Η Ελλάδα αιφνιδίασε απόλυτα τις αγορές καταγράφοντας μια εντυπωσιακή αύξηση το ΑΕΠ του β’ τριμήνου, και φέρνοντας έτσι τη χώρα ήδη από το α’ εξάμηνο του 2021 στο κλείσιμο της ζημιάς που προκάλεσε η πανδημία στην παραγωγή, επιστρέφοντας έτσι στα προ κρίσης επίπεδα. Η εκτόξευση της ελληνικής οικονομίας της τάξης του 16,2% στο διάστημα Απριλίου-Ιουνίου, ανοίγει ξεκάθαρα πλέον ένα νέο κύκλο αναβαθμίσεων των προβλέψεων για την ανάπτυξη της Ελλάδας από τους οίκους για το 2021, με τις έως τώρα προβλέψεις τους να ήταν ήδη σημαντικά υψηλότερες από αυτές της κυβέρνησης (3,6%)αλλά και των θεσμών (ΔΝΤ 3,3%, Κομισιόν 4,3%). Δεδομένου ότι το γ΄ τρίμηνο είναι αυτό που θα αποκαλύψει την ώθηση από τον τουρισμό, τα καλά νέα σίγουρα δεν έχουν τελειώσει. Ήδη έχει ξεπεράσει τις επιδόσεις της ευρωζώνης, η οποία αναμένεται να επιστρέψει στα προ Covid επίπεδα στο τέλος του 2021, με ανάπτυξη στα επίπεδα του 5%.

Αν και η Scope Ratings δεν «ανήκει» στους τέσσερις μεγάλους οίκους – Fitch, DBRS, Moody’s, S&P-  τους οποίους «ακούει» η αγορά και κυρίως η ΕΚΤ έτσι ώστε να συμπεριλάβουν τη χώρας μας στις καθαρά investment grade χώρες και να έχει τα γνωστά πλεονεκτήματα – ωστόσο είναι σημαντικό πως, όχι μόνο μας αναβάθμισε μία ανάσα πριν το ορόσημο του IG, αλλά προβλέπει πως τελικά, από 6,5% που έβλεπε πριν, η ανάπτυξη της Ελλάδα φέτος θα αγγίξει το εντυπωσιακό 8,6%. Όπως τονίζει στο β’ τρίμηνο η χώρα επέστρεψε στα προ κρίσης επίπεδα παραγωγής. Για τη συνέχεια, για το 2022, η Scope αναμένει ανάπτυξη της τάξης του 3,5%, υποστηριζόμενη από την απελευθέρωση της συσσωρευμένης εγχώριας ζήτησης και την εισροής χρηματοδότησης από την ΕΕ η οποία και θα επιταχυνθεί.

Από την πλευρά της και ο οίκος DBRS, ο οποίος αναμένεται στις 17 Σεπτεμβρίου να δημοσιεύσει την δεύτερη προγραμματισμένη για το έτος αξιολόγησή του για την ελληνική οικονομία, προχώρησε σε ανοδική αναθεώρηση των εκτιμήσεών του για τη χώρα μας, ανεβάζοντας τον πήχυ της ανάπτυξης στο 5,2% ενώ για το 2022 διατήρησε την πρόβλεψη για αύξηση του ΑΕΠ κατά 5%. Στις προηγούμενες προβλέψεις της η DBRS είχε εκτιμήσει πως στο μέτριο σενάριο η ανάπτυξη στην Ελλάδα φέτος θα φτάσει το 5%, ενώ στο δυσμενές του σενάριο ο οίκος τοποθετούσε την ανάπτυξη στο 3% φέτος και στο 1,5% το 2022. Ο οίκος αποφάσισε πλέον να αποσύρει τα δύο σενάρια τα οποία και αφορούσαν κυρίως τον αντίκτυπο της πανδημίας στις οικονομίες, και να ακολουθεί ένα βασικό «μέχρι να υπάρξει κάποιο άλλο ξαφνικό σοκ στην παγκόσμια οικονομία», όπως εξηγεί.

Σε ανάλογες κινήσεις αναμένεται να προχωρήσουν και οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, οίκοι αξιολόγησης, μετά και τα νέα δεδομένα για το ΑΕΠ. Σημειώνεται πως η Fitch τοποθετεί προς το παρόν την ανάπτυξη φέτος στο 4,3%, η Moody’s στο 4% και η S&P αναβάθμισε πρόσφατα την πρόβλεψη της στο 5,6%.

Ανάλογα θετικά μηνύματα δίνουν και οι επενδυτικές τράπεζες. Σε αναβάθμιση των εκτιμήσεών της για την ελληνική οικονομία προχώρησε και η ING, προβλέποντας εκτόξευση του ΑΕΠ κατά 8,5% στο γ’ τρίμηνο που διανύουμε (από 7%) πριν και 6,8% στο δ’ τρίμηνο του έτους (από 5,4% πριν). Αυτό φέρνει πλέον την πρόβλεψη της ολλανδικής τράπεζας για την ανάπτυξη στην Ελλάδα το 2021 συνολικά, στο 5,3% και σημαντικά υψηλότερα από το 4,4% που προέβλεψε πριν μόλις έναν μήνα.

«To ΑΕΠ του δεύτερου τριμήνου θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η αρχή της εισόδου της Ελλάδας σε έναν κύκλο ανάπτυξης ο οποίος θα επεκταθεί τα επόμενα χρόνια, χάρη στην εξομάλυνση των συνθηκών της αγοράς και την ισχυρή επενδυτική δυναμική», σημείωσε η Axia Research.

Το 2021 αναμένεται συνεπώς να αποτελέσει τη χρονιά-ορόσημο για την Ελλάδα, με το απόλυτο recovery story να επιστρέφει νωρίτερα από ότι αναμενόταν, καθώς οι περισσότεροι προέβλεπαν πως το 2022 θα ήταν το έτος της πραγματικής εκτόξευσης  της ελληνικής οικονομίας. Αυτό φέρνει έτσι νωρίτερα και τις όποιες πιθανές θετικές εξελίξεις γύρω από την χώρας μας, με πρώτη αυτήν της αναβάθμισης της πιστοληπτικής αξιολόγηση της προς την επενδυτική βαθμίδα. Αυτό πλέον είναι εφικτό ακόμη και προς το τέλος του 2022, από το α’ εξάμηνο του 2023 που αναμένει η κυβέρνηση, δεδομένου ότι το επόμενο έτος αναμένεται να υποχωρήσει σε μονοψήφια επίπεδα και ο δείκτης NPEs των ελληνικών τραπεζών, που είναι ίσως ο πιο σημαντικός παράγοντας για τους οίκους έτσι ώστε να μπορέσουν να δώσουν το investment grade.

Το investment grade είναι σημαντικό καθώς η Ελλάδα εκτός του ότι θα θεωρείται από τις αγορές «επενδύσιμη», θα βάλει την χώρα μόνιμα στο τρένο της ΕΚΤ. Αν και μπορεί μετά το τέλος του PEPP και για κάποιο μικρό διάστημα η ΕΚΤ να συμπεριλάβει την Ελλάδα προσωρινά στην ποσοτική χαλάρωση, ωστόσο η χώρα μας δεν θα μπορεί να είναι μέρος του κανονικού QE για πάντα. Κάποια στιγμή, όταν οριστεί και το τέλος της κρίσης της πανδημίας, αυτό το «ατού» θα αφαιρεθεί. Και δεδομένου ότι η ποσοτική χαλάρωση θα τρέξει για πολύ ακόμη ίσως και έως τις αρχές του 2024, είναι σημαντικό να διασφαλίσουμε τη θέση μας σε αυτήν. Σύμφωνα με υπολογισμούς της Pictet Wealth Management, εάν η Ελλάδα με κάποιον τρόπο συμπεριληφθεί στο κανονικό QE από τον Απρίλιο του 2022 – κάτι που η Capital Economics από την πλευρά της αναμένει να συμβεί – αυτό θα “απελευθερώσει” αγορές ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ οι οποίες θα κινηθούν από 25 δισ. ευρώ βραχυπρόθεσμα έως 65 δισ. ευρώ μακροπρόθεσμα, μία πολύ σημαντική στήριξη.

Facebook Comments