Κανέναν δεν εξέπληξε η χθεσινή…υστερία στη Βουλή. Σε μια συζήτηση κατά την οποία η κυβέρνηση έπρεπε να απαντήσει για την οικονομία και να αναλύσει τη συμφωνία για τη μεταμνημονιακή εποπτεία και τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, ακούσαμε για νιοστή φορά το ξαναζεσταμένο φαγητό της σκανδαλολογίας. Ίσως το επέβαλε η μέρα. Τρία χρόνια από το δημοψήφισμα και μπορεί η πρωθυπουργική σύζυγος να κλαίει ακόμη, ωστόσο, ο ίδιος έχει δημοσίως παραδεχθεί το λάθος του, με τη δικαιολογία πως «δεν ήξερε» και μπορεί η όλη κατάσταση να δημιουργεί έναν εκνευρισμό.

Αφήνοντας, όμως στην άκρη τους συναισθηματισμούς, η κατάσταση της ελληνικής οικονομίας δεν μας επιτρέπει ακόμη να πανηγυρίσουμε. Ούτε και το παιχνίδι στις πλάτες των συνταξιούχων θα βοηθήσει στην αλλαγή κλίματος. Εκτός εάν η κυβέρνηση έχει κάνει κάποια μυστική συμφωνία με τους εταίρους και περιμένει την κατάλληλη στιγμή για  να την ανακοινώσει. Ούτε και αυτό θα εξέπληττε κανέναν. Άλλωστε, το παιχνίδι των τακτικισμών το έχουν συνηθίσει και οι εμπλεκόμενοι στην πολιτική και όσοι παρακολουθούμε την πολιτική δραστηριότητα.

Σε κάθε περίπτωση, καλοδεχούμενη η όποια ακύρωση στις μειώσεις των συντάξεων. Εάν, όμως η κυβέρνηση έχει συμφωνήσει με τους εταίρους την αναβολή των μειώσεων των συντάξεων για ένα χρόνο, τότε οφείλει να το ανακοινώσει άμεσα και να εξηγήσει. Για ποιο λόγο είναι αναβολή μόνο ενός έτους και όχι ακύρωση του μέτρου; Για ποιο λόγο δεν υιοθετεί την τροπολογία που κατέθεσαν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ για ακύρωση του άρθρου που μόνοι οι βουλευτές ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ ψήφισαν με την επικύρωση της δεύτερης αξιολόγησης και επαναβεβαίωσαν τη δέσμευσή τους μόλις πριν από λίγες εβδομάδες;

Επίσης, η κυβέρνηση θα πρέπει να εξηγήσει, για ποιο λόγο κρατά κρυφή –εάν υπάρχει- μια τέτοια συμφωνία; Χρησιμοποιεί τους συνταξιούχους ως παιχνίδι στα προεκλογικά της σχέδια; Προσπαθεί να εκβιάσει την αντιπολίτευση; Εάν αυτός ήταν ο σχεδιασμός, φαίνεται πως δεν της βγήκε, αφού από εδώ και στο εξής, κάθε φορά που θα αναφέρεται στο θέμα θα πρέπει και να απαντά στο ερώτημα «γιατί δεν ψήφισε την τροπολογία που κατέθεσε η αντιπολίτευση».

«Ελλείψει άρτου, πουλάμε θέαμα» είναι ίσως η επικρατέστερη εκδοχή, θα πρέπει όμως η κυβέρνηση να απαντήσει και σε ένα άλλο θεμελιώδες ερώτημα. Οι δανειστές επέβαλαν αυτό το μέτρο όχι ως δημοσιονομικό, αλλά ως διαρθρωτικό. Με απλά λόγια, θέλουν περικοπή της συνταξιοδοτικής δαπάνης κατά 1,8 δις. ευρώ ετησίως, διότι σε αντίθετη περίπτωση, το συνταξιοδοτικό σύστημα δεν είναι βιώσιμο. Το επιχείρημα ότι «πιάνουμε τους δημοσιονομικούς στόχους» δεν έπεισε κατά τη διαπραγμάτευση. Για το λόγο αυτό, άλλωστε και δέχθηκαν να είναι δημοσιονομικά ουδέτερο, δηλαδή, εφόσον επιτυγχάνεται ο στόχος του 3,5% του ΑΕΠ, το υπερβάλλον ποσό να χορηγείται σε αντίμετρα. Συμφώνησαν, όμως ποια θα είναι αυτά τα αντίμετρα (επιδόματα στέγασης, σίτισης, παιδικών σταθμών κλπ) και στη λίστα δεν συμπεριέλαβαν τη μείωση συντάξεων, με το απλό επιχείρημα πως η μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης πρέπει να είναι μόνιμη. Έχουν λοιπόν, αλλάξει γνώμη και θεωρούν το ζήτημα της συνταξιοδοτικής δαπάνης μόνο δημοσιονομικό και όχι διαρθρωτικό; Ή απλώς συμφώνησαν σε μια προεκλογική διευκόλυνση μεταθέτοντας το πρόβλημα στην επόμενη κυβέρνηση; Και σε αυτή την περίπτωση, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει παραδεχθεί πως δεν θα είναι η επόμενη κυβέρνηση; Ή έχει βάλει σε εφαρμογή το σχέδιο ή τις απειλές του υπουργού Οικονομικών, όπως τις περιέγραφαν πηγές της τρόικας πέρυσι τον Φεβρουάριο ότι «θα πέσουμε και μετά θα πετάμε πέτρες στους δρόμους»;

Facebook Comments