Στα τέλη Νοεμβρίου ο Οργανισμός Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) δημοσίευσε την καθιερωμένη του ετήσια έκθεση με την αξιολόγηση της μακροοικονομικής κατάστασης των οικονομιών των κρατών μελών του οργανισμού.

Η έκθεση αυτή παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον, τόσο στα γενικά της συμπεράσματα όσο και στα συμπεράσματα που αφορούν ειδικότερα την ευρωζώνη.

Διεθνώς, οι κίνδυνοι μιας οικονομικής κρίσης έχουν μειωθεί σημαντικά και το διακρατικό εμπόριο θα αυξηθεί κάπως κατά το επόμενο χρονικό διάστημα. Όμως η ανάπτυξη θα είναι χαμηλότερη απ’ τις δυνατότητες των οικονομιών και, κυρίως, ο πληθωρισμός θα παραμείνει σημαντικά κάτω απ’ το επίπεδο συναγερμού (αποπληθωριστικές τάσεις), ενώ η ανεργία θα παραμείνει υψηλή σε σχέση με το επίπεδό της πριν από το ξέσπασμα της κρίσης το 2008.

Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, βρισκόμαστε παγκοσμίως ενώπιον ενός ελλείμματος στη ζήτηση. Αν η ζήτηση δεν ανακάμψει με δυναμικά μέτρα τόνωσης, τότε πολλές χώρες θα εισέλθουν σε χρόνια στασιμότητα (secular stagnation): η ασθενής ζήτηση θα υπονομεύσει τη δυνητική ανάπτυξη και αυτή η εξέλιξη, με τη σειρά της, είναι πιθανό να έχει αρνητική επίπτωση στην ικανότητα των μακροοικονομικών μας εργαλείων να στηρίξουν τη συνολική ζήτηση.

Αυτό το σπιράλ αποπληθωρισμού είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο στην ευρωζώνη, ενώ το σενάριο της χρόνιας στασιμότητας φαίνεται να απομακρύνεται στις ΗΠΑ και τη Μεγάλη Βρετανία, που ακολουθούσαν επιθετικά μέτρα αύξησης της νομισματικής βάσης μέχρι πολύ πρόσφατα.

Η βασική σύσταση της έκθεσης του ΟΟΣΑ προς τις χώρες της ευρωζώνης είναι η εξής: “Οι χώρες της ευρωζώνης θα πρέπει, εντός του δημοσιονομικού πλαισίου της ΕΕ, να ελαττώσουν το ρυθμό της διαρθρωτικής δημοσιονομικής προσαρμογής αναφορικά με τα σχέδια που είχαν προηγουμένως, προκειμένου να μειώσουν τα εμπόδια στην ανάπτυξη”. Πρόκειται για μια σαφή τοποθέτηση, με ουδέτερους και τεχνικούς όρους, κατά της συνέχισης της πολιτικής λιτότητας στην ευρωζώνη.

Ο ΟΟΣΑ θεωρεί ότι έχει έρθει η ώρα για την ΕΕ, όχι απλώς να χαλαρώσει την εφαρμογή των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, αλλά να τους αναθεωρήσει. Με ουδέτερους και τεχνικούς όρους: “Ο τρέχων διάλογος γύρω από τους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες και η αβεβαιότητα γύρω από την ορθή τους εφαρμογή υποδεικνύει ότι θα ήταν σκόπιμο να αναθεωρηθεί το [δημοσιονομικό] πλαίσιο”.

Αυτή η πρόταση ευνοεί σαφώς τη Γαλλία και την Ιταλία στη διελκυστίνδα τους με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τη γερμανική κυβέρνηση για το ρυθμό μείωσης των ελλειμμάτων τους, όπως έχω γράψει σε προηγούμενα άρθρα μου.

Το ότι ο ΟΟΣΑ τοποθετείται με σαφήνεια υπέρ μιας αναθεώρησης του Συμφώνου Σταθερότητας ­(που ο ιταλός πρωθυπουργός Ματέο Ρέντσι έχει ονομάσει “Σύμφωνο ηλιθιότητας”) είναι ιδιαίτερα σημαντικό, ιδίως αν συνδυασθεί με την εξαίρεση -για πρώτη φορά- απ’ το ανώτατο όριο δημόσιου χρέους (60% του ΑΕΠ) και ελλείμματος (3% του ΑΕΠ) των εισφορών των κρατών μελών της ΕΕ στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων του σχεδίου Γιουνκέρ.

Η ανερχόμενη τάση διεθνώς, πέραν των στενών ορίων των κυβερνώντων στις Βρυξέλλες και το Βερολίνο, είναι σαφώς υπέρ της αναχαίτισης των αυτοκαταστροφικών μακροοικονομικών παραδοχών της ευρωζώνης, που κινούνται αποκλειστικά γύρω απ’ τον άξονα “δημοσιονομική προσαρμογή – διαρθρωτικές αλλαγές απ’ την πλευρά της προσφοράς”.

Η Ευρώπη δεν μπορεί να περιμένει άλλο. Στην ίδια έκθεση του ΟΟΣΑ, όλη η ευρωπαϊκή τραγωδία καθρεφτίζεται σε έναν πίνακα: αυτόν της συγκριτικής πορείας των επενδύσεων μετά το ξέσπασμα της κρίσης στην ευρωζώνη, τη Μεγάλη Βρετανία, τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία. Η κρίση αποεπένδυσης στην ευρωζώνη (όπου το επίπεδο επενδύσεων δεν φτάνει ούτε στο 90% αυτού που είχε προ κρίσης) έχει εξελιχθεί σε χρόνια και υπονομεύει οποιαδήποτε σοβαρή προσπάθεια ανάκαμψης.

Την ίδια στιγμή, οι Βρετανοί και οι Αμερικανοί ακολουθούν σταθερά ανοδική πορεία προς το 120% του επιπέδου επενδύσεων που είχαν πριν από το 2008.

Facebook Comments