«Η [αναπτυξιακή] προοπτική για την Ελλάδα είναι σαφώς πιο δυσμενής μετά την παρατεταμένη περίοδο αβεβαιότητας» που σημειώθηκε τους προηγούμενους μήνες, σημειώνει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, στην εξαμηνιαία έκθεση για τις προοπτικές τις παγκόσμιας οικονομίας (World Economic Outlook), που δόθηκε στη δημοσιότητα σήμερα Τρίτη.

Το ΔΝΤ εκτιμά πως η ελληνική οικονομία θα υποστεί ύφεση της τάξης του 5,4% θα το τέταρτο τρίμηνο του 2015.

Συνολικότερα, οι εκτιμήσεις του Ταμείου συμπίπτουν με τις προβλέψεις του προσχεδίου προϋπολογισμού που κατατέθηκε τη Δευτέρα στη Βουλή, με την ύφεση για ολόκληρο το 2015 να προβλέπεται στο 2,3% ενώ για το 2016 η συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας αναμένεται να αποκλιμακωθεί στο 1,3%.

Πάντως, θετικά μηνύματα αναμένονται στο τελευταίο τρίμηνο του 2016, οπότε η ελληνική οικονομία προβλέπεται πως θα αναπτυχθεί κατά 3%. Μεσοπρόθεσμα, το 2020, το ΔΝΤ περιμένει ανάπτυξη της τάξης του 2,4%.

Όσον αφορά τους κινδύνους εξάπλωσης μιας ενδεχόμενης νέας ελληνικής κρίσης, το Ταμείο γενικά εμφανίζεται καθησυχαστικό, με δεδομένη την «περιορισμένη» αρνητική αντίδραση των αγορών κατά τους δύσκολους μήνες που προηγήθηκαν.

Ωστόσο, παραδέχεται πως υπάρχουν ακόμα «ανησυχίες» που πηγάζουν από τη σύνδεση της ελληνικής οικονομίας με τις οικονομίες άλλων κρατών-μελών της ευρωζώνης, και αναφέρει ότι σε περίπτωση που υπάρξει επανεμφάνιση της «πολιτικής αβεβαιότητας» στη χώρα μας υπάρχει σενάριο επανεμφάνισης πιέσεων στη νομισματική ένωση.

Νέα υποβάθμιση της παγκόσμιας ανάπτυξης

Στο μέτωπο της παγκόσμιας οικονομίας το ΔΝΤ διαμηνύει πως εξακολουθουν να υπάρχουν τρικυμίες, με την ανάπτυξη τόσο στις ανεπτυγμένες όσο και στις αναπτυσσόμενες οικονομίες να κινείται κάτω από τις προβλέψεις.

Συνολικά, για το 2015 το παγκόσμιο ΑΕΠ εκτιμάται πως θα αυξηθεί κατά 3,1%, δηλαδή 0,3 μονάδες χειρότερα από την ανάπτυξη που καταγράφηκε το 2014 και 0,2 μονάδες κάτω από τις προβλέψεις που έκανε το ίδιο το ΔΝΤ μόλις τον Ιούλιο. Το Ταμείο τονίζει μάλιστα πως οι κίνδυνοι παραμένουν για νέα επιδείνωση των αναπτυξιακών προοπτικών.

Το μεγαλύτερο πρόβλημα εντοπίζεται στις αναπτυσσόμενες χώρες, όπου η ανάπτυξη θα επιβραδυνθεί για πέμπτο συνεχόμενο έτος, και θα διαμορφωθεί μόλις στο 4% για το τρέχον έτος – ποσοστό χαμηλό σε σχέση με τους ρυθμούς ανάπτυξης που επιτυγχάνονταν την πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα.

Πολλές αναπτυσσόμενες χώρες αντλούν μεγάλο μέρος του πλούτου τους μέσω των εξαγωγών πετρελαίου, μετάλλων και άλλων πρώτων υλών, ωστόσο, η σταδιακή επιβράδυνση της κινεζικής οικονομίας – που ήταν ο κύριος αγοραστής αυτών των προϊόντων – σε συνδυασμό με την υπέρμετρη προσφορά, έχει οδηγήσει σε καταβαράθρωση των τιμών.

Αυτή η ξαφνική υποτίμηση έχει επιφέρει μεγάλα πλήγματα στο εμπορικό ισοζύγιο των αναπτυσσόμενων εξαγωγέων.

Το ΔΝΤ συστήνει για μια ακόμα φορά διευκολυντικές νομισματικές πολιτικές, που θα συμπληρώνονται από αναπτυξιακά δημοσιονομικά μέτρα όπου υπάρχει τέτοιο περιθώριο.

Επισημαίνει δε τη δυνατότητα σημαντικών επενδύσεων στις υποδομές σε χώρες όπου επικρατούν πολύ χαμηλά επιτόκια δανεισμού – όπως στην περίπτωση των μεγάλων οικονομιών της ευρωζώνης – σε μια ακόμα έμμεση νύξη προς τη Γερμανία.
 

Facebook Comments