«Από τον φόβο περνάμε στην κανονικότητα, από την αμφισβήτηση στον σεβασμό», λέει στο πρόσφατο (προεκλογικό;) σποτάκι ο Αλέξης Τσίπρας. Η κανονικότητα, η οποία αποτελεί πλέον το σύνθημα του Έλληνα Πρωθυπουργού και των λοιπών την συγκυβέρνησης, είναι η υπερφορολόγηση, η συνεχής μείωση των συντάξεων και των εισοδημάτων, η μείωση του αφορολόγητου ορίου, τα υψηλά πλεονάσματα και η σκληρή εποπτεία η οποία δίνει το δικαίωμα στους δανειστές να επιβάλλουν νέα μέτρα όποτε και αν το κρίνουν.

Ποια η διαφορά λοιπόν της μνημονιακής με την μετα-μνημονιακή εποχή; Εγώ προσωπικά δεν την καταλαβαίνω. Επίσης, αυτό που είναι ξεκάθαρο είναι πως αμφισβήτηση καλά κρατεί. Αυτό είναι το μήνυμα που δίνουν οι αγορές αυτή τη στιγμή σε ότι αφορά την Ελλάδα. Γιατί αν έβλεπαν ότι η κατάσταση στη χώρα ομαλοποιείται, εάν τα σύννεφα της αβεβαιότητας είχαν σβηστεί, τρεις μήνες πριν την «καθαρή» (και καλά) έξοδο από το μνημόνιο, δεν θα έστελναν τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων από το 3,6% στο 4,5% plus, μέσα σε τρεις μήνες. Το μήνυμα που στέλνουν οι αγορές είναι πως η κανονικότητα του κ. Τσίπρα είναι άκρως επικίνδυνη και δεν διασφαλίζει καμία προστασία της Ελλάδας απέναντι σε ένα ακόμη πιθανό μνημόνιο στο μέλλον.

Εάν υπήρχε κανονικότητα, τότε ο δρόμος προς τη νέα έξοδο στις αγορές θα ήταν ορθάνοικτος αυτή τη στιγμή. Τότε η κυβέρνηση δεν θα διαμήνυε πως θέλει μεν να προχωρήσει σε νέες εκδόσεις ομολόγων, αλλά οι αγορές δεν της το επιτρέπουν ακόμα. Αν υπήρχε κανονικότητα, η Ελλάδα θα προχωρούσε στο σήμα-κλειδί της εξόδου από το μνημόνιο, που εκτός από την συσσώρευση σημαντικού μαξιλαριού ρευστότητας, είναι η έκδοση ενός νέου 10ετούς ομολόγου. Αυτό είναι το μεγάλο τεστ μιας χώρας που θέλει να αποδείξει ότι μπορεί να σταθεί μόνη της στις αγορές και να βρίσκει χρηματοδότηση χωρίς την ύπαρξη ενός προγράμματος. Αυτό έκαναν όλες οι άλλες χώρες που βρέθηκαν σε πρόγραμμα. Η Ιρλανδία τρεις μήνες πριν βγει από το μνημόνιο προχώρησε στο ορόσημο της έκδοσης νέου 10ετούς ομολόγου. Η Πορτογαλία  εξέδωσε δύο φορές 10ετείς τίτλους, την μία έναν χρόνο πριν την έξοδο, και την άλλη τέσσερις μήνες πριν βγει από το πρόγραμμα. Η Κύπρος, το φθινόπωρο του 2015 και περίπου έξι μήνες πριν βγει από το δικό της μνημόνιο, σφράγισε αυτήν της την έξοδο με έκδοση 10ετούς επίσης.

Η Ελλάδα, πού βρίσκεται αυτή τη στιγμή, τρεις μήνες πριν την «καθαρή έξοδο»; Βρίσκεται με την… ελπίδα στο χέρι και στο έλεος των αγορών. Όπως δήλωσε πρόσφατα αξιωματούχος του ΥΠΟΙΚ, η Ελλάδα θέλει έως το τέλος του έτους να βγει στις αγορές με 10ετές, ωστόσο το timing είναι ακόμη άγνωστο. Ο λόγος; Αυτή τη στιγμή το κλίμα δεν είναι καθόλου ευνοϊκό, ούτε διεθνώς αλλά ούτε και (ειδικώς) απέναντι στην Ελλάδα. Οι πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία απέδειξαν πόσο ευάλωτη παραμένει η Ελλάδα στα εξωτερικά σοκ. Έτσι, και παρά το γεγονός ότι είμαστε ακόμη σε πρόγραμμα, οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων σημείωσαν την ίδια ακριβώς ακραία συμπεριφορά όπως αυτές των ιταλικών ομολόγων, και αυξήθηκαν στα υψηλότερα επίπεδα του τελευταίου εξαμήνου.

Αυτή η «συμπεριφορά» των αγορών απέναντι στην Ελλάδα οφείλεται στο ότι η χώρα μας θεωρείται για τους επενδυτές αναδυόμενη αγορά, άρα αγορά με υψηλό ρίσκο. Τα ελληνικά ομόλογα βρίσκονται ακόμη πολύ μακριά από την κατηγορία του «επενδυτικού βαθμού» που θα αποτελούσε για τους επενδύτες ένα σήμα «ασφάλειας» της επένδυσής τους. Επιπλέον, η απουσία ακόμη μίας ουσιαστικής ελάφρυνσης του χρέους, κάνει την επενδυτική κοινότητα ιδιαίτερα δύσπιστη σε ότι αφορά την «κανονικότητα» στην οποία μπορεί να βρεθεί η Ελλάδα μετά τον Αύγουστο, ειδικά την στιγμή που το περιβάλλον στις αγορές θα αλλάξει ριζικά.

Το περιβάλλον με το οποίο θα βρεθεί αντιμέτωπη η Ελλάδα βγαίνοντας από το μνημόνιο, διαφέρει κάθετα από αυτό στο οποίο είχαν βρεθεί αντιμέτωπες οι άλλες χώρες των μνημονίων. Όταν Ιρλανδία, Πορτογαλία και Κύπρος βγήκαν από τα δικά τους προγράμματα και επέστρεψαν στις αγορές, είχαν τη στήριξη της εξαιρετικά χαλαρής νομισματικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δηλαδή ιστορικά χαμηλά επιτόκια και το QE στον ορίζοντα. Η Ελλάδα όμως θα βγει από το πρόγραμμα σε μία περίοδο όπου στον ορίζοντα θα βρίσκεται η σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, δηλαδή θα βρεθούμε σε ένα περιβάλλον όπου το κόστος δανεισμού στην ευρωζώνη θα αρχίσει να παίρνει την ανιούσα, με το τέλος του QE και την αύξηση των επιτοκίων προσεχώς.

Αυτό σημαίνει πολλά για το πόσο εφικτή και βιώσιμη θα είναι η πρόσβαση της Ελλάδας στις αγορές μετά τον Αύγουστο. Το κόστος δανεισμού μας είναι ήδη αυξημένο και με δεδομένο ότι η νομισματική πολιτική αλλάζει, θα αυξηθεί ακόμη περισσότερο. Θα αντέχει η Ελλάδα να βγαίνει στις αγορές με τις αποδόσεις των 10ετών στα ύψη; Αυτή την κανονικότητα δεν την έχει λάβει υπόψη ο κ. Τσίπρας. Και αυτή η «κανονικότητα» κινδυνεύει να μας ξαναστείλει στον μονόδρομο των μνημονίων απλά και μόνο επειδή πολιτικά επιλέγει να μην προσφύγει σε προληπτική γραμμή στήριξης.

Facebook Comments