Μαύρα σύννεφα πάνω από την πορτογαλική οικονομία
Οι επενδυτές φαίνεται να εγείρουν σοβαρές αμφιβολίες για τη βιωσιμότητα της πορτογαλικής οικονομικής πολιτικής.
Οι επενδυτές φαίνεται να εγείρουν σοβαρές αμφιβολίες για τη βιωσιμότητα της πορτογαλικής οικονομικής πολιτικής.
Οι επενδυτές φαίνεται να εγείρουν σοβαρές αμφιβολίες για τη βιωσιμότητα της πορτογαλικής οικονομικής πολιτικής. Τα επιτόκια δανεισμού για κρατικά ομόλογα μεγάλης διάρκειας διαμορφώνονται στο ψυχολογικό όριο του 4%.
«Τα επιτόκια είναι το εργαλείο των διεθνών επενδυτών για να αξιολογήσουν μια χώρα. Από αυτά μπορείς να καταλάβεις πώς σκέφτονται για την Πορτογαλία», εξηγεί ο Ζοάο Ντούκε, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Οικονομίας και Μάνατζμεντ της Λισαβόνας. Εάν ισχύει όντως του λόγου το αληθές, τότε οι Πορτογάλοι θα πρέπει να ανησυχούν για την οικονομία τους. Διότι εδώ και μήνες τα επιτόκια δανεισμού ανεβαίνουν. Για τα 10ετή κρατικά ομόλογα μάλιστα ξεπέρασαν πρόσφατα κατά διαστήματα το ψυχολογικό όριο του 4%.
Την ώρα που η Γερμανία πληρώνει όλο και λιγότερα για τα χρήματα που δανείζεται, τα αντίστοιχα κόστη για την Πορτογαλία αυξάνονται διαρκώς. Το τελευταίο διάστημα η χώρα της ιβηρικής χερσονήσου δαπανά το 4,3% του ΑΕΠ της για την εξυπηρέτηση του χρέους, περισσότερα από κάθε άλλη ευρωπαϊκή χώρα. «Στο μεταξύ ξοδεύουμε περισσότερα για το χρέος παρά για την υγεία των πολιτών μας», υποστηρίζει ο καθηγητής Ντούκε.
Απουσία διαρθρωτικών αλλαγών
Το 2016 το πορτογαλικό χρέος ανήλθε στο 130% των οικονομικών επιδόσεων της χώρας. Μεγαλύτερο, αναλογικά, είναι το χρέος μόνον σε Ιταλία και Ελλάδα. Βραχυπρόθεσμα η Πορτογαλία δεν αντιμετωπίζει προβλήματα στην εξυπηρέτηση του χρέους της. Μακροπρόθεσμα όμως οι επενδυτές βλέπουν να κάνουν την εμφάνισή τους πάνω από τη χώρα τα μαύρα σύννεφα της αβεβαιότητας. Και αυτό αποτυπώνεται και στα επιτόκια δανεισμού.
Ως βασικοί λόγοι της δεινής οικονομικής κατάστασης της Πορτογαλίας αναφέρονται μεταξύ άλλων τα χαμηλά εισοδήματα, οι βραδείς ρυθμοί μείωσης της ανεργίας και, κυρίως, η γήρανση του πληθυσμού. Διότι αυτό σημαίνει ότι μελλοντικά το κράτος θα πρέπει να δαπανά όλο και μεγαλύτερα ποσά στις κοινωνικές παροχές. Μπορεί με 1,4% οι ρυθμοί ανάπτυξης να είναι υψηλότεροι από τους αναμενόμενους, εντούτοις αυτό αποδίδεται πρωτίστως στον τουρισμό. Οι πολυπόθητες επενδύσεις που θα οδηγούσαν σε ενίσχυση της απασχόλησης δεν ήρθαν ποτέ. Ουσιαστικά δεν έγιναν διαρθρωτικές παρεμβάσεις στη χώρα, συμπεραίνει ο καθηγητής. «Η κυβέρνηση ασχολείται περισσότερο με την αναδιανομή του μη υπαρκτού πλούτου παρά με την αναθέρμανση της οικονομίας».
Δεν αποκλείεται όμως η κυβέρνηση και οι πολίτες να κληθούν να πληρώσουν λίαν συντόμως το τίμημα αυτής της πολιτικής. Το γεγονός ότι τα ήδη υψηλά επιτόκια δανεισμού της Πορτογαλίας δεν ανεβαίνουν ακόμη περισσότερο, οφείλεται κυρίως στην ΕΚΤ και το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης QE. Όταν εκπνεύσει το πρόγραμμα, η Λισαβόνα θα κληθεί να βάλει ακόμη πιο βαθιά το χέρι στην -άδεια- τσέπη.
Αισιόδοξη η κυβέρνηση
Παρά ταύτα η κυβέρνηση εμφανίζεται αισιόδοξη, με τον πρωθυπουργό Αντόνιο Κόστα να εκτιμά ότι κατά τη διάρκεια της τρέχουσας χρονιάς τα επιτόκια δανεισμού θα υποχωρήσουν. Διότι εντός του 2017, σύμφωνα με τον ίδιο, οι επενδυτές θα διαπιστώσουν ότι η πολιτική της κυβέρνησής του αρχίζει να αποδίδει καρπούς.
Αυτό όμως είναι κάθε άλλο παρά εύκολο, εκτιμά ο καθηγητή Ντούκε. Διότι για να λύσει το οικονομικό της πρόβλημα η χώρα χρειάζεται -πέρα από επενδύσεις- κυρίως εξειδικευμένους νέους ανθρώπους. Με τους χαμηλούς μισθούς όμως είναι εξαιρετικά δύσκολο να κρατήσει κανείς τους νέους στη χώρα, πόσο μάλλον να προσελκύσει κανείς νέους ανθρώπους από άλλες χώρες.
Και όλα αυτά υπό δύσκολες πολιτικές συνθήκες. Η νυν κυβέρνηση δεν διαθέτει δική της πλειοψηφία στη Βουλή και κυβερνά χάρη στη στήριξη των κομμουνιστών και του Αριστερού Μπλοκ, οι οποίοι ζητούν κάθε τόσο την επαναδιαπραγμάτευση του πορτογαλικού χρέους. Αυτό κάνει την κατάσταση ακόμη πιο πολύπλοκη και αποθαρρύνει δυνητικούς επενδυτές, εκτιμά ο Ντούκε. «Μια μονομερής ενέργεια σε αυτό το πεδίο θα ήτο καταστροφή για την αξιοπιστία της χώρας».
Οι Σοσιαλιστές, οι οποίοι απέρριπταν ανέκαθεν μια μονομερή διαγραφή του χρέους, ευελπιστούν ότι με σύμμαχο το χρόνο οι έστω και περιορισμένης κλίμακας βελτιώσεις, κυρίως στην αγορά εργασίας, θα αξιολογηθούν θετικά και θα επιβραβευθούν από τους επενδυτές. Εντούτοις τα περιθώρια ευελιξίας γίνονται πλέον όλο και πιο στενά.
Ο οίκος αξιολόγησης DBRS είναι ουσιαστικά εκείνος που σήμερα επιτρέπει στην ΕΚΤ να αγοράζει πορτογαλικά ομόλογα στο πλαίσιο του QE. Σε περίπτωση που και αυτός προχωρήσει σε υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας, η ευρωτράπεζα θα πρέπει να εξαιρέσει τη χώρα από το πρόγραμμα. Στην περίπτωση αυτή η χρηματοδότηση από τις αγορές θα ήταν μάλλον αδύνατη, αφού τα επιτόκια δανεισμού για την Πορτογαλία θα γίνονταν απαγορευτικά.
Facebook Comments