Το Κράτος τροφός και οι Πολίτες νήπια
Ας ξεκινήσουμε υπενθυμίζοντας το αυτονόητο. Οι κρατικές δαπάνες αποτελούν εισοδήματα για συγκεκριμένους ανθρώπους, ομάδες, συντεχνίες
Ας ξεκινήσουμε υπενθυμίζοντας το αυτονόητο. Οι κρατικές δαπάνες αποτελούν εισοδήματα για συγκεκριμένους ανθρώπους, ομάδες, συντεχνίες
Το ελλαδικό πολιτικό σύστημα διαχρονικά, στη προσπάθεια επιβίωσης και αναπαραγωγής του, συνήθισε να διανέμει ολοένα περισσότερους πόρους σε κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες, οι οποίες διέθεταν δύναμη και ήσαν σε θέση να τη χρησιμοποιήσουν για να πιέσουν τους πολιτικούς στη κατεύθυνση πρόσκτησης προνομίων και απολαβών. Κι αυτά ασχέτως των δυνατοτήτων της οικονομίας και του ύψους του παραγόμενου πλούτου.
Από τη μεταπολίτευση και μετά ο κρατισμός και ο πατερναλισμός ρίζωσαν οριστικά και αμετάκλητα στο εύφορο έδαφος που καλλιέργησαν η επαναστατικότητα, η μαχητική διεκδικητικότητα και ο μαξιμαλισμός, χαρακτηριστικά που διέκριναν την ελληνική κοινωνία. Οι πολίτες προεξέτειναν τη διεκδίκηση της ελευθερίας από τους περιορισμούς και τις απαγορεύσεις, που έζησαν κατά τη διάρκεια της επταετίας, στη διεκδίκηση των πάντων από το κράτος. Απαίτησαν το κράτος τροφό. Και βέβαια εκείνο τους έκανε το χατίρι. Με μοναδικό αρχικά αντάλλαγμα μια σχέση εξάρτησης των ωφελουμένων προσοδοθήρων από τους διανομείς των προσόδων. Oι πολίτες σταδιακά μετεβλήθησαν σε πελάτες των πολιτικών.
Δημιουργήθηκε έτσι μια εξαχρειωτική σχέση, στα πλαίσια της οποίας οι πολίτες εκβιάζουν τους πολιτικούς με το μοναδικό όπλο που διαθέτουν στη κοινοβουλευτική δημοκρατία, τη ψήφο τους. Η σχέση αυτή είναι αμφίδρομη, αφού οι πολιτικοί έχουν ανάγκη τη λαϊκή ψήφο για να επιβιώσουν πολιτικά, είτε ως πρόσωπα, είτε ως κομματικοί σχηματισμοί. Οπότε το σχήμα που παγιώθηκε είναι: οι πολιτικοί εφαρμόζουν αναδιανεμητικές – παροχικές πολιτικές προς τους πελάτες τους κι εκείνοι τους εξασφαλίζουν την επανεκλογή και την εξουσία να συνεχίσουν το ίδιο αλισβερίσι.
Τα κόμματα στην Ελλάδα δεν είναι κόμματα αρχών και ιδεών. Είναι πολυσυλλεκτικά συνονθυλεύματα, κόμματα προσωποπαγή, με διακριτή ιεραρχία και εσωτερική χαρτογράφηση. Αποτελούνται από βαρωνείες και φέουδα προώθησης και προαγωγής προσωπικών και συντεχνιακών συμφερόντων. Οι βαρωνείες συντίθενται από τον επικεφαλής τους και μελλοντικό διεκδικητή της κομματικής ηγεσίας και από την εσωτερική ιεραρχία του κομματικού στρατού, που τον συνδράμει στις επιδιώξεις του με το αζημίωτο.
Έτσι οι ισχυροί κομματικοί παράγοντες καλλιεργούν και συντηρούν τη σχέση εξάρτησης και συναλλαγής για να δώσουν τροφή στο όραμα τους για ανέλιξη, κάτι που περνάει μέσα από το συνεχές λάδωμα των ιμάντων λειτουργίας του συστήματος. Οι αδύναμοι κρίκοι πράττουν το ίδιο, στο βαθμό που τους επιτρέπεται, ώστε να ελπίζουν στην ενδυνάμωση του ρόλου τους.
Οι πολιτικοί διανέμουν το δημόσιο χρήμα, το χρήμα των φορολογουμένων, όχι ως συνετοί διαχειριστές του, αλλά ως νεόπλουτοι κάτοχοι και ιδιοκτήτες του. Και είναι ευνόητο ότι δεν πολυενδιαφέρονται για την αποτελεσματική, τη δίκαιη ή την ανταποδοτική διάθεση του, μα για την εξασφάλιση αποκλειστικά της υποστήριξης του κομματικού στρατού που ελέγχουν, ο οποίος κατ’ αυτό τον τρόπο μετατρέπεται σε στρατό κατοχής της χώρας, αφού τρέφεται από τις σάρκες της, για αλλότριο όφελος, σε βάρος των φορολογουμένων πολιτών, των πραγματικών δικαιούχων της ανταπόδοσης.
Το κράτος τροφός λειτουργεί απολύτως πατερναλιστικά. Θέτει τους πολίτες κάτω από τη σκέπη του και υπόσχεται να τους φροντίζει, να μεριμνά για τα προβλήματα τους και να τα επιλύει, τους εφησυχάζει, τους «αφαιρεί» την ατομική ευθύνη.
Μετά από 35 χρόνια η εξάρτηση μας από το κράτος είχε καταστεί τόσο μεγάλη, ώστε το ίδιο δεν άντεξε και πτώχευσε. Κατέρρευσε κάτω από το δυσβάστακτο βάρος του ίδιου του ρόλου που είχε αναλάβει. Με τη πτώχευση του συμπαρέσυρε όλους εκείνους που σιτίζονται και εξαρτώνται από αυτό.
Συνέβη αυτό που διαπιστώσαμε και πρίν 24 χρόνια με τις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού. Διότι και εκεί, στη κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων, συνετέλεσε καθοριστικά η πτώχευση του μοντέλου του κράτους πατερούλη.
Ο άνθρωπος από τη φύση του χρειάζεται την ελευθερία και το κίνητρο. Στις σοβιετικές κοινωνίες απουσίαζαν και τα δύο. Η στέρηση των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών επιβάλλεται μόνο με καταναγκασμό και η διάρκεια αυτού έχει ημερομηνία λήξης. Από την άλλη η απουσία κινήτρων βαλτώνει τον άνθρωπο. Εάν απουσιάζει η ζωογόνος εκείνη δύναμη, που σου υπόσχεται ένα καλύτερο αύριο, μια ανταμοιβή για τις προσπάθειες και τους κόπους σου, δεν έχεις λόγο να προσπαθήσεις για το καλύτερο. Απλά παριστάνεις πως εργάζεσαι και το κράτος παριστάνει πως σε πληρώνει.
Η χρεοκοπία του ελληνικού πατερναλισμού δεν έχει ακόμη ομολογηθεί επισήμως. Η ευρωζώνη, στη προσπάθεια της να διασώσει την ύπαρξη της, άπλωσε ένα δίχτυ ασφαλείας κάτω από τον αδύναμο κρίκο Ελλάδα. Ανέλαβε σε συνεργασία με το ΔΝΤ να μας χρηματοδοτήσει με ένα τεράστιο πακέτο ύψους 240 δίς, το μεγαλύτερο που έχει δοθεί ποτέ για διάσωση χώρας, προκειμένου να αποφύγουμε την επίσημη κήρυξη χρεοστασίου. Και ναι μεν ο βασικός στόχος επετεύχθη ως τώρα, υπήρξαν όμως παράπλευρες απώλειες. Δόθηκε η δυνατότητα στο άθλιο πολιτικό σύστημα που μας χρεοκόπησε να διασωθεί. Κι όχι μόνον αυτό. Αλλά με περισσό θράσος, διαπιστώνοντας το φόβο και την αμηχανία των εταίρων μπροστά στο άγνωστο που συνιστά μια πτώχευση χώρας της ευρωζώνης, διεκδικεί το μείζον. Επιχειρεί να σώσει και το alter ego του, το παρασιτικό πελατειακό οικοδόμημα του, το κράτος. Κι άρχισε να θέτει υπό μορφή κόκκινων απαραβίαστων γραμμών ως όρο στους δανειστές να μη θιγεί αυτό ακριβώς το οικοδόμημα.
Ποιο θα είναι τελικά το αποτέλεσμα αυτού του ιδιόμορφου μπράντ ντε φέρ μεταξύ των ευρωπαϊκών ελίτ και του ελληνικού παρασιτισμού θα καταδειχτεί στο τέλος του δρόμου. Η ευκαιρία πάντως να απαλλαγεί η ελληνική κοινωνία από το καταθλιπτικό βραχνά του πατερναλιστικού κράτους είναι μοναδική. Εάν όχι τώρα, τότε πότε;
Η σημερινή κυβέρνηση, όπως και οι προκάτοχοι της από το φθινόπωρο του 2009 και εντεύθεν, διαρκώς απολογείται στους πολίτες, διότι αναγκάζεται να αποδομεί το κράτος τροφό. Αντί να βγεί μπροστά και να μιλήσει τη γλώσσα της αλήθειας, αντί να εξηγήσει ότι η επιστροφή στο φαύλο και αδιέξοδο παρελθόν δεν είναι εφικτή, οχυρώνεται πίσω από την επικοινωνιακή «φωτογραφία» των έξωθεν πιέσεων και εμφανίζεται ενεργούσα παρά τη θέληση της εξαναγκαζόμενη για το καλό της χώρας.
Αντί να ωθήσει τους πολίτες να δημιουργούν και να παράγουν, αντί να βελτιώσει το καταθλιπτικό επενδυτικό περιβάλλον και να απελευθερώσει τις αγορές, ώστε η οικονομία να εξέλθει ταχύτερα από τη κρίση, μιλάει για έξοδο από το μνημόνιο, που σημαίνει επάνοδο στην εξάρτηση από το κράτος. Το εφεύρημα της πολιτικής διαπραγμάτευσης τι άλλο είναι άραγε, αν όχι η άρνηση υλοποίησης των ζωογόνων μεταρρυθμίσεων που θα αλλάξουν την εικόνα της οικονομίας;
Πλήν ελαχίστων εξαιρέσεων, τα στελέχη της ΝΔ παραμένουν κήρυκες του κρατισμού, αποδεικνύοντας στη πράξη ότι η χρήση επιθετικών προσδιορισμών (ριζοσπαστικός, κοινωνικός κλπ) στην έννοια του φιλελευθερισμού απλά ακυρώνει την ουσία της έννοιας και συγκαλύπτει τις μύχιες πατερναλιστικές επιδιώξεις τους.
Ο λαϊκοδεξιός κοινωνισμός ελάχιστα διαφέρει από τον παρεοκρατικό παρασιτικό σοσιαλισμό του Πασοκ. Οι έννοιες της ατομικής πρωτοβουλίας και της ατομικής ευθύνης, όπου καθένας δρά ποικιλοτρόπως και είναι υπεύθυνος για τον εαυτό του και για όσα επιτυγχάνει στη ζωή του, προφανώς τους είναι άγνωστες ή απωθητικές.
Για το σύριζα και τα λοιπά κόμματα της αριστεράς δεν χρειάζεται ιδιαίτερη μνεία. Η αντίληψη τους είναι απολύτως συμβατή με την εμπλοκή – ενασχόληση του κράτους σε όλη της σφαίρα της δημόσιας και ιδιωτικής ζωής. Ο πολίτης δεν πρέπει να κάνει με δική του πρωτοβουλία τίποτε, πέραν του να διαμαρτύρεται, να απαιτεί, να διεκδικεί, να μαξιμαλίζει ασύστολα. Και να εμπιστεύεται τις τύχες του στο κράτος.
Την ίδια αντίληψη δυστυχώς καλλιεργούν και τα μέσα ενημέρωσης, πρωτίστως τα τηλεοπτικά, που διαμορφώνουν τη κοινή γνώμη. Καθημερινά προβάλλουν κοινωνικές ή επαγγελματικές ομάδες που διαμαρτύρονται διότι το κράτος δεν ικανοποίησε τα «δίκαια» αιτήματα τους. Αυτά είναι τα συμπεριφορικά πρότυπα που προβάλλονται. Όλοι ζητούν, διεκδικούν οδυρόμενοι, να περισώσουν κεκτημένα άλλων εποχών και να μεταθέσουν τα βάρη στους πλέον αδύναμους της κοινωνίας, εκείνους που αδυνατούν να αντιπαραθέσουν αποτελεσματικές άμυνες, επειδή δεν διαθέτουν συνδικαλιστική εκπροσώπηση και συγκροτημένες ομάδες πίεσης. Ουδείς αναλαμβάνει τις δικές του ευθύνες. Και το πνεύμα αυτό εντείνεται με τα παιδαριώδη ερωτήματα ή σχόλια των παρουσιαστών.
Αυτό είναι το δράμα της ελληνικής κοινωνίας, όπως διαμορφώθηκε τη τελευταία 35ετία. Δημιουργήθηκε ένα τερατώδες οικοδόμημα με σαθρά θεμέλια, ένα κράτος τροφός των πάντων, που σταδιακά ευνούχησε τους πολίτες και τους διαπαιδαγώγησε να συμπεριφέρονται ως νήπια. Τώρα αδυνατεί να εκπληρώσει το ρόλο του. Αλλά σύσσωμο το πολιτικό σύστημα δεν επιθυμεί με τίποτε να το αφήσει να καταρρεύσει. Ο σύριζα γι αυτό ανέρχεται και ευρίσκεται προ των πυλών της εξουσίας. Χαϊδεύει τα αυτιά των νηπίων, ώστε να εξεγερθούν και να συμβάλλουν στη παλινόστηση (κατ’ εμέ «διατήρηση», αφού ακόμη παραμένει άθικτο) του κράτους τροφού.
Facebook Comments