Πριν καλά καλά «χωνευτεί» η πρώτη έξοδος στις αγορές μετά από τρία χρόνια, η ελληνική κυβέρνηση δια στόματος Τσακαλώτου έσπευσε να διαμηνύσει ότι θα προχωρήσει και σε δεύτερη και σε τρίτη έκδοση, διαρρέοντας στης συνέχεια ότι  «ετοιμάζεται» νέο 3ετές για το φθινόπωρο εν όψει και της… ένταξης της Ελλάδας στο QE τον Οκτώβριο, όπως είχε προβλέψει ο υπ. Οικονομικών στο conference call με τους επενδυτές στις αρχές της εβδομάδας, με πολύ καλύτερα επιτόκια.

Άσχετα αν η πρώτη αυτή δοκιμαστική έκδοση κάθε άλλο παρά άκρα επιτυχία σημείωσε, αφού και συγκέντρωσε λιγότερη ζήτηση από την αντίστοιχη του 2014 αλλά και έγινε με ένα μεγαλύτερο spread από τον Απρίλιο του 2014, όπου τότε η έκδοση έχει συγκεντρώσει μόνο νέο χρήμα την στιγμή που η τωρινή δεν κατάφερε ούτε στο μισό να προσελκύσει νέους επενδυτές ενώ πλήρωσε τους παλαιούς με 40 εκατ. ευρώ έτσι ώστε να τους πείσει να ανταλλάξουν α ομόλογά τους ( και τους συμβούλους της έκδοσης με αμοιβές πολλών μηδενικών). Επιπλέον, έγινε σε ένα περιβάλλον όπου το βουνό φθηνού χρήματος με το οποίο έχουν τονώσει η ΕΚΤ αλλά και οι άλλες κεντρικές τράπεζες τις αγορές έχουν οδηγήσει τις αποδόσεις των ομολόγων των ανεπτυγμένων αγορών σε πολύ χαμηλά επίπεδα, ωθώντας τους επενδυτές στο κυνήγι των αποδόσεων ακόμα και σε χώρες που θεωρούνται επίφοβες.

Άσχετα αν το 2014, η δεύτερη έξοδος στις αγορές – έστω και αν συνέπεσε με το «κανόνι» της Banco Espírito Santo στη Λισαβόνα το οποίο παρέσυρε σε ισχυρό sell-off όλα τα ομόλογα του Νότου – αποδείχθηκε αποτυχημένη, την στιγμή που η Ελλάδα είχε αρχίσει (και τότε) να μπαίνει στην οδό της ανάπτυξης, με τους αναλυτές ωστόσο να προειδοποιούν (και τότε) για τον κίνδυνο ενός νέου μνημονίου. Υπενθυμίζουμε πως τον Ιούλιο του 2014 το ελληνικό δημόσιο ήθελε να αντλήσει 3 δισ. ευρώ και τελικώς άντλησε 1,5 δισ. ευρώ στην 3ετή έκδοση, ενώ το επιτόκιο διαμορφώθηκε στο 3,5%, με τις προσφορές να φθάνουν μόλις τα 3,45 δισ. ευρώ εκ των οποίων οι περισσότερες ήταν μη ανταγωνιστικές.

Άσχετα το ότι αν η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ δεν είχε προκαλέσει την κατάρρευση της Ελλάδας το 2015 φέρνοντάς την μία ανάσα πριν το Grexit και σε ένα νέο τρίτο μνημόνιο, σήμερα και εδώ και δύο χρόνια, θα δανειζόμασταν με επιτόκια Πορτογαλίας (στο 1,217% διαπραγματεύεται σήμερα το πορτογαλικό 5ετές).

Άσχετα αν σε μία χώρα όπου υπάρχουν capital controls λίγοι είναι αυτοί που θα τολμήσουν και θα ξανατολμήσουν να ασχοληθούν με τα ομόλογά της, την στιγμή που διεθνώς υπάρχει πληθώρα εναλλακτικών να τοποθετήσουν τα χρήματά τους με υψηλές αποδόσεις.

Άσχετα επίσης αν αυτό που ακολουθεί το επόμενο διάστημα, κάθε άλλο παρά εύκολο είναι για την Ελλάδα. Με μία φράση «τρίτη αξιολόγηση». Ήδη το ΔΝΤ έχει στείλει τις προειδοποιήσεις του για τις ελληνικές τράπεζες, προκαλώντας ισχυρές αναταράξεις μάλιστα στο ελληνικό χρηματιστήριο, το οποίο αντί να ανέβει από την έξοδο στις αγορές μάλλον χόρεψε τον χορό του… Ζαλόγγου. Υπενθυμίζουμε πως το Ταμείο στην έκθεση βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους ανέφερε πως λόγω του εξαιρετικά υψηλού επιπέδου των “κόκκινων δανείων” εκτιμά ότι απαιτείται ένα αποθεματικό ύψους περίπου 10 δισεκατομμυρίων ευρώ για να καλύψει “ενδεχόμενες πρόσθετες ανάγκες τραπεζικής στήριξης”, τονίζοντας πως “το ποσό αυτό μπορεί να μην είναι επαρκές”. Παράλληλα, σύστησε την ολοκλήρωση νέου ΑQR στο τραπεζικό σύστημα πολύ πριν από το τέλος του προγράμματος με την Λαγκάρντ να αναφέρει ότι πέρα από τα AQR  θα χρειαστούν και νέα stress tests.

Παράλληλα, τόσο το γερμανικό ΥΠΟΙΚ, όσο και ο Μοσκοβισί, η κα. Βελκουλέσκου καθώς και το γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής, τονίζουν την ανάγκη εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων έτσι ώστε να εδραιωθεί η εμπιστοσύνη στην Ελλάδα.

Με λίγα λόγια, ο δρόμος προς το κλείσιμο της γ’ αξιολόγησης δεν είναι καθόλου εύκολος και όσο και αν στόχος της κυβέρνησης είναι να κλείσει γρήγορα, αυτό θα αποδειχθεί αδύνατο, ενώ οι αναλυτές ήδη αρχίζουν να υπενθυμίζουν πως το θέμα της ελάφρυνσης του χρέους είναι αυτό που θα αποτελέσει τον καταλύτη για τα ελληνικά ομόλογα (επιτρέποντας την ένταξή τους στο QE, όσο υπάρχει αυτό) και επισημαίνουν πως οι συζητήσεις για αυτό θα αργήσουν. Μάλιστα βλέπουν και πιθανότητα ότι ένα άλλο αδιέξοδο μεταξύ των πιστωτών της Ελλάδας σχετικά με το ζήτημα του χρέους θα μπορούσε να προκαλέσει νέα πολιτική αβεβαιότητα το επόμενο έτος.

Άσχετα αν ήδη οι προειδοποιήσεις για ένα τέταρτο μνημόνιο έχουν ξεκινήσει. Όπως σημείωσε σχολιάζοντας την έξοδο στις αγορές η Capital Economics, «αν δεν συμφωνήσουν οι πιστωτές της Ευρωζώνης σε πολύ μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους απ’ αυτή που τώρα είναι στο τραπέζι, φαίνεται πολύ πιθανό να χρειαστεί η Ελλάδα ένα τέταρτο πρόγραμμα διάσωσης». Ανάλογες προειδοποίησες έστειλαν την περασμένη εβδομάδα τόσο η Citigrοup όσο και η Goldman Sachs.

Φυσικά οι πολλές δοκιμαστικές έξοδοι στις αγορές – και με ομόλογα διαφορετικής διάρκειας ( εδώ το μεγάλο τεστ θα είναι τα 10ετή) έως τον Αύγουστο του 2018 είναι απαραίτητο να γίνουν αφού το θέλουν οι δανειστές, ώστε από τα κεφάλαια που θα αντλούνται να δημιουργηθεί ένα μαξιλάρι ρευστότητας για να μην χρειαστεί να βγάλουν κι άλλα χρήματα από την τσέπη για την Ελλάδα.

Ωστόσο αντί να στήνει νέα αφηγήματα και θριαμβολογίες και να υπόσχεται ξανά το απίθανο η ελληνική κυβέρνηση, ας στρωθεί να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις, ας κάνει κάποιες «γερές» αποκρατικοποιήσεις και ας μην ξεχνά πως σε μια χώρα η οποία με τον έναν ή τον άλλο τρόπο θα βρίσκεται σε επιτροπεία μέχρι το 2022 και με τα capital controls ενεργά, δύσκολα κάποιος θα επενδύσει στα ομόλογά της.

Facebook Comments