Οι κουκουλοφόροι του διαδικτύου
Από τους φέροντες κουκούλες στους δρόμους περάσαμε σιγά-σιγά στους φέροντες κουκούλες στο διαδίκτυο
Από τους φέροντες κουκούλες στους δρόμους περάσαμε σιγά-σιγά στους φέροντες κουκούλες στο διαδίκτυο
Ένας βασικός παράγοντας για την ομαλή συμβίωση των μελών του κοινωνικού συνόλου και σημαντικό στοιχείο στη δημιουργία ειρηνικών σχέσεων μεταξύ των ατόμων, είναι και η ευθύνη ή καλύτερα η αίσθηση της ευθύνης που κάθε άνθρωπος νιώθει σε σχέση με τον ρόλο του. Η αίσθηση αυτή αφορά τόσο αυτά που πράττει όσο και αυτά που λέει και γράφει. Η επωνυμία, η ενηλικιότητα, η γνωστική και ηθική ωριμότητα, αποτελούν βασικές προϋποθέσεις της αίσθησης αυτής. Η «κουκούλα» σε όλες της τις εκφάνσεις, αποτελεί μέσο διάχυσης της ευθύνης σε όλα τα μέλη των ομάδων στις οποίες συμμετέχουμε. Λειτουργεί ως προσωπείο, ως κάλυψη, όχι μόνο των προσωπικών μας στοιχείων αλλά και ως κάλυψη της ευθύνης.
Από τους φέροντες κουκούλες στους δρόμους περάσαμε σιγά-σιγά στους φέροντες κουκούλες στο διαδίκτυο. Επί αρκετά χρόνια σε blog και κοινωνικά δίκτυα, άνθρωποι οχυρωμένοι πίσω από το τείχος της ανωνυμίας, έβριζαν, μείωναν, κανιβάλιζαν, επιβράβευαν εγκλήματα και απειλούσαν τους συμπολίτες τους. Σε αυτόν τον διαδικτυακό χώρο, το κοινό, οι υπόλοιποι χρήστες του internet, λάμβαναν σε δόσεις όλο αυτό το «δηλητήριο».
Μέσω των φημών και των Θεωριών Συνωμοσίας διακινούνταν επί πολλά έτη υποτιμητικές κρίσεις, βρισιές, απειλές, τόσο για άτομα όσο και για ομάδες. Η σύμπτυξη, η όξυνση και η αφομοίωση αυτής της φρασεολογίας δημιουργούσαν κοινωνικές αναπαραστάσεις που όριζαν τον τρόπο αντιμετώπισης ανθρώπων και κοινωνικών ομάδων. Ο βίαιος λόγος, η επιβράβευση και η αποδοχή εγκληματικών πράξεων μαζί με στοιχεία λαϊκισμού και δημαγωγίας, αποτέλεσαν πεδίο εκπαίδευσης των πολιτών. Ο λαϊκισμός είναι κατ’ επίφαση λαϊκότητα. Ωστόσο αυτό δεν γίνεται αντιληπτό στις περισσότερες περιπτώσεις. Στόχος ενός λαϊκιστή είναι η ενεργοποίηση των κατώτερων ενστίκτων της μάζας και όχι η συμμετοχή και η παρουσία των πολιτών στις αποφάσεις.
Το φαινόμενο ελέγχθηκε από τους αρμόδιους φορείς μερικώς. Δηλώσεις που υποκινούσαν σε βία, δηλώσεις για κρεμάλες, λαϊκά δικαστήρια που στήνονταν από διάφορους λογαριασμούς των κοινωνικών δικτύων και από τις ιστοσελίδες, επιδοκιμασία εγκλημάτων κυριαρχούσαν. Ένα περίεργο κράμα που κανονικοποίησε στις συνειδήσεις των ατόμων την αντεκδίκηση και την αυτοδικία. Νομικό πλαίσιο, νομικός πολιτισμός και κανόνες ξεθώριασαν. Φυσικά το φαινόμενο επωάστηκε και εξελίχθηκε. Υφίσταται πλέον τέτοια «νομιμοποίηση» του βίαιου λόγου και των απειλών που θεωρούν πολλοί άνθρωποι ότι στο διαδίκτυο δεν χρειάζεται να κρύβονται πια πίσω από τις «κουκούλες» και την ανωνυμία. Άλλωστε πιστεύουν ότι κανείς δεν θα ασχοληθεί. Ότι δεν θα επιβληθούν κυρώσεις. Έτσι τη θέση τη κουκούλας πήραν τα ονοματεπώνυμα που δικάζουν χωρίς γνώσεις του νομικού πλαισίου και που βγάζουν «δικαστικές αποφάσεις». Οι ποινές; Τα μεσαιωνικά βασανιστήρια ωχριούν μπροστά σε αυτά που προτείνονται.
Άτομα με τα προσωπικά τους στοιχεία και τις διευθύνσεις τους δημοσιοποιημένα και ολόκληρες κοινωνικές ομάδες, παραδίδονται βορά στα ένστικτά του κοινού. Το επιχείρημα που κυριαρχεί σε όλες αυτές τις δηλώσεις είναι το «κοινό περί δικαίου αίσθημα» και η «ελευθερία του λόγου». Η επίκληση στο κοινό περί δικαίου αίσθημα, για να δικαιολογηθεί ο βίαιος αυταρχικός λόγος, μόνο σε κυνήγι μαγισσών οδηγεί τις κοινωνίες μας. Το κοινό περί δικαίου αίσθημα δεν ταυτίζεται με το Κράτος Δικαίου. Σχετίζεται με την κοινή γνώμη η οποία μπορεί να επιθυμεί και την παραβίαση του Συντάγματος. Η επίκληση στην ελευθερία του λόγου για να δικαιολογήσει την υποκίνηση στη βία και την αυτοδικία, οδηγούν στην επώαση αντικοινωνικών συμπεριφορών. Η ίδια η βία έχει χρόνο επώασης και behavioral patterns.
Ένα σημαντικό κομμάτι της εκφοράς του λόγου κατά ατόμων και ομάδων καταλαμβάνουν (πέραν των απειλών κατά της ζωής τους) και οι αποδόσεις ή οι αιτιώδεις ερμηνείες μιας συμπεριφοράς η οποία συνήθως θεωρείται προϊόν προδιάθεσης, χωρίς πριν να έχουν εξεταστεί όλα τα στοιχεία του χαρακτήρα, χωρίς να γνωρίζουμε λεπτομέρειες των περιστατικών, χωρίς να υπάρχουν ανάλογες επιστημονικές γνώσεις για να προβούμε σε αυτές τις ερμηνείες. Έτσι καταδικάζεται η ίδια η ύπαρξη του ανθρώπου ή των ομάδων και εκμηδενίζεται η ατομική ή ομαδική υπόσταση. Πρόκειται ουσιαστικά για δολοφονία χαρακτήρων η οποία αποτελεί τελεσίδικο γεγονός καθώς είναι ιδιαίτερα δύσκολο ό, τι έχει κυκλοφορήσει πρώτα στο διαδίκτυο να εξαφανιστεί όταν αποδειχθεί ότι δεν ίσχυε κάποιο γεγονός ή ίσχυε εν μέρει.
Η εκλογίκευση του διαδικτυακό bullying ξεκινά από τη στιγμή που αναγνωρίζονται ηθικά κίνητρα στις μελλοντικές βίαιες πράξεις. Κατά αυτόν τον τρόπο διαμορφώνεται ένας ιδεολογικός μανδύας αγανάκτησης. Παρουσιάζεται σαν η ηθικότητα του σκοπού να αγιοποιεί την ηθικότητα των μέσων. Οι διάφοροι «τιμωροί» προκρίνουν το δίκαιο της φυσικής δύναμης και της δύναμης των όπλων.
Ευθύνες βέβαια για τη νοσηρή κατάσταση που βιώνουμε φέρουν και οι πολιτικοί μας και οι «πνευματικοί ταγοί». Μάλιστα οι ευθύνες τους είναι διπλές. Η υιοθέτηση από τη μεριά του πολιτικού προσωπικού του τόπου μας και όσων παρουσιάζονται ως «πνευματικές εφεδρείες», αντικοινωνικών συμπεριφορών και χυδαίου λόγου, τροφοδοτούν φαινόμενα ανομίας μία που οι πολίτες θεωρούν ότι έχουν το δικαίωμα να εκτοξεύουν κατηγορίες, απειλές και λάσπη κατά όποιου δεν τους είναι αρεστός για οποιονδήποτε λόγο. Η μη αντίδραση σε αυτά τα φαινόμενα επίσης αποτελεί δείγμα αποδοχής τους.
Το δικαίωμα της ελευθερίας της έκφρασης που πρέπει να προστατεύεται σε κάθε φιλελεύθερη Δημοκρατία εμπεριέχει και την έννοια της ευθύνης. Το Σύνταγμα κατοχυρώνει τις ελευθερίες του ατόμου αναγνωρίζοντας το ως μέρος ενός συνόλου. Ενός συνόλου λογικών όντων των οποίων η επιβίωση και καλές σχέσεις μεταξύ τους εξαρτώνται από την ευθύνη λόγων και έργων που έχουν και από τα όρια και το πλαίσιο που έχουν οριστεί.
Η βία (λεκτική και σωματική) ως νόρμα που σε πολλές υποκουλτούρες έχει κανονικοποιηθεί ως τρόπος ζωής, τείνει να γίνει κύριο μέσο έκφρασης και εκτόνωσης της καθημερινότητάς μας. Η απευαισθητοποίηση των πολιτών ως προς αυτά τα φαινόμενα γίνεται σταδιακά και κλιμακώνεται. Οι επίσημοι φορείς κοινωνικού ελέγχου θα πρέπει να επιβάλλουν σε κάθε περίπτωση τις κυρώσεις που ορίζει ο νομοθέτης. Είναι κρίσιμο να αντιληφθούμε και οι πολίτες ότι άλλο είναι η ελευθερία της έκφρασης και η ελεύθερη διακίνηση ιδεών και άλλο η παραβίαση των νόμων και των θεσμικών διαδικασιών. Άλλο η λογοκρισία και άλλο ο σεβασμός στο κανονιστικό πλαίσιο που υπάρχει πρωτίστως για να προστατεύει τους αδύναμους.
Facebook Comments