύναμη και τις συνεχείς ανησυχίες για την κατεύθυνση της οικονομίας, παρά το χαμηλό ποσοστό ανεργίας. “Αυτή η απόκλιση μεταξύ αυτού που “φαίνεται” και αυτού που “είναι” είναι η πιο έντονη στην Ελλάδα”, τονίζει χαρακτηριστικά.

Πιο αναλυτικά, όπως σημειώνει η Wood, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η ΕΛΣΤΑΤ, οι λιανικές πωλήσεις μειώθηκαν κατά 3,8% σε ετήσια βάση τον Φεβρουάριο και κατά 9,8% σε ετήσια βάση. Η ανάλυση δείχνει αδυναμία σε όλες τις κατηγορίες, συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων (μείωση κατά 11% σε ετήσια βάση σε όρους αξίας και -9,8% σε ετήσια βάση σε όρους όγκου) και στα τρόφιμα (-2,6% σε ετήσια βάση σε αξία, -8% σε ετήσια βάση σε όγκο). Αυτά τα αποτελέσματα υπογραμμίζουν ότι η Ελλάδα υστερεί έναντι τόσο της κεντρικής Ευρώπης όσο και της Ευρωζώνης συνολικά όσον αφορά το μοτίβο ανάκαμψης δαπανών, επειδή, σε αυτές τις χώρες, τα τελευταία στοιχεία δείχνουν ότι, για τα απαραίτητα είδη, η ζήτηση έχει ανακάμψει, και, σε ορισμένες χώρες, οι διακριτικές δαπάνες δείχνουν δειλά σημάδια βελτίωσης.

“Η περίπτωση της Ελλάδας είναι περίεργη από πολλές απόψεις”, επισημαίνει η Wood και αναλύει, τις διαφορές και τις προοπτικές.

Πρώτον, όπως τονίζει, η Ελλάδα δημοσιεύει στοιχεία κατανάλωσης έναν μήνα αργότερα από άλλες ευρωπαϊκές χώρες: έτσι, ενώ, για την υπόλοιπη Ευρώπη, τα στοιχεία του Μαρτίου δημοσιεύθηκαν την περασμένη εβδομάδα, στην Ελλάδα, τα τελευταία αποτελέσματα αναφέρονται στον Φεβρουάριο και ένας μήνας σε αυτή τη διαδικασία αναζωογόνησης της κατανάλωσης μπορεί να κάνει μεγάλη διαφορά στην αντίληψη για το πού βρισκόμαστε, ειδικά δεδομένου ότι φέτος το Πάσχα έπεσε σε διαφορετικό μήνα έναντι του 2023 (για τους καθολικούς ήταν τον Μάρτιο, έναντι τον Απρίλιο του 2023 για τους ορθόδοξους, ήταν τον Μάιο αντί για τον Απρίλιο).

Δεύτερον, οι καταναλωτικές έρευνες δείχνουν ότι οι δείκτες εμπιστοσύνης δυσκολεύονται να αυξηθούν από την περασμένη άνοιξη στην Ευρώπη, παρά το γεγονός ότι το ποσοστό ανεργίας παραμένει σταθερό ή πέφτει, και αυτό το παράδοξο είναι πιο έντονο στην Ελλάδα. Οι καταναλωτές αναφέρουν πολύ μικρή βελτίωση στον αντιληπτό πληθωρισμό: αυτό σημαίνει ότι, παρόλο που ο πληθωρισμός στην Ελλάδα ήταν 3,2% σε ετήσια βάση τον Μάρτιο, οι έρευνες δείχνουν ότι τα νοικοκυριά τον αισθάνονται πιθανώς… τριπλάσιο. Τον Απρίλιο, οι καταναλωτές ανέφεραν σημαντική βελτίωση στην κατάσταση της οικονομίας και στις αποταμιεύσεις τους, αλλά μέχρι τον Μάρτιο, οι έρευνες ανέφεραν πολύ μικρή βελτίωση στην οικονομική τους κατάσταση και στην οικονομία συνολικά. Αυτό συμβαίνει παρά τη σταθερή μείωση της ανεργίας και τους ιστορικά χαμηλούς φόβους για μελλοντική ανεργία, τονίζει η Wood.

Τρίτον, όπως επισημαίνει ο οίκος, υπάρχει μεγάλο χάσμα μεταξύ της αντίληψης αυτού που φαίνεται να συμβαίνει και της πραγματικότητας, για τη συντριπτική πλειοψηφία των καταναλωτών. Στην επιφάνεια, η αγορά εργασίας στην Ελλάδα είναι πολύ ισχυρή. Το ποσοστό ανεργίας συνεχίζει να μειώνεται κάθε μήνα, φθάνοντας στο 10,4% τον Μάρτιο, από 28% το 2013. Ο κατώτατος μισθός έχει αυξηθεί σωρευτικά κατά 41,6% από το 2018 και ανέρχεται στα 830 ευρώ/μήνα επί του παρόντος. Ωστόσο, αυτή η προσαρμογή πιθανώς υπερεκτιμά την πραγματική αποζημίωση των ατόμων με τον κατώτατο μισθό, δεδομένου ότι η φοροδιαφυγή των υποχρεώσεων κοινωνικής ασφάλισης παραμένει συχνή. Επιπλέον, οι διαπραγματεύσεις για τις εθνικές συμβάσεις εργασίας τα τελευταία δύο χρόνια αποκαλύπτουν υψηλό βαθμό συμφωνιών χωρίς αυξήσεις μισθών, υπονοώντας ότι οι καταναλωτές χάνουν αγοραστική δύναμη στους μισθούς και τις αποταμιεύσεις τους, που εξακολουθούν να διατηρούνται σε μετρητά πολύ συχνά.

Κούρταλη Ελευθερία

Facebook Comments