Σημαντικά ήταν τα ευρήματα και της φετινής, τρίτης συνεχόμενης υποβρύχιας ανασκαφής στο Ναυάγιο των Αντικυθήρων, αφού εντοπίστηκαν, με τη βοήθεια τηλεκατευθυνόμενου βαθυσκάφους, τμήματα χάλκινων αγαλμάτων και ξύλινο κομμάτι του πλοίου.

Οι δύτες ανέλκυσαν εξαρτήματα από το ίδιο το πλοίο όπως κομμάτια μολύβδινων σωλήνων. Επιπλέον ανελκύστηκε τμήμα χάλκινου αγάλματος με πτυχώσεις ενδύματος και έναν χάλκινο δεξί χέρι από τον ώμο μέχρι τα δάκτυλα. 

Το ξύλινο τμήμα από το πλοίο, αναμένεται να βοηθήσει τους αρχαιολόγους να διαφωτίσουν τις συνθήκες κάτω από τις οποίες έγινε το ναυάγιο, σε συνδυασμό και με τα δεδομένα από την πρώτη ανέλκυση του ναυγίου από σφουγγαράδες τον Οκτώβριο του 1900. 

Το πλοίο είχε τότε ανακαλυφθεί από τους αλιείς σφουγγαριών, στην βραχώδη «Άκρα Βλυχάδας» όταν μία σφοδρή καταιγίδα τους ανάγκασε να αναζητήσουν καταφύγιο στο σημείο.

Το σπογγαλιευτικό τους επέστρεφε από την Αφρική και, όντας προφυλαγμένοι στο σημείο, οι αλιείες αποφάσισαν να κατέβουν στο βυθό. 

Ήταν μία εποχή που οι δύτες φορούσαν ακόμα την κλασική καταδυτική στολή από καμβά και ορειχάλκινο κράνος, που τους επέτρεπε να παραμένουν περισσότερο στον βυθό. 

Ο πρώτος που εντόπισε το ναυάγιο, περίπου 19 αιώνες μετά τη βύθιση του περίπου στα 75 π.Χ , ήταν ο δύτης Ηλίας Σταδιάτης που ζήτησε με σήμα να αναδυθεί. Όταν είπε στους υπόλοιπους τι είχε δει, ο επικεφαλής των σπογγαλιέων αποφάσισε να καταδυθεί ο ίδιος για να ελέγξει το ναυάγιο.

Λίγο αργότερα επέστρεψε στην επιφάνεια με το χέρι ενός μπρούντζινου αγάλματος. 

Αφού κόπασε η καταιγίδα οι αλιείες καταδύθηκαν εκ του ασφαλούς και περισυνέλεξαν όσα περισσότερα ευρήματα μπορούσαν. 


Ο μηχανισμός των Αντικυθήρων

Οι επιχειρήσεις συνεχίστηκαν και το επόμενο έτος με τη συνδρομή του βασιλικού πολεμικού ναυτικού, όπου ανακαλύφθηκαν ο περίφημος μηχανισμός των Αντικυθήρων (ο παλαιότερος αναλογικός υπολογιστής), ο «Έφηβος των Αντικυθήρων», μαρμάρινα γλυπτά, νομίσματα και οξυπύθμενοι αμφορείς. 

Το βυθισμένο πλοίο ήταν μία ρωμαϊκή ορκάς, βαρύ εμπορικό ιστιοφόρο, εκτοπίσματος περίπου 300 τόνων. Ο θάνατος ενός δύτη και η παράλυση άλλων από τη νόσο των δυτών, έβαλε τέρμα στις επιχειρήσεις, το 1901 και μόλις το 1976, η αποστολή του Ζακ Υβ Κουστώ, έφερε στο φως νέα ευρήματα. 

Όπως είπαν οι ερευνητές, στις αρχές του προηγούμενου μήνα οι καιρικές συνθήκες ήταν «ιδιαίτερα ευνοϊκές» κατά τις επιχειρήσεις από τις 4 έως τις 20 Σεπτεμβρίου. 

Η ανασκαφή επεκτάθηκε φέτος σε δύο ακόμα τμήματα όπου, κάτω από μεγάλους λίθινους όγκους που κύλισαν εκεί μετά από κάποιο σεισμό, εντοπίστηκαν θραύσματα χαλκών και μαρμάρινων αγαλμάτων που θα αποτελέσουν αντικείμενο κάποιας μελλοντικής έρευνας. 

 

Facebook Comments