Πότε επιτέλους θα κλείσει η αξιολόγηση; Θα μας επιβάλλουν κι άλλα μέτρα; Υπάρχει κάποια προοπτική ή μήπως η αβεβαιότητα θα συνεχισθεί; Αυτά τα ερωτήματα βρίσκονται τελευταία στα χείλη όλων των ανθρώπων, που ανησυχούν, και δικαιολογημένα, για την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα εξαιτίας των αδικαιολόγητων καθυστερήσεων αλλά και των συνεχών υπαναχωρήσεων της κυβέρνησης Τσίπρα- Καμμένου να κλείσει την β’ αξιολόγηση. Την ίδια ώρα, που η πραγματική οικονομία βυθίζεται, όπως κατέδειξαν τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το δ’ τρίμηνο του 2016, που ήταν άκρως υφεσιακό, αλλά κι από τα στοιχεία των αγορών για το α’ τρίμηνο του 2017 που εξελίσσεται άκρως αρνητικά. Όπως μάλιστα δήλωσε σε τηλεοπτική του συνέντευξη ο καθηγητής Ναπ. Μαραβέγιας, μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, το α’ τρίμηνο 2017 εκτιμάται ότι θα είναι επίσης υφεσιακό κι αν η αβεβαιότητα περί την ολοκλήρωση της αξιολόγησης συνεχισθεί και πέραν του Μαρτίου, όπερ και το πιθανότερο, τότε θα πρέπει να αναθεωρηθούν προς τα κάτω οι προβλέψεις για ανάπτυξη μέσα στο 2017. Ήδη, η κυβέρνηση έχει δεχθεί ότι το 2,7% ρυθμός ανάπτυξης, που προέβλεπε, ήταν πολύ αισιόδοξο και το έχει αναθεωρήσει στο 2,5%. Προσωπική μου άποψη είναι πώς αν χαθεί το α’ εξάμηνο του τρέχοντος έτους με όλες τις εκκρεμότητες ανοιχτές, που είναι λίαν πιθανόν, τότε ακόμα κι ο στόχος κι αναιμικής έστω ανάπτυξης θα φαντάζει ως όνειρο θερινής νυκτός.

Οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά είναι πολύ δύσκολο να δοθούν επακριβώς. Μόνον εκτιμήσεις μπορούν να διατυπωθούν. Επί τη βάσει των στοιχείων, που έχουμε στη διάθεση μας. Επί του παρόντος, αυτό που μετά βεβαιότητας γνωρίζουμε ότι η αξιολόγηση θα μπορούσε να κλείσει και τώρα, αν η κυβέρνηση αποδεχόταν τις μειώσεις συντάξεων, που αργά η γρήγορα θα αποδεχτεί, από 1ης Ιανουαρίου 2019 εφάπαξ, όπως οι δανειστές ζητούν, κι όχι με δόσεις από 1-1-2020, όπως η ίδια αντιπροτείνει. Όπως γίνεται κατανοητό, ο χειρισμός της κυβέρνησης δεν αποσκοπεί στην μείωση των βαρών για τους συνταξιούχους, των οποίων οι συντάξεις ούτως η άλλως θα μειωθούν. Αλλά καθαρά σε επικοινωνιακούς λόγους. Σε μια εποχή, που όλες οι δημοσκοπήσεις καταδεικνύουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά κι ο κυβερνητικός εταίρος του, οι ΑΝΕΛ, καταποντίζονται, ο κ. Τσίπρας κι οι συνεργάτες του στο μέγαρο Μαξίμου γνωρίζουν καλά πως αν στρέψουν εναντίον τους και το σύνολο των συνταξιούχων, τότε θα είναι αδύνατον να παραμείνουν και στην εξουσία και να διεκδικήσουν ένα ισχυρό ποσοστό για να παραμείνουν σε τροχιά εξουσίας και μετά τις επόμενες εκλογές.

Όμως συγχρόνως, η πολυπόθητη «πολιτική λύση», που προσδοκά ο πρωθυπουργός δεν φαίνεται ορατή στον ορίζοντα. Είναι σαφές ότι οι ευρωπαίοι δανειστές έχουν εκχωρήσει τις όποιες πρωτοβουλίες στο ΔΝΤ και στους εκπροσώπους του, τον Πάουλ Τόμσεν και την Ντέγια Βελκουλέσκου, και δεν έχουν καμιά διάθεση να υποχωρήσουν σε καμιά από τις απαιτήσεις τους. Άρα για να κλείσει η αξιολόγηση θα πρέπει να μειωθούν κατά 1,8 δις ευρώ οι συντάξεις από 1-1-2019. Που σημαίνει ότι ενδεχομένως όχι μόνο θα καταργήσει σε λιγότερο από δύο χρόνια η «προσωπική διαφορά» για το σύνολο σχεδόν των καταβαλλομένων συντάξεων άνω των 600 ευρώ, αλλά μπορεί να χρειασθούν κι επιπρόσθετες περικοπές. Ομοίως, η σοβαρή μείωση του αφορολογήτου στις 5900 ευρώ, ή και χαμηλότερα, που θα πλήξει τα μικρά εισοδήματα, είναι επίσης βεβαία. Αυτά είναι τα δύο πλέον επώδυνα μέτρα, καθώς κι η υποχώρηση της κυβέρνησης στα εργασιακά ζητήματα, που εκτιμάται ότι θα πλήξει την εικόνα της και στον κόσμο της αριστεράς.

Μεγάλο αγκάθι παραμένει και το ζήτημα των περιβόητων «αντιμέτρων», που κι εκεί η κυβέρνηση συνελήφθη ψευδόμενη, καθώς αυτά μπορεί να υπάρξουν εάν κι εφόσον παρουσιασθεί πρωτογενές πλεόνασμα άνω του 3,5% και για το ποσό αυτό και μόνον, όπως διευκρίνισε το πρωί της Δευτέρας ο (απερχόμενος;) πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάϊσελμπλουμ. Και σε κάθε περίπτωση, ακόμα κι αν υπάρξουν κάποια «αντίμετρα», αυτά δεν έχουν χαρακτήρα ανταποδοτικό προς συνταξιούχους και μισθωτούς, που θα δουν τα εισοδήματα τους να μειώνονται περαιτέρω.

Η εκτίμηση μας είναι ότι τελικά η αξιολόγηση θα κλείσει αλλά όχι νωρίτερα από τον Μάϊο. Με σοβαρό πολιτικό κόστος για τους ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ. Αλλά και πραγματικό κόστος για την ελληνική οικονομία και κοινωνία, καθώς θα χαθεί για μια ακόμα χρονιά ο στόχος της ανάπτυξης ενώ ταυτόχρονα απομακρύνεται και το ενδεχόμενο ένταξης των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα Ποσοτική Χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, του περίφημου QE, που από ότι φαίνεται ούτως η άλλως πνέει τα λοίσθια.

Facebook Comments