Πολύ φοβάμαι ότι τα δύσκολα τώρα αρχίζουν
Με οδυνηρό αποτέλεσμα για την οικονομία και την κοινωνία μας, που υποφέρει. Άραγε το σκηνικό αυτό θα επαναληφθεί κι αυτή τη φορά;
Με οδυνηρό αποτέλεσμα για την οικονομία και την κοινωνία μας, που υποφέρει. Άραγε το σκηνικό αυτό θα επαναληφθεί κι αυτή τη φορά;
Η επιστροφή των επικεφαλής της τρόϊκας κι η επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων για την γ’ αξιολόγηση, επανέφερε μοιραία σε όλους μας τις μνήμες των ατέρμονων και κουραστικών διαπραγματεύσεων για την α’ και β’ αξιολογήσεων, που κράτησαν, χωρίς πραγματικό λόγο, παρά μόνον για προπαγανδιστικούς, πολύ περισσότερο από ότι χρειαζόταν. Με οδυνηρό αποτέλεσμα για την οικονομία και την κοινωνία μας, που υποφέρει. Άραγε το σκηνικό αυτό θα επαναληφθεί κι αυτή τη φορά; Ουδείς μπορεί να πει με βεβαιότητα. Ασφαλώς και η κυβέρνηση, διά στόματος του πρωθυπουργού Αλ. Τσίπρα και των υπουργών του, δηλώνει έτοιμη να την ολοκληρώσει πολύ σύντομα. Τα ίδια όμως έλεγε και πέρυσι και πρόπερυσι. Όμως οι αξιολογήσεις που έπρεπε να κλείσουν μέσα σε λίγες βδομάδες παρατείνονταν διαρκώς. Σήμερα τα πράγμα τα δείχνουν καλύτερα κι ευνοϊκότερα. Κι η κυβέρνηση, τουλάχιστον στα λόγια, ωριμότερη. Είναι όμως; Επιτρέψτε μου να αμφιβάλλω.
Ακόμα σήμερα, μια βδομάδα προτού εκπνεύσει η τελευταία προθεσμία για την εκταμίευση της υποδόσης των 800 εκατ ευρώ, που εκκρεμεί από την β’ αξιολόγηση, οι κυβερνώντες δεν έχουν τελειώσει με την συμφωνία, που είχαν υπογράψει. Κι η υποδόση μπορεί να χαθεί οριστικά αν μέσα σε ελάχιστο χρόνο δεν ικανοποιηθούν οι δανειστές, ότι προχωρούν η απονομή των συντάξεων, κύριων κι επικουρικών, που εκκρεμούν κι αν δεν συνεχιστεί ομαλά η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς ιδιώτες προμηθευτές του.
Έστω κι αν την ύστατη στιγμή, η υποδόση σωθεί, αυτό δεν σημαίνει ότι η γ’ αξιολόγηση προχωρεί κανονικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ θεωρητικά τουλάχιστον θα έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί πριν από το τελευταίο Eurogroup του έτους, που θα πραγματοποιηθεί στις 5 Δεκεμβρίου, έχουν υλοποιηθεί λιγότερα από το 20% των προαπαιτουμένων. Ακόμα κι αν η σιωπηρή παράταση της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης έχει μετατεθεί για τις αρχές του νέου έτους, παραμένει αμφίβολο αν αυτό θα καταστεί εφικτό μέχρι τότε. Ενώ ταυτόχρονα ανοίγουν σημαντικά ζητήματα, που αφορούν την γενικότερη στρατηγική της κυβέρνησης ενόψει των επόμενων εκλογών, που έχουμε προβλέψει ότι θα πραγματοποιηθούν το αργότερο μέχρι τον Οκτώβριο 2018.
Κατ’ αρχάς, το πρωτογενές πλεόνασμα. Για φέτος ο στόχος είναι 1,75%. Κι η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι θα τον υπερβεί και θα φτάσει στο 2,2% προκειμένου να είναι εις θέσιν να διανείμει, για προπαγανδιστικούς και μόνον σκοπούς, το περιβόητο «κοινωνικό μέρισμα», που όπως έχει ανακοινωθεί δια των πλέον επισήμων χειλέων θα είναι 1000 ευρώ σε 1 εκατ αναξιοπαθούντες συμπολίτες μας, χωρίς να έχει διευκρινισθεί με ποια κριτήρια αυτοί θα επιλεγούν.
Όμως μέχρι στιγμής δεν φαίνεται να έχει επιτευχθεί καν ο στόχος του 1,75% και πόσο μάλλον του 2,2%. Όπως μάλιστα είπε το περασμένο Σάββατο σε τηλεοπτική του συνέντευξη ο πρώην διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γ. Προβόπουλος, είναι λίαν αφύσικο μια καταχρεωμένη, ουσιαστικά χρεοκοπημένη χώρα, να μοιράζει χρήματα, που δεν έχει. Αυτό πιστεύουν κι οι δανειστές, που εκτιμούν ότι αν τελικά επιτευχθεί «υπερπλεόνασμα» άνω του 1,75% του ΑΕΠ, αυτό πρέπει να κατευθυνθεί κυρίως στην έκδοση των νέων συντάξεων και στην αποπληρωμή των προμηθευτών του Δημοσίου. Αυτό όμως είναι πολύ σημαντικό για τον κ. Τσίπρα. Διότι αν δεν καταφέρει να δώσει 1000 ευρώ σε ένα εκατ πολίτες, για μια ακόμα φορά θα εμφανισθεί ανακόλουθος. Και δεν θα μπορέσει να προσεταιρισθεί στρώματα του πληθυσμού, που είναι άκρως δυσαρεστημένα από την πολιτική του.
Το δεύτερο «αγκάθι» έχει να κάνει με το πρωτογενές πλεόνασμα του 2018. Τότε ο στόχος είναι 3,5%. Κάτι που όλοι από την πλευρά τους συμφωνούν ότι είναι εξαιρετικά δύσκολο έως απίθανο να επιτευχθεί χωρίς την λήψη νέων μέτρων. Οι δανειστές προβλέπουν ένα «άνοιγμα» 800-900 εκατ για το 2018.
Και φυσικά το τρίτο αγκάθι έχει να κάνει με την στάση του ΔΝΤ, που ακριβώς επειδή δεν πιστεύει ότι δεν πρόκειται να επιτευχθεί το πλεόνασμα για το 2018, έχει δύο επιλογές. Είτε να απαιτήσει τη λήψη νέων μέτρων, μεταφέροντας ενδεχομένως την μείωση των συντάξεων και του αφορολογήτου νωρίτερα, είτε να αποχωρήσει από το πρόγραμμα, με τις σοβαρές επιπτώσεις, που αυτό θα έχει γενικότερα στις πολύπλοκες σχέσεις της Ελλάδας με τους δανειστές της και τους ευρωπαίους εταίρους της. Γι’ αυτό, ότι κι αν λένε ο κ.Τσίπρας κι οι σύντροφοι του, τα δύσκολα είναι μπροστά μας κι όχι πίσω μας.
Facebook Comments