Είναι γνωστό ότι το μοντέλο οικονομικής ανάπτυξης με κοινωνική συνοχή και περιβαλλοντική αειφορία είναι αυτό που διακρίνει παραδοσιακά την Ευρώπη από όλες τις άλλες οικονομίες του κόσμου.

Όμως αυτό το ιδιαίτερο ευρωπαϊκό μίγμα πολιτικής δεν είναι πια δεδομένο: πολλοί αναλυτές – μεταξύ αυτών και εγώ – έχουν γράψει ότι το ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο πλήττεται σφόδρα λόγω της διαχείρισης της κρίσης, που αυξάνει τις ανισότητες. Αυτό όμως που αποτελεί έκπληξη είναι ότι το λέει πια και ένας διεθνής οργανισμός που στη συνείδηση πολλών ανθρώπων έχει συνδεθεί με τον κοινωνικά ανάλγητο νεοφιλελευθερισμό: το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Σε μια μελέτη τους για το ΔΝΤ, οι Florence Jaumotte και Carolina Osorio Buitron υποστηρίζουν τεκμηριωμένα ότι η μείωση της δύναμης των εργατικών συνδικάτων συμβάλλει σημαντικά στην αύξηση της οικονομικής ανισότητας, με την υπερσυγκέντρωση πλούτου στα ανώτατα οικονομικά στρώματα του πληθυσμού.

Η επιστημονική μέτρηση της αύξησης των εισοδηματικών ανισοτήτων στις δυτικές κοινωνίες είναι πολύ διαδεδομένη εδώ και χρόνια, με τον περίφημο «δείκτη Gini», που δείχνει το ποσοστό συγκέντρωσης του πλούτου σε όλο το φάσμα εισοδημάτων μιας κοινωνίας. Όμως το καινούριο στοιχείο στην έρευνα είναι η τεκμηρίωση, και μάλιστα από έρευνα διεθνών οργανισμών υψηλού κύρους (ΔΝΤ, ΟΟΣΑ), ότι η αυξανόμενη ανισότητα έχει δυσμενή επίπτωση μεσοπρόθεσμα τόσο στο ποσοστό όσο και στην βιωσιμότητα της οικονομικής ανάπτυξης.

Οι παραδοσιακές εξηγήσεις του φαινομένου της αύξησης της ανισότητας στις ανεπτυγμένες οικονομίες είναι ότι η παγκοσμιοποίηση αυξάνει διαρκώς τη ζήτηση για εργατικό δυναμικό υψηλής τεχνολογικής κατάρτισης, κάτι που με τη σειρά του ευνοεί στην αγορά εργασίας αυτούς που ανήκουν ήδη στα υψηλότερα εισοδηματικά στρώματα.

Δεδομένου, μάλιστα, ότι η διαδικασία της παγκοσμιοποίησης και οι ραγδαίες τεχνολογικές μεταβολές έχουν επηρεάσει σε διαφορετικό βαθμό και με διαφορετική ταχύτητα τις ανεπτυγμένες οικονομίες, τα αίτια διεύρυνσης των οικονομικών ανισοτήτων αναζητήθηκαν και σε θεσμικούς παράγοντες, όπως η απορύθμιση του χρηματοπιστωτικού τομέα και η μείωση των ανώτατων συντελεστών στη φορολογία εισοδήματος.

Ωστόσο, το καινούριο και ρηξικέλευθο στοιχείο που κομίζουν οι δύο ερευνητές του ΔΝΤ είναι ο πολύ σημαντικός – αν και αφανής – ρόλος των θεσμών της αγοράς εργασίας, ιδίως δε η μείωση, τόσο του αριθμού των συνδικαλισμένων εργαζομένων όσο και της αναλογίας του κατώτατου προς τον μέσο μισθό. Η έρευνα αποδεικνύει εμπειρικά ότι όσο πιο αδύναμα είναι τα εργατικά σωματεία τόσο πιο πολύ τείνει να συγκεντρώνεται πλούτος στα υψηλότερα εισοδηματικά στρώματα.

Τρεις είναι οι βασικές αιτίες αυτού του φαινομένου. Μια ισχυρότερη εργατική εκπροσώπηση τείνει να εξισώνει τη διανομή των μισθών, ωθεί τους πολιτικούς σε περισσότερες πολιτικές αναδιανομής εισοδήματος μέσω κοινωνικών δικαιωμάτων, και ενδυναμώνει τη διαπραγματευτική ισχύ των εργαζομένων. Ταυτόχρονα, τα συμπεράσματα πολλών επιστημονικών μελετών δεν αποδεικνύουν την υπόθεση, σύμφωνα με την οποία ένα υψηλότερο ποσοστό συμμετοχής σε συνδικάτα τείνει να αυξάνει την ανεργία λόγω της ανελαστικότητας των μισθών σε σχέση με την παραγωγικότητα.

Συνολικά, περίπου η μισή αύξηση των εισοδηματικών ανισοτήτων που μετρώνται με τον δείκτη Gini οφείλονται στην απίσχναση των συνδικάτων, σύμφωνα με τους Jaumotte και Buitron.Το συμπέρασμα, που είναι ιδιαίτερα επίκαιρο στις μέρες μας, είναι ότι θα πρέπει να ληφθούν μέτρα πολιτικής για να δοθεί κίνητρο στους πρόθυμους εργαζομένους να προβαίνουν σε συλλογικές διαπραγματεύσεις.

Facebook Comments