Τον προηγούμενο μήνα, και συγκεκριμένα στις 18 Μαρτίου, σωφρονιστικός υπάλληλος στο Σωφρονιστικό Κατάστημα/ΣΚ Ν. Αλικαρνασσού δέχθηκε επίθεση με αυτοσχέδιο αιχμηρό αντικείμενο στην πλάτη και τον λαιμό από Σύρο κρατούμενο κατά το άνοιγμα των κελιών.

Την προηγούμενη ημέρα κατά την επαναμεταγωγή του από το Αγροτικό Κατάστημα  Αγιάς Χανίων, Αλβανός κρατούμενος επιτέθηκε και χτύπησε στο πρόσωπο σωφρονιστικό υπάλληλο, αρνούμενος να συμμορφωθεί με τις διαδικασίες ελέγχου. Τον Μάρτιο 2018, σωφρονιστικός υπάλληλος του ΣΚ Κορυδαλλού ξυλοκοπήθηκε από τρεις Αλβανούς κρατουμένους με αυτοσχέδιο μαστίγιο μέσα στη Γ΄ πτέρυγα του καταστήματος. Τον Δεκέμβριο 2017, δύο σωφρονιστικοί υπάλληλοι γρονθοκοπήθηκαν από Αφγανούς κρατουμένους στο Ειδικό Κατάστημα Κράτησης Νέων Βόλου. Αυτές είναι κάποιες από τις πολλές περιπτώσεις επιθέσεων κρατουμένων στο προσωπικό των φυλακών, οι οποίες από το 2009 ολοένα αυξάνονται.

Οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι και το διοικητικό προσωπικό των φυλακών είναι μια επαγγελματική ομάδα η οποία δέχεται όλο και συχνότερα τα τελευταία χρόνια βίαιες επιθέσεις από τους κρατουμένους και άτομα εκτός φυλακής. Είναι ο δεύτερος στόχος επιθέσεων μετά την αστυνομία. 

Η βία στις φυλακές έχει σχέση με πολλούς παράγοντες που για λόγους οικονομίας δεν μπορούμε να αναφερθούμε. Από τους βασικότερους όμως είναι η σύνθεση του πληθυσμού των κρατουμένων και η υπεροχή που νιώθουν οι κρατούμενοι απέναντι στο «παροπλισμένο» και ανεκπαίδευτο προσωπικό και τα τελείως αθωράκιστα καταστήματα κράτησης.

Αναφέρω ενδεικτικά: Όλα τα μέτρα ασφάλειας σε τεχνικό επίπεδο είναι υποτυπώδη. Ακόμη και ηλεκτρονικές κλειδαριές δεν υπάρχουν σε όλα τα καταστήματα. Για παράδειγμα, στο ΣΚ Κομοτηνής, όχι μόνο δεν υπάρχει σύστημα ηλεκτρονικών κλειδαριών, αλλά οι υφιστάμενες πόρτες κελιών και θαλάμων είναι ξύλινες και χρησιμοποιούνται απλά λουκέτα. Ακόμη και σε όσες φυλακές υπάρχουν ηλεκτρονικές κλειδαριές, αυτές δεν συντηρούνται. Δεν υπάρχουν σε όλες τις φυλακές κλωβοί ασφαλείας στα εξωτερικά θυρωρεία και στις θύρες εισόδου-εξόδου οχημάτων. Δεν υπάρχουν σε όλες τις φυλακές ανιχνευτές κίνησης στα νεκρά προαύλια και στα νεκρά σημεία, ούτε και σύστημα υπέρυθρων περιμετρικής νεκρής ζώνης. Πολλές κάμερες σε τυφλά σημεία, που συχνά εξελίσσονται περιστατικά βίας ή άλλες αξιόποινες πράξεις, βρίσκονται εκτός λειτουργίας.

Δεν υπάρχουν μηχανήματα jammer (παρεμβολές συχνοτήτων) που απενεργοποιούν τα κινητά τηλέφωνα, ενώ πολλά μηχανήματα X-RAY δεν λειτουργούν. Για σύστημα anti-drones-αποτροπή πρόσβασης drones και ελικοπτέρων, που έχουν οι περισσότερες φυλακές στην υπόλοιπη Ευρώπη ούτε σκέψη. Αυτές είναι μόνο μερικές από τις διαχρονικές ελλείψεις.

Στις 7 Απριλίου έγινε γνωστό ότι Τούρκοι κρατούμενοι του ΣΚ Κορυδαλλού ετοίμαζαν απόδραση με ομηρία. Μετά από επιχείρηση της δίωξης οργανωμένου εγκλήματος βρέθηκε στο κελί τους μ.ά. όπλο. Ενώ υπάρχει σχέδιο ασφαλείας, σχέδιο για αποκλιμάκωση κρίσεων, σχέδιο παρέμβασης σε έκτακτη ανάγκη και χρήσης μέτρων κατευνασμού, είναι άγνωστο εάν λειτουργούν οι ομάδες διαχείρισης κρίσεων σε όλες τις φυλακές.

Η βία στις φυλακές είναι καθοριστικός παράγοντας των συνθηκών κράτησης. Βία ασκείται τόσο μεταξύ των κρατουμένων όσο και εναντίον του προσωπικού. Συνεπώς, η βία πλήττει τόσο τους κρατουμένους όσο και το προσωπικό, συμπεριλαμβανομένου του νοσηλευτικού προσωπικού των δημόσιων ψυχιατρικών νοσοκομείων από ασθενείς-κρατουμένους που έχουν κριθεί από το αρμόδιο δικαστήριο ως επικίνδυνοι για τη δημόσια ασφάλεια, έχοντας διαπράξει αξιόποινες πράξεις (άρ. 69Α ΠΚ, Ν. 4509/2017).

Η χρήση βίας από το προσωπικό σε βάρος των κρατουμένων έχει αρνητικές επαγγελματικές συνέπειες για το ίδιο το άτομο που την χρησιμοποιεί, αλλά και για το σωφρονιστικό κατάστημα λόγω των αντιδράσεων που μπορεί να προκαλέσει στον πληθυσμό και στην ηρεμία της φυλακής.

Η βία μεταξύ των κρατουμένων είναι δύσκολα εντοπίσιμη γιατί τα προβλήματα λύνονται συνήθως εκ των ενόντων. Μόνο ακραίες περιπτώσεις γίνονται γνωστές. Η βία μεταξύ των κρατουμένων επισημαίνεται για πρώτη φορά σε δημόσιο κείμενο από την Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την Πρόληψη των Βασανιστηρίων (CPT) το 2005 στην τέταρτη περιοδική επίσκεψή της στην Ελλάδα[1].  Έκτοτε επαναλαμβάνεται κατά καιρούς στις εκθέσεις της[2] όπου αναφέρεται παράλληλα και η ηττοπάθεια του προσωπικού λόγω του υπερπληθυσμού και της αυξανόμενης βίας, αλλά και η απογοήτευση των ανίσχυρων κρατουμένων καθώς αντιλαμβάνονται ότι η διοίκηση των φυλακών δεν είναι σε θέση να τους προσφέρει αποτελεσματική προστασία.

Η Επιτροπή σημειώνει ότι είναι μάλλον αδύνατον οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι να προστατέψουν τους κρατουμένους, διότι φοβούνται για τους ίδιους τους εαυτούς τους και διότι δεν έχουν «αποτελεσματική συνδρομή από τη διοίκηση». Και ο βοηθός Συνήγορος για τα ανθρώπινα δικαιώματα (Μάιος 2007) είχε επισημάνει στο παρελθόν το ζήτημα της εγκληματικής συμπεριφοράς εντός των φυλακών[3]. Επίσης, πολλές φορές η Ομοσπονδία Σωφρονιστικών Υπαλλήλων Ελλάδος έχει τονίσει στην επίσημη ιστοσελίδα της και στα Δελτία Τύπου της ότι η προσφερόμενη εκπαίδευση του προσωπικού είναι γενικά ανεπαρκής, και ειδικά για θέματα ασφάλειας, τάξης και αυτοπροστασίας.

Παρά τη δραστική αποσυμφόρηση των φυλακών στο διάστημα 2015-2019 και τη μικρή αύξηση του προσωπικού, οι επιθέσεις εναντίον του αυξήθηκαν, ενώ οι συμπλοκές μεταξύ των κρατουμένων δεν μειώθηκαν. Η κατάσταση μετά το 2019 δεν έχει αλλάξει.

Οι φυλακές εξακολουθούν να λειτουργούν λίγο ως πολύ όπως τις δεκαετίες ’60-’70. Οι κυβερνήσεις επιμένουν σε αυτήν αντιμετώπιση, αδιαφορώντας για τις αλλαγές της εγκληματικότητας, της σύνθεσης και της οργάνωσης των ποινικών παραβατών οι οποίες είναι άμεσα συνδεδεμένες με τις κοινωνικο-οικονομικές εξελίξεις. Επιπλέον, αποφεύγουν την εισαγωγή και υποστήριξη ενός σύγχρονου τρόπου διοίκησης των φυλακών και την ευρεία χρήση της τεχνολογίας προκειμένου να βοηθήσουν το προσωπικό στην αποτελεσματικότερη άσκηση των καθηκόντων του.

To Κεντρικό Επιστημονικό Συμβούλιο Φυλακών (συμβουλευτικό όργανο) κατέθεσε τόσο το 2020 όσο και το 2023 στο υπουργείο έκθεση για την κατάσταση της ασφάλειας των φυλακών και προτάσεις για την αντιμετώπιση της βίας, τον εκσυγχρονισμό της ασφάλειάς τους και την εκπαίδευση του προσωπικού.

Εθνική στρατηγική για την αντιμετώπιση της βίας στις φυλακές δεν υπάρχει, ούτε και για τη βελτίωση της εκπαίδευσης του προσωπικού σε σύγχρονες μεθόδους αντιμετώπισης κινδύνων και τεχνικών παρέμβασης. Είναι ζήτημα χρόνου να προκύψουν ανεξέλεγκτες καταστάσεις που δεν θα λύνονται με μέτρα κατευνασμού και μαζικές αποφυλακίσεις.

Πρέπει να γίνει κατανοητό επιτέλους ότι ένα έμπειρο και ικανό προσωπικό μπορεί να ασχολείται με τους κρατουμένους με αξιοπρεπή και ανθρώπινο τρόπο, δίνοντας παράλληλα προσοχή σε θέματα ασφάλειας και ευταξίας. Αυτό βελτιώνει τις σχέσεις των υπαλλήλων με τους κρατουμένους, μειώνει τον κίνδυνο κακομεταχείρισης, αυξάνει τον έλεγχο και την ασφάλεια στα καταστήματα. Κατά συνέπεια, καθιστά το προσωπικό λιγότερο ηττοπαθές, τη δουλειά του πολύ πιο ικανοποιητική και τις συνθήκες για τους κρατουμένους λιγότερο επικίνδυνες και αποκαρδιωτικές.


[1] CPT / Inf (2006) 41 [75, 82, 83].

[2] Για παράδειγμα, CPT / Inf (2010), 33 [89], CPT / Inf (2014) 26 [132]), CPT/Inf (2023) 24 [8].

[3] Συνήγορος του Πολίτη, Κύκλος Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (3 Μάιου 2007), Ανακοίνωση (https://www.synigoros.gr/resources/6982_5_1-.pdf).

Facebook Comments