Πως συνδέονται δύο, εκ πρώτης όψεως, άσχετα μεταξύ τους ζητήματα; Το πρώτο αφορά την εξωτερική μας πολιτική και, ειδικότερα, την λεγόμενη “διπλωματία των υδρογονανθράκων” και το άλλο την διαχείριση ελασσόνων κρίσεων που οφείλονται σε φυσικές καταστροφές.

Τι κοινό, δηλαδή, υπάρχει μεταξύ της συμφωνίας για τον EastMed και την αντιμετώπιση της κρίσης που προκλήθηκε στην Μαλακάσα λόγω του χιονιού;

Και στις δύο περιπτώσεις- στη μια που αποτελεί επιτυχές παράδειγμα δημόσιας πολιτικής και στην άλλη που αποτελεί ατυχές- υπάρχει η απουσία ενός κρίσιμου κοινού παρονομαστή που λέγεται «στρατηγικό σχέδιο». Εάν υπήρχε στρατηγικός σχεδιασμός της εξωτερικής πολιτικής τα οφέλη που θα είχαν προκύψει, στην περίπτωση του EastMed, θα ήταν πολλαπλάσια και, κυρίως, θα είχαν επέλθει νωρίτερα (σημ. ότι το έργο ξεκίνησε το 2011).

Όσον αφορά την πολιτική προστασία, εκεί, όχι μόνο δεν υπάρχει στρατηγικό σχέδιο αλλά ούτε καν η στοιχειώδης αποκάθαρση των επικαλυπτόμενων αρμοδιοτήτων. Και θα ήταν φαιδρό, εάν δεν ήταν εξοργιστικό, το ότι η κυβέρνηση προσπάθησε να δώσει την εντύπωση ότι έλυσε το πρόβλημα, «αποκεφαλίζοντας» έναν αξιωματικό της τροχαίας. Η συγκάλυψη του προβλήματος  δείχνει ότι δεν έχουμε, καν, φθάσει σε σημείο επίγνωσής του. Άρα, είμαστε πολύ μακριά από μια ορθολογική και διατηρήσιμη λύση. 

Η διαμόρφωση ενός στρατηγικού σχεδίου σε μια δημόσια πολιτική συνιστά εκ των ουκ άνευ βήμα για την επιτυχία της. Τι είναι, όμως, το στρατηγικό σχέδιο για το οποίο πολλοί μιλούν αλλά λίγοι γνωρίζουν και πολλοί λιγώτεροι μπορούν να το παράξουν;  

Ο στρατηγικός σχεδιασμός είναι η διαδικασία που ακολουθεί μια δημόσια οργάνωση προκειμένου να λάβει κρίσιμες αποφάσεις σχετικά με την εφαρμογή της αποστολής της.  Το στρατηγικό σχέδιο κατευθύνει μεταγενέστερες αποφάσεις που επηρεάζουν την κατανομή των πόρων, την δημιουργία ή την αλλαγή δομών, την ποιότητα των περεχόμενων υπηρεσιών και την σχέση της οργάνωσης με τις υπόλοιπες οργανώσεις του δημοσίου ή του ιδιωτικού τομέα.  

Προκειμένου η δημόσια οργάνωση να καθορίσει το πως θα φθάσει στο επιθυμητό σημείο που περιγράφεται στο στρατηγικό σχέδιό της πρέπει να γνωρίζει που ακριβώς βρίσκεται όταν ξεκινάει να το κάνει. Εδώ, είναι κρίσιμη η ύπαρξη ανεξάρτητων από την πολιτική, ερευνητικών ινστιτούτων και δεξαμενών σκέψης που θα αναλάβουν την τεχνική αποτίμηση της υφιστάμενης κατάστασης.

Το στρατηγικό σχέδιο συναντά δυσκολίες όταν πρέπει να περιλάβει την στοχοθεσία και τις αξίες των πολιτικών προϊσταμένων. Αυτοί είναι που, συνήθως, αρνούνται, διότι έχουν μια ιδιοκτησιακή αντίληψη της διοικήσεως. Ο πολιτικός ορθολογισμός είναι ένας από τους μεγάλους αντιπάλους του διοικητικού εκσυγχρονισμού.

Το στρατηγικό σχέδιο το ίδιο δεν δίνει απαντήσεις σε τρέχοντα, καθημερινά προβλήματα. Δίνει, όμως, την κατεύθυνση προς την οποία πρέπει να κινηθούμε και τα κριτήρια με τα οποία θα αξιολογηθούν οι λύσεις που θα επιλεγούν.

Οι στρατηγικοί προσανατολισμοί πρέπει να εκτείνονται και να είναι βιώσιμοι. Υπάρχουν χώρες και κυβερνήσεις των οποίων το στρατηγικό σχέδιο εκτείνεται σε βάθος είκοσι, ακόμη και σαράντα, χρόνων. Η περίπτωση της Ν. Κορέας σχετικά με τους στόχους του εκπαιδευτικού της συστήματος ή της Νορβηγίας σε σχέση με το ασφαλιστικό της σύστημα και την αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της είναι γνωστά παραδείγματα. Είναι εμφανές ότι στις περιπτώσεις αυτές μιλάμε για μια εθνική στρατηγική, δηλαδή, για μια δεδομένη συναίνεση των πολτικών κομμάτων εν σχέσει προς τους στρατηγικούς στόχους της χώρας.

Εάν δεν υπάρχει στρατηγικό σχέδιο, τότε η κυβερνηση είναι «φτερό στον άνεμο». Κάνει συγκυριακές συμμαχίες, προκρίνει εμβαλωματικές λύσεις, και συνήθως διαπραγματεύεται για τα εθνικά της θέματα από χειρότερη θέση.

Παρέλκει η ανάγκη να αναφέρουμε παραδείγματα από την εξωτερική πολιτική της χώρας μας, πολλώ, δε, μάλλον από την εσωτερική. Η υπόθεση των χειρισμών του ονόματος της Μακεδονίας είναι τρανταχτή απόδειξη ότι η χώρα δεν διέθετε  στρατηγικό σχέδιο. Αυτό, δε, που αποκαλείται «εθνική γραμμή» είναι, συνήθως, γενικότητες και αοριστολογίες που περιβαλλουν μια βασική ιδέα και δεν έχει καμμία σχέση με το στρατηγικό σχέδιο, περί ου ο λόγος.  

Μπορεί να αντιλέξει κανείς ότι στην Ελλάδα δεν θα αποκτήσουμε ποτέ στρατηγική, διότι το πολιτικό σύστημα δύσκολα ομονοεί.  Το επιχείρημα είναι βάσιμο, αν και το πολιτικό σύστημα ομονοεί όταν υπάρχει μια σαφής κοινωνική πλειοψηφία υπέρ μιας κατεύθυνσης η λύσης.

Το πρόβλημά μας είναι ότι η στρατηγική που στηρίζεται στον αντι-πελατειασμό και τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας ενσωματώνει αξίες που, ακόμη, δεν έχουν υιοθετηθεί από την κοινωνική πλειοψηφία. Τα δημόσια πράγματα εξακολουθούν να κρίνονται με βάση ατομοκεντρικά κριτήρια,  εφήμερα, συγκυριακά και επιπόλαια. Αυτό αντανακλά και στην ποιότητα των θεσμών μας που παραμένει χαμηλή και η ωριμότητά τους απαιτεί μεγάλο βάθος χρόνου. Επιπλέον, απαιτείται η ύπαρξη πολιτικών με σταθερή πεποίθηση για την αναγκαιότητα των αλλαγών και των μεταρρυθμίσεων.

Ας ελπίσουμε ότι η δεκαετία που μόλις ξεκίνησε θα είναι μια δεκαετία στην οποία το όραμα μιας άλλης, αντι-πελατειακής και σοβαρής Ελλάδας θα βρει ακόμη περισσότερους υποστηρικτές. 

Facebook Comments