Η τελευταία πρόταση του ανακοινωθέντος που εκδόθηκε, μετά την πρόσφατη συνάντηση Τραμπ-Στάρμερ, παρέπεσε, κατά την αναμετάδοσή της από τα διεθνή κι εγχώρια ΜΜΕ.

Σύμφωνα με το πρακτορείο Reuters οι δύο ηγέτες “They also discussed trade and the economy, with the prime minister setting out how we are deregulating to boost growth”.

Είχε, άραγε, κάτι να «πουλήσει» ο πρωθυπουργός του ΗΒ στον Αμερικανό Πρόεδρο; Και, καλά, στην πρώτη «δύσκολη» συνάντησή τους αξιολόγησε ο Κιρ Στάρμερ ότι ένα από τα κύρια ζητήματα που οι δύο χώρες έχουν κοινό ενδιαφέρον είναι η «απορρύθμιση»[1];

Αυτή η δήλωση μοιάζει κάπως ετεροχρονισμένη και παλαιομοδίτικη, αφού φέρνει στο νού μας όλη τη σχετική φιλολογία για το Νέο Δημόσιο Μάνατζμεντ, του ρεύματος στη Διοικητική Επιστήμη που δέσποσε για περισσότερο από τελευταίες τέσσερις δεκαετίες, προωθώντας τις αξίες της αποτελεσματικότητας, της αποδοτικότητας και της οικονομικότητας. Του ρεύματος, δηλαδή, που καλλιέργησε ελπίδες, άλλες βάσιμες κι άλλες φρούδες, που συνόδευσαν μια νέα θεωρία και πρακτική για τις κρατικές ρυθμίσεις που θα μπορούσε να επιφέρει ένα ισχυρό πλήγμα στη γραφειοκρατία απανταχού.

Όσοι, όμως, παρακολουθούν τη συζήτηση περί κανονιστικής μεταρρύθμισης και χρηστής νομοθέτησης δεν θα διερωτηθούν για τη χρονική στιγμή που γίνεται αυτή η δήλωση. Σήμερα δεν χρειάζεται να πασχίσει κανείς για να αποδείξει ότι η οικονομικότητα ενυπάρχει στις κρατικές αποφάσεις, κι επομένως, μια αντι-οικονομική απόφαση είναι, κατά κανόνα, μια λάθος απόφαση.

Tα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι η πολυνομία/κακονομία/στρεψονομία βλάπτουν σοβαρά την ανάπτυξη μιας χώρας είναι συντριπτικά. Αρκεί, εν προκειμένω, να αναφέρουμε μόνο ότι εάν οι Αμερικανοί διατηρούσαν σταθερό τον αριθμό των κανονιστικών ρυθμίσεων, στα επίπεδα του 1980, τότε η αμερικανική οικονομία θα ήταν μεγαλύτερη κατά 4 τρισεκατομμύρια δολάρια.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες κατατάσσονται στην 27η θέση μεταξύ 35 χωρών όσον αφορά τη ρύθμιση της αγοράς προϊόντων (η οποία μετρά κατά πόσον η ρύθμιση ενθαρρύνει τον ανταγωνισμό και εξασφαλίζει ίσους όρους ανταγωνισμού μεταξύ των επιχειρήσεων), πίσω από τη Γαλλία, τη Χιλή και την Τσεχική Δημοκρατία (σύμφωνα με υπολογισμούς του ΟΟΣΑ).

Οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν, όμως, κάποτε η λιγότερο ρυθμιζόμενη χώρα, ακολουθώντας ισχυρές πολιτικές αποπαρεμβατισμού, κατά τη διάρκεια της περιόδου 1975-1998. Η σταδιακή υποχώρηση από την κανονιστική μεταρρύθμιση και η συγκέντρωση της λήψης απόφασης σε ένα σημείο (στον Πρόεδρο) δημιούργησαν τη σημερινή κατάσταση.

Εάν αυτά συμβαίνουν πέραν του Ατλαντικού, στα καθ’ ημάς, παρά τη διαχρονική στασιμότητα φαίνεται κάποιο αχνό φως στο τούνελ.

Κατά δύο θέσεις βελτιώθηκε η θέση της Ελλάδας στη διεθνή κατάταξη ανταγωνιστικότητας που καταρτίζει το International Institute for Management Development (IMD). Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία της «Παγκόσμιας Επετηρίδας Ανταγωνιστικότητας» που δημοσιοποίησε ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Ελλάδος, η χώρα μας κατατάσσεται στην 47η θέση (από την 49η στην οποία βρισκόταν το 2023) μεταξύ 67 χωρών, ενώ συνολικά κατά την πενταετία 2020 – 2024 η κατάταξη της Ελλάδας βελτιώθηκε κατά δύο θέσεις.

Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας προέρχεται από τη βελτίωση της θέσης μας στις τρεις από τις τέσσερις ομάδες δεικτών: κατά έξι θέσεις στην κατηγορία δεικτών «Οικονομική Αποδοτικότητα», κατά μια θέση στην κατηγορία δεικτών «Κυβερνητική Αποτελεσματικότητα», κατά τέσσερις θέσεις στην κατηγορία δεικτών «Επιχειρηματική Αποτελεσματικότητα». Στην κατηγορία δεικτών «Υποδομές» η χώρα παραμένει στάσιμη.

Μεταξύ των συστάσεων που απευθύνει τόσο ο ΣΕΒ όσο και όσοι ενδιαφέρονται για την ουσιαστική βελτίωση της θέσης μας περιλαμβάνεται και η μείωση της πολυνομίας και της γραφειοκρατίας.

Παρά τα διακηρυσσόμενα, κατά καιρούς, η ελληνική γραφειοκρατία, σε αγαστή σχέση με τα πελατειακά δίκτυα και την πολιτική πατρωνεία, είναι εύρωστη και δείχνει ανίκητη. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι πάσης φύσεως πιστοποιήσεις και άδειες. Μόνον οι τελευταίες ξεπερνούν τις 1000 και εκτείνονται επί παντός του επιστητού.

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΔΕΙΩΝ ΣΥΝΟΛΟ
Άδειες αγοράς‎ (14 Σ) 14
Άδειες αλιείας‎ (28 Σ) 28
Άδειες ανέγερσης οικοδομής‎ (6 Σ) 6
Άδειες γάμου‎ (5 Σ) 5
Άδειες διαμονής‎ (54 Σ) 54
Άδειες εισαγωγής‎ (45 Σ) 45
Άδειες εισόδου‎ (6 Σ) 6
Άδειες εμπορίας‎ (103 Σ) 103
Άδειες εξαγωγής‎ (18 Σ) 18
Άδειες εξάσκησης επαγγέλματος‎ (139 Σ) 139
Άδειες εργαζομένων‎ (103 Σ) 103
Άδειες εργασίας‎ (42 Σ) 42
Άδειες ίδρυσης‎ (102 Σ) 102
Άδειες καταλληλότητας‎ (6 Σ) 6
Άδειες κατασκευής‎ (4 Σ) 4
Άδειες κατοχής/μεταφοράς αντικειμένων‎ (22 Σ) 22
Άδειες κυκλοφορίας‎ (64 Σ) 64
Άδειες λειτουργίας‎ (230 Σ) 230
Άδειες μεταφοράς‎ (66 Σ) 66
Άδειες οδήγησης‎ (45 Σ) 45
Άδειες όπλων‎ (31 Σ) 31
Άδειες παραγωγής‎ (15 Σ) 15
Άδειες προμήθειας‎ (3 Σ) 3
Άδειες πρόσβασης‎ (13 Σ) 13
Άδειες χρήσης‎ (51 Σ) 51
Βοσκής ή Χρήσης Βοσκοτόπων‎ (1 Σ) 1
Διεξαγωγή έρευνας‎ (11 Σ) 11
Ειδικά σήματα‎ (32 Σ) 32
ΓΕΝΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ 1259
ΔΙΑΦΟΡΕΣ (ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΟ) 15
1274

Οι προσπάθειες που καταβλήθηκαν ώστε να αποκτήσει η χώρα ένα σύγχρονο ρυθμιστικό πλαίσιο απλουστεύσεων και αποπαρεμβατισμού ακυρώθηκαν λόγω έλλειψης πίστης στις μεταρρυθμίσεις κι ενός σοβαρού επιχειρησιακού σχεδίου.

Θα ήταν ευχής έργο, εάν κάποιος κυβερνητικός θύλακας αναλάμβανε να εμβαπτίσει, για δεύτερη φορά (μετά το 2014, όταν η χώρα απέκτησε ένα σύγχρονο ρυθμιστικό πλαίσιο για την καλή νομοθέτηση)  την ελληνική διοικητική μηχανή στα νάματα του αποπαρεμβατισμού. Θα έδειχνε, τουλάχιστον, μια συναίσθηση του προβλήματος όμοια μ’ αυτήν που δείχνουν οι Αγγλοσάξωνες ένθεν και ένθεν του Ατλαντικού.

[1] Ο όρος, παρ’ όλον ότι είναι ακριβής, παραπέμπει στο ελληνικό συγκείμενο στη διάλυση κι όχι στον «αποπαρεμβατισμό» που είναι το αληθές νόημα του «deregulation».

Facebook Comments