Διπλό… αιφνιδιασμό στις αγορές επεφύλασσε ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, με δύο κινήσεις-ματ οι οποίες ενίσχυσαν τα ταμειακά διαθέσιμα του Ελληνικού Δημοσίου με ιστορικά χαμηλά κόστη δανεισμού και έστειλαν ένα σαφές μήνυμα ότι η Ελλάδα, παρά το τεράστιο σοκ τα κρίσης από την πανδημία η οποία συνεχίζεται, δεν αντιμετωπίζει το παραμικρό πρόβλημα χρηματοδότησης και ρευστότητας.

Η πρώτη κίνηση, την οποία κανείς δεν είχε υπολογίσει, ήταν η win-win ανταλλαγή ελληνικών ομολόγων με ελληνικές συστημικές τράπεζες. Η δεύτερη, την οποία δεν ανέμενε η αγορά τη συγκεκριμένα χρονική στιγμή λόγω και του swap αυτού που προηγήθηκε, ήταν η έκδοση-ορόσημο του νέου 10ετούς ομολόγου. Το αποτέλεσμα; Τα ταμειακά διαθέσιμα διαμορφώνονται στα 36,7 δισ. ευρώ ( και κατά 5,5 δις. ευρώ υψηλότερα από πριν 10 μέρες) και κοντά στα επίπεδα των 37,5 δισ. ευρώ που κινούνταν πριν την πανδημία, με το ΥΠΟΙΚ να έχει γεμάτο το οπλοστάσιό του για τη στήριξη της οικονομίας τη στιγμή που και η ΕΚΤ συνεχίζει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα και να διασφαλίζει την ελκυστικότητα της Ελλάδας.

Πιο αναλυτικά, την τρίτη εβδομάδα του Ιανουαρίου, μετά από μία πολύ καλά σχεδιασμένη στρατηγική, ο ΟΔΔΗΧ την προχώρησε σε νέα ανταλλαγή κρατικών ομολόγων με ελληνικές συστημικές . Από τον περασμένο Δεκέμβριο ο ΟΔΔΗΧ λειτουργεί σαν… broker, ανταλλάσσοντας και μεταφέροντας μεταξύ των ελληνικών τραπεζών, ελληνικά ομόλογα διαφορών διαρκειών, με βάση το ομόλογο 30ετούς διάρκειας (λήξης 2050) που εκδόθηκε τον Φεβρουάριο του 2020 με στόχο το swap τίτλων με την Εθνική Τράπεζα. Έτσι στις 20 Ιανουαρίου αντάλλαξε  με Πειραιώς και Εθνική περαιτέρω τίτλους, με το re-opening του 30ετούς ομολόγου καθώς και το «άνοιγμα» διαφόρων άλλων εκδόσεων ομολόγων διάρκειας 7 έως 22 ετών.

Ο πρώτος και βασικός στόχος σε οποιαδήποτε κίνηση του ΟΔΔΗΧ είναι η βελτίωση του αξιόχρεου της Ελλάδας με κινήσεις σωστής και «έξυπνης»« διαχείρισης του χρέους. Στους στόχους ωστόσο του οργανισμού, ο οποίος είναι και στην Επιτροπή Παρακολούθησης που επιβλέπει την εξέλιξη των τιτλοποιήσεων υπό το σχέδιο «Ηρακλής», είναι και να προχωρά σε κινήσεις μέσω των οποίων βελτιώνεται και η θέση των ελληνικών τραπεζών σε ότι αφορά το επίπεδο των κόκκινων δανείων έτσι ώστε να διευκολυνθεί η συμμετοχή τους στο εν λόγω σχέδιο.

Με τον τρόπου αυτό, το Ελληνικό Δημόσιο άντλησε 2,09 δισ. ευρώ με επιτόκιο της επανέκδοσης του 30ετούς να κινείται στο 1,3%-1,4% που και ιστορικά χαμηλό επίπεδο.  Αυτό σημαίνει πως βελτιώθηκε αυτόματα το προφίλ βιωσιμότητας του χρέους με το κόστος εξυπηρέτησης να παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Την ίδια στιγμή, οι ελληνικές συστημικές τράπεζες σημείωσαν κέρδη μέσω των οποίων ενίσχυσαν περαιτέρω τα κεφάλαιά τους. Σημειώνεται πως πλέον, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες έχουν καταγράψει κέρδη άνω του 1 δισ. ευρώ μέσω swap ελληνικών ομολόγων από τις αρχές του 2020 έως σήμερα.

Μία εβδομάδα αργότερα, και ενώ η αγορά ανέμενε πλέον πως η πρώτη έξοδος της Ελλάδας στις αγορές θα αργήσει και πάει για Φεβρουάριο λόγω και της άντλησης των 2 δισ. ευρώ αυτών, ο ΟΔΔΗΧ έκανε και πάλι την έκπληξη, ξαφνιάζοντας θετικά τους επενδυτές, όπως έδειξε και το αποτέλεσμα. Προχώρησε στην έκδοση του νέου 10ετούς, αντλώντας περαιτέρω 3,5 δισ. ευρώ, και σπάζοντας και δύο ρεκόρ. Αυτό του μεγαλύτερου στην ιστορία βιβλίου προσφορών για ελληνικό κρατικό τίτλο ( πάνω απλό 29 δισ. ευρώ έφτασαν η προσφορές) καθώς και του νέου ιστορικού χαμηλού που σημείωσε το κόστος δανεισμού (στο 0,807% η απόδοση του νέου τίτλου).

Παρά τον αιφνιδιασμό, το timing και η διάρκεια της έκδοσης, δεν ήταν τυχαία. Ο ΟΔΔΗΧ εδώ και καιρό είχε αποφασίσει την έκδοση 10ετίας, που αποτελεί «ορόσημο», για το ντεμπούτο του έτους, και περίμενε να μειωθεί ο συνωστισμός εκδόσεων από μεγάλες χώρες ο οποίος και χαρακτήρισε το μεγαλύτερο μέρος του Ιανουαρίου, να ζυγίσει των αντίκτυπο των πολιτικών εξελίξεων στην Ιταλία και να «βγει» μετά την διπλή- έκδοση της Ε.Ε που έγινε την περασμένη Τρίτη, ώστε να απορροφήσει και μέρος της ζήτησης που έμεινε «έξω» και να εκμεταλλευτεί για μία ακόμη φορά το άκρως ευνοϊκό κλίμα. Οι επενδυτές ξεκάθαρα παραμένουν διψασμένοι για αποδόσεις, σε ένα περιβάλλον «γεμάτο» αρνητικά επιτόκια, και τα ελληνικά ομόλογα προσφέρουν την ελκυστικότερη επιλογή στην περιοχή, ενώ η ισχυρή στήριξη της ΕΚΤ μέσω του PEPP «διασφαλίζει» περαιτέρω επενδυτικές ευκαιρίες στους ελληνικούς τίτλους για πολύ διάστημα ακόμη. Η κεντρική τράπεζα έχει αγοράσει περίπου 19 δισ. ευρώ ελληνικά ομόλογα (από τον Μάρτιο του 2020) και μπορεί να αγοράσει έως και 20 δισ. ευρώ περαιτέρω μέχρι το α ‘ τρίμηνο του 2022 όταν λήγει το πρόγραμμα. Τα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα αλλά και η αναπτυξιακή δυναμική που αναμένεται να δώσουν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, αποτελούν άλλα δύο σημαντικά «όπλα» των ελληνικών ομολόγων που «μαγνητίζουν» τους επενδυτές.

Σε ότι αφορά τις επόμενες κινήσεις του ΟΔΔΗΧ, θα ακολουθήσουν τη «γραμμή» των τελευταίων μηνών: Χωρίς έπαρση, με καλό σχεδιασμό, «ακούγοντας» το σφυγμό της αγοράς, θα χτίζει την ελληνική καμπύλη, γεμίζοντας τα «κενά» και βελτιώνοντας τη ρευστότητα. Πιο βραχυπρόθεσμες αλλά και πιο μακροπρόθεσμες εκδόσεις είναι συνεπώς στο «τραπέζι», όπως και επανεκδόσεις, ενώ θα αναζητηθεί και το κατάλληλο timing για έναν 20ετή τίτλο. Σε ότι αφορά την 30ετία, το πρόσφατο swap του ΟΔΔΗΧ με ελληνικές τράπεζες και σε ιστορικά χαμηλό επιτόκιο διαμόρφωσε μία βάση εκκίνησης για την απόδοση που μπορεί να έχει μία έκδοση ανάλογης διάρκειας, η οποία ωστόσο θα απαιτήσει πολύ προσεκτική προετοιμασία λόγω του ότι η Ελλάδα δεν κατέχει «επενδυτική βαθμίδα».

Facebook Comments