Είμαστε πια μια ανάσα από την εκλογική αναμέτρηση της 7ης Ιουλίου και οργιάζουν τα στοιχηματικά γραφεία δίνοντας 94% πιθανότητα για νίκη της ΝΔ εκ του οποίου 73% πιθανότητα για νίκη με αυτοδυναμία. Ποιοί όμως λόγοι ζωγραφίζουν τον πίνακα της επερχόμενης συντριβής του ΣΥΡΙΖΑ;

Η φτώχεια απομακρύνει τους ψηφοφόρους από τον ΣΥΡΙΖΑ

Το κόμμα του Αλέξη Τσίπρα παρέλαβε τη φτώχεια στο 36% και την παραδίδει 31,8%, δηλαδή μόλις τέσσερις μονάδες κάτω μέσα σε μια τετραετία, παρά το ότι η οικονομία εισήλθε στο πεδίο της ανάπτυξης. Η επιδοματική πολιτική ήταν…παρηγοριά στον άρρωστο, αφού δεν απελευθέρωσε τους Έλληνες πολίτες από τη φυλακή της φτώχειας.

Το εκλογικό ακροατήριο του ΣΥΡΙΖΑ ήταν στην πλειοψηφία του ενταγμένο σε μεσαία και φτωχά στρώματα και τα αποτελέσματα της Τσακαλώτειας πολιτικής το στέλνουν ούτε καν σε άλλα αριστερά κόμματα, αλλά στην αποχή. Αυτός είναι και ο λόγος που η συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ κινείται σε βαρομετρικό χαμηλό.

Μια από τις βασικές αίτίες της φτώχειας η ανεργία

Με βάση οικονομετρική μελέτη που διεξήγαγα η σχέση φτώχειας-ανεργίας είναι υψηλά θετική ήτοι 89%. Δηλαδή όταν ανεβαίνει το ποσοστό ανεργίας, ανεβαίνει και το ποσοστό της φτώχειας 9 στις 10 περιπτώσεις περίπου.

Πέραν όμως αυτού υπάρχει και αιτιώδης σχέση. Ο οικονομετρικός έλεγχος αιτιότητας κατά Granger μας έδειξε ότι υπάρχει πιθανότητα 99,87% η ανεργία να προκαλεί αύξηση της φτώχειας.

 

 

 

 

Αρκεί να παρατηρήσει κανείς το ακόλουθο διάγραμμα:

 

 

 

 

 

 

 

 

Η αργή μείωση της ανεργίας είχε σαν αποτέλεσμα την ακόμη πιο αργή μείωση της φτώχειας. Αυτό πέρα από το φαινόμενο υστέρησης της ανεργίας που υπάρχει σε κάθε οικονομία, οφείλεται σε αστοχίες πολιτικής.

Κάθε μείωση της ανεργίας κατά 1% πηγαίνει αγκαζέ με μείωση της φτώχειας 0,38% όπως μας δείχνει ο οικονομετρικός έλεγχος με πιθανότητα αυτό να ισχύει περίπου 80%:

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις απουσιάζουν, η ανεργία τατουάζ στο σώμα της οικονομίας

Ο ΣΥΡΙΖΑ αντί να ρίξει το υπερπλεόνασμα σε δημόσιες επενδύσεις ή σε μείωση της φορολογίας για την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων, προτίμησε την επιδοματική πολιτική.

Τα επιδόματα αποτελούν μεταβιβαστικές πληρωμές, δηλαδή απλή μεταβίβαση χρήματος, δεν αποτελούν παραγωγική δαπάνη, δεν δημιουργούν παραγωγή.

Γι αυτό και το πολλαπλασιαστικό τους αποτέλεσμα είναι ισχνό. Κάθε 1 ευρώ επιδόματα αυξάνει το εισόδημα στην οικονομία κατά 1,4 ευρώ περίπου, ενώ κάθε 1 ευρώ δημόσιας επένδυσης το αυξάνει κατά 5,45 ευρώ.

 

 

 

 

 

 

 

 

Ο λόγος απλός : Με επενδύσεις δημιουργούνται θέσεις εργασίας και η ανεργία υποχωρεί ενώ αυξάνεται η εγχώρια παραγωγή. Αντίθετα τα επιδόματα πηγαίνουν απευθείας στην κατανάλωση, από κάθε ένα ευρώ τα 73 λεπτά. Από αυτά τα 32 λεπτά φεύγουν στο εξωτερικό γιατί αγοράζονται εισαγόμενα αγαθά, οπότε το όφελος είναι μικρότερο για την εγχώρια οικονομία. Οι θέσεις εργασίας που δημιουργούνται είναι πολύ λιγότερες στην περίπτωση των επιδομάτων σε σχέση με τις επενδύσεις. 

Facebook Comments