Για άλλη μια φορά αποδείχθηκε ο Αλέξης Τσίπρας αντί να χορεύει τις αγορές όπως έχει πει κάποτε, τελικά σκύβει το κεφάλι και συμβιβάζεται, παρά τις ηρωικές δηλώσεις ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μας έβγαλε από τα μνημόνια, έφερε την ανάκαμψη της οικονομίας και οδήγησε την χώρα σε έξοδο στις αγορές. Όχι κ. Τσίπρα. Οι συμβιβασμοί το έκαναν αυτό. Η πολιτική των δανειστών. Το ότι οι θεσμοί είναι ικανοποιημένοι. Το ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να κάνει βήμα χωρίς το ok των θεσμών. Το ότι ο Αλέξης Τσίπρας έκανε την αριστερά συνώνυμη με το «ναι σε όλα». 

Όπως άλλωστε ομολόγησε ο ίδιος σε πρόσφατη συνέντευξή του στο περιοδικό Economist. «Έχουμε αποδείξει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κόμμα των συμβιβασμών και ότι ηγείται στον χώρο της Κεντροαριστεράς. Είμαστε ένα κόμμα της ευρωπαϊκής κυβερνώσας αριστεράς και όταν κυβερνάς πρέπει να κάνεις συμβιβασμούς», όπως είπε. Και για μία ακόμη φορά αυτό έκανε, για να λάβει την δόση των 1 δισ. ευρώ περίπου από το Eurogroup, καθώς η μη εκταμίευσή της θα έσκαβε λακκούβες στο δρόμο προς τις κάλπες, και τα πράγματα θα ήταν πολύ χειρότερα για τον ΣΥΡΙΖΑ από ότι δείχνουν οι δημοσκοπήσεις. Αυτή τη φορά ωστόσο, ο Αλέξης Τσίπρας συμβιβάστηκε με πολύ μεγαλύτερη άνεση. Αυτά στα οποία δεσμεύθηκε για να ικανοποιήσει τους θεσμούς, θα πρέπει να τα… τηρήσουν οι επόμενοι.

Το μήνυμα του Eurogroup ήταν ξεκάθαρο. Δεν υπάρχει κανένα περιθώριο οπισθοχώρησης στα συμφωνηθέντα. Έτσι, το οικονομικό επιτελείο αναγκάστηκε να συμβιβαστεί για μία ακόμη φορά, με σκοπό όμως να εισπράξει όχι κάποιο δάνειο αλλά κάποια… χρωστούμενα. Σε αυτό το σημείο έχουμε φτάσει. Να πρέπει να σκύβουμε το κεφάλι για να λάβουμε αυτά που μας ανήκουν, όχι τα λεφτά των άλλων. Κατά τα άλλα έχουμε βγει από τα μνημόνια! Ακόμα και το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι θα επιτρέψουν την πρόωρη μόνο εξόφληση μέρους των ακριβότερων δανείων του ΔΝΤ, ποσό δηλαδή που θα συνεχίσει να έχει την Αθήνα «δεμένη» με το πρόγραμμα αυξημένης επιτήρησης του Ταμείου, αποτελεί μία ακόμη απόδειξη ότι συνεχίζουν να μας έχουν στο λουρί.

Ο συμβιβασμός λοιπόν ήταν η δέσμευση ότι θα συνεχιστεί η τήρηση όλων των δεσμεύσεων που έχει κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, όποιος και αν είναι στην εξουσία αύριο. Πρώτη και κύρια δέσμευση, η μείωση του αφορολόγητου ορίου, ναι αυτή για την οποία η κυβέρνηση έχει αφήσει ορθάνοιχτο παράθυρο να ακυρωθεί. Στην ανακοίνωση του Eurogroup αναφέρεται ξεκάθαρα η δέσμευση για διεύρυνση της φορολογικής βάσης και για άλλες φιλικές φορολογικές μεταρρυθμίσεις, που θα διασφαλίσουν αναπτυξιακά μέτρα και στενευμένα κοινωνικά προγράμματα. Επιπλέον το Eurogroup υπενθύμισε στον ΣΥΡΙΖΑ ότι έχει δεσμευθεί για τον μηδενισμό των ληξιπρόθεσμων οφειλών, την είσπραξη των φόρων και των εισφορών, τις προσλήψεις στο Δημόσιο τομέα, τις ιδιωτικοποιήσεις, καθώς και την μεταρρύθμιση της αγοράς εργασίας. Φυσικά, δεν παραλήφθηκε να τονιστεί πως πρέπει να συνεχιστούν οι μεταρρυθμίσεις στις τράπεζες και η επιτάχυνση των πλειστηριασμών καθώς και ο νέος νόμος Κατσέλη ο οποίος θα λήξει και πάλι στα τέλη του 2019.

Οι δεσμεύσεις τις οποίες αναγκάστηκε να επαναλάβει το οικονομικό επιτελείο έχουν να κάνουν με το ότι οι Ευρωπαίοι δεν εμπιστεύονται ακόμη την ελληνική κυβέρνηση. Ανησυχούν πως εν όψει εκλογών και λόγω της κατρακύλας στις δημοσκοπήσεις, ο Αλέξης Τσίπρας θα… τινάξει την μπάνκα των παροχών στον αέρα. Ακόμη δεν έχουν πειστεί για το κατά πόσο η συμφωνία της ενισχυμένης εποπτείας αντέχει την μείωση κατά 11% του κατώτατου μισθού. Τον φόβο ότι η προεκλογική περίοδος μπορεί οδηγήσει σε εκτροχιασμό των εσόδων και άρα στη μη επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, εξέφρασε και η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων στο επιχειρησιακό σχέδιο για το 2019. Πιο αναλυτικά, στην παράγραφο για την «Πολιτική Σταθερότητα», η ΑΑΔΕ  τόνισε πως  προεκλογική περίοδος αποτελεί καταλύτη στην εξέλιξη των δημοσιονομικών μεγεθών και δεικτών. Δημιουργεί αβεβαιότητα στους πολίτες, που μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην τρέχουσα και μελλοντική παραγωγή και απασχόληση, στο κόστος δανεισμού και στις τραπεζικές χορηγήσεις. Επομένως, η επίδραση του εκλογικού κύκλου στην οικονομία, αν και περιορίστηκε την περίοδο εφαρμογής των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής, χρήζει ιδιαίτερης προσοχής, καθώς ενδέχεται να συντελέσει στη μη έγκαιρη καταβολή φόρων, στη δημιουργία νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών και γενικότερα στη μη εκπλήρωση των φορολογικών υποχρεώσεων.

Πάντως, αν και ο κ. Τσίπρας κατάφερε μέσω της μεγάλης κωλοτούμπας σε σχέση με αυτά που τον είχαν φέρει στην εξουσία το 2015, να ηρεμήσει το κλίμα των αγορών απέναντι στην Ελλάδα, αυτό στο οποίο απέτυχε είναι να φέρει ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης, αντίθετα με άλλες χώρες που βγήκαν από τα μνημόνια. Η Ιρλανδία και η Κύπρος, για παράδειγμα, στο έτος που ακολούθησε την “έξοδό” τους, είδαν την ανάπτυξη του ΑΕΠ τους να εκτινάσσεται στα επίπεδα του 4,8% και του 4% αντίστοιχα.

Οι αγορές στέλνουν εδώ και καιρό το μήνυμα ότι αυτό που ζητούν από τη χώρα ώστε να την “πιστέψουν” μακροπρόθεσμα και έτσι να αποτελέσουν τα ελληνικά assets μέρος των χαρτοφυλακίων των διεθνών επενδυτών, είναι η ανάπτυξη και οι επενδύσεις, δύο καταλύτες που προς το παρόν απουσιάζουν. Γι αυτό άλλωστε και θεωρούν τις γενικές εκλογές του 2019 μία θετική εξέλιξη για την Ελλάδα, ενώ γενικότερα η διεξαγωγή εκλογών σε μία χώρα τείνει να θεωρείται παράγοντας αβεβαιότητας και πολλές φορές πολιτικού κινδύνου. Όπως σημειώνουν, οι εκλογές ενισχύουν τις προοπτικές της χώρας καθώς –σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις– το πιθανότερο σενάριο είναι πως θα προκύψει μία κυβέρνηση φιλική προς την αγορά, φιλική προς την ανάπτυξη και φιλική προς τις επενδύσεις.

Facebook Comments