Χριστούγεννα ’16 (ένα ποίημα για τη ρόδα)
Δεν θα γυρίσει τελικά ποτέ, εξ ου στην ιστορία και θα μείνει
Δεν θα γυρίσει τελικά ποτέ, εξ ου στην ιστορία και θα μείνει
Δεν θα γυρίσει τελικά ποτέ, εξ ου στην ιστορία και θα μείνει
Η συνταγματική του δήμου ρόδα – τούχει κάτσει στο λαιμό
Κι αναστατώνει την κεντροαριστερή του βλέψη, του Καμίνη.
Αρέσει, δε, οϊμέ, πολύ στα ΜΜΕ το θεματάκι τούτο δω.
Κοντράρει μέχρι την κακοκαιρία – σπεύδουν χιονισμένοι
Ρεπόρτερ απ’την Πάρνηθα στο Σύνταγμα να περιγράψουν
Τί; Ότι επί της πλατείας τίποτε απολύτως δεν συμβαίνει.
Κι αυτό είναι, σου λένε, είδηση, διότι κάτι τέτοια θα ρημάξουν
Εντελώς τη χώρα: Τα ελληνοπρεπώς ανώφελα τα εγχειρήματα,
Που αντανακλούν την εθνική μας δυστοπία, τον μπελά
Να ξεκινάς για κάτι μεγαλόπνοο και από τα πρώτα βήματα
Ασυνεννοησία, δόλος, ατιμία να υπερισχύουν κυνικά.
Λίγο-πολύ, η ρόδα φτιάχνει σκηνικό ιδανικό για εθνικό μοτίβο:
Ταρατατζούμ και λόγια μπόλικα, παχιά και λαμπερές αρχές,
Ως που στο μέσο η απάτη σκάει και στον ντροπιασμένο στίβο
Τρέχουν οι φαύλοι να μπαλώσουν κοροϊδίες με ψευτιές.
Χάνουν, λοιπόν, πολίτες Αθηναίοι τώρα μια περιστροφή,
Την ευκαιρία να ανυψωθούν σ’επίπεδο ίσο κοινοβουλίου,
Να θυμηθούν τους αγανακτισμένους, τα σουβλάκια, την οσμή,
Τον κανιβαλισμό και το κουτόχορτο ενός ενόχου Ιουλίου.
Έχουμε τη δεινή δεξιότητα, να κάνουμε μεγάλο το μικρό
Όσο χάφτουμε αμάσητα τα αναπαυτικά μας παραμύθια
Και διατρέχουμε κίνδυνο γιορτινό, Χριστούγεννα καιρό,
Να φαγωθούμε αντί γαλοπούλας τελικά εμείς ως κουτορνίθια.
Facebook Comments