1.

Τα τελευταία περίπου σαράντα χρόνια – από τα μέσα της δεκαετίας  του 1980- το παγκόσμιο καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα παρουσιάζει εμφανή μεγάλη αύξηση των οικονομικών ανισοτήτων.

Για μεγάλη διάστημα κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα οι εξελίξεις ήταν εντελώς διαφορετικές : οι οικονομικές ανισότητες μειώνονταν.

Είναι τόσο μεγάλο το μέγεθος των αλλαγών πλέον, ώστε  όλοι οι μεγάλοι πολυμερείς διεθνείς οργανισμοί , World Bank, ΟΟΣΑ, ΔΝΤ, World Economic Forum, ΟΗΕ, κτλ έχουν αναγάγει το ζήτημα  των ανισοτήτων σε πρώτη προτεραιότητα εκεί που λίγα χρόνια πριν «σφύριζαν αδιάφορα». Μάλιστα υπογραμμίζουν με έμφαση ότι χωρίς τη μείωση των οικονομικών ανισοτήτων είναι αδύνατον να υπάρξει «στέρεη οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη».

2.

Μέχρι πρόσφατα οι περισσότεροι οικονομολόγοι (υπό το βάρος της κυρίαρχης Νέας Κλασικής Μακροικονομίας και του λεγόμενου New Consensus Model) ) θεωρούσαν ως δεδομένη την ύπαρξη αντίστροφης σχέσης (trade – off) μεταξύ οικονομικής μεγέθυνσης και ανακατανομής του εισοδήματος. Τα τελευταία χρόνια σειρά μελετών δείχνουν όμως το αντίθετο: μεγάλη αύξηση των ανισοτήτων προκαλεί επιβαρύνσεις στην οικονομική μεγέθυνση(Andrew Berg & Jonathan D. Ostry & Charalambos G. Tsangarides & Yorbol Yakhshilikov, 2018. “Redistribution, inequality, and growth: new evidence,” Journal of Economic Growth, Springer, vol. 23(3), pages 259-305, September.  Jonathan David Ostry & Andrew Berg & Siddharth Kothari, 2018. “Growth-Equity Trade-offs in Structural Reforms,” IMF Working Papers 18/5, International Monetary Fund).

Οι αναλύσεις αυτές επαναφέρουν στο προσκήνιο τα λόγια του J.M.Keynes από το μακρινό 1936 : « Έχουμε δει ότι, ώσπου να επικρατήσει πλήρης απασχόληση, η αύξηση του κεφαλαίου δεν εξαρτάται καθόλου από μια χαμηλή ροπή προς κατανάλωση αλλά , αντίθετα, αναχαιτίζεται από αυτήν, και μόνο σε συνθήκες πλήρους απασχόλησης η χαμηλή ροπή προς κατανάλωση επενεργεί θετικά στη μεγέθυνση του κεφαλαίου. Επιπλέον, η πείρα δηλώνει ότι, στις υφιστάμενες συνθήκες, η αποταμίευση είναι υπερεπαρκής και, επομένως μέτρα αναδιανομής των εισοδημάτων κατά τρόπο που πιθανώς να αυξάνει τη ροπή προς κατανάλωση μπορεί να αποδειχτούν ευνοϊκά για το μεγέθυνση του κεφαλαίου…. Το επιχείρημά μας, λοιπόν, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι στις σημερινές συνθήκες η αύξηση του πλούτου όχι μόνο δεν εξαρτάται από την εγκράτεια των πλουσίων, όπως κοινώς πιστεύεται, αλλά, αντίθετα, πιθανώς να εμποδίζεται από αυτήν» (J.M.Keynes, Η Γενική Θεωρία της Απασχόλησης ,του Τόκου και του Χρήματος. Εκδόσεις Παπαζήση, 2001, σ 389-390).

Μάλιστα ο Keynes δίνει απάντηση και στο ζήτημα της φύσης του ανθρώπου για ροπή προς το κίνδυνο και το κέρδος: « Από την πλευρά μου πιστεύω ότι υπάρχει κοινωνική και ψυχολογική δικαιολόγηση για σημαντικές ανισότητες εισοδημάτων και πλούτου, αλλά όχι για τόσο μεγάλες ανισότητες που υφίστανται σήμερα. Υπάρχουν πολύτιμες ανθρώπινες δραστηριότητες, οι οποίες απαιτούν το κίνητρο του κέρδους και το περιβάλλον της ιδιωτικής κατοχής του πλούτου για πλήρη άνθιση. Επιπλέον, επικίνδυνες ανθρώπινες ροπές μπορούν να διοχετευτούν σε συγκριτικά αβλαβή κανάλια λόγω της ύπαρξης ευκαιριών κέρδους και πλούτου, οι οποίες, αν δεν ικανοποιηθούν, με τον τρόπο αυτόν, ίσως βρουν διέξοδο στη σκληρότητα, στην ανελέητη επιδίωξη προσωπικής ισχύος και εξουσίας και σε άλλες μορφές ιδιοτέλειας» (.M.Keynes, Η Γενική Θεωρία της Απασχόλησης ,του Τόκου και του Χρήματος. Εκδόσεις Παπαζήση, 2001, σ 390).

3.

Στο σημείο θα πρέπει, για είμαστε απολύτως συνεπείς ότι οι ανισότητες , τα τελευταία 30 χρόνια δεν αυξήθηκαν σε όλες τις χώρες με τον ίδιο ρυθμό  ή και σε ορισμένες έμειναν στάσιμες ή σχεδόν στάσιμες (προσοχή με βάση το συντελεστή Gini). Αυτό είναι σημαντικό διότι δείχνει με σαφήνεια ότι οι οικονομικές ανισότητες υπό μια καθοριστική έννοια αποτελούν πολιτικό πρόβλημα , διότι ήταν οι παρεμβάσεις της οικονομικής πολιτικής αυτές που τις περιόρισαν στις συγκεκριμένες χώρες.  Μπορούμε συνεπώς να ισχυριστούμε ότι το οικονομικό υπόδειγμα που έχει ενσωματωθεί στο καθεστώς της Παγκοσμιοποίησης διευκολύνει (πολιτικά) την άνοδο των οικονομικών ανισοτήτων, αλλά ακόμη και εντός αυτού του πλαισίου υπάρχουν οι δυνατότητες παρεμβάσεων της οικονομικής πολιτικής ώστε αυτές να αμβλυνθούν. Άρα θα πρέπει να μελετηθούν όλοι εκείνοι οι ειδικοί παράγοντες που ισχύουν σε κάθε χώρα για να καταλάβουμε τους λόγους της μεγαλύτερης ή μικρότερης ανόδου των ανισοτήτων εντός των διαφόρων χωρών.   

Στο Γράφημα 1 που ακολουθεί παρουσιάζονται εκτιμήσεις για  το μερίδιο του συνολικού εισοδήματος που κατέχει το υψηλότερο 1% κατά τη διάρκεια του περασμένου αιώνα σε ένα αριθμό πλουσίων χωρών (τα στοιχεία πριν από φόρους και μεταβιβάσεις). Όπως μπορούμε να δούμε, από το τέλος της δεκαετίας του 1970 διαπιστώνονται αποκλίνουσες τάσεις – στις ΗΠΑ και στις υπόλοιπες Αγγλοσαξονικές χώρες, η ανισότητα επέστρεψε στα υψηλά επίπεδα των αρχών του αιώνα. Κάτι που δεν διαπιστώνεται στις χώρες της ηπειρωτικής Ευρώπης και στην Ιαπωνία (παρόλη τη σχετική  άνοδο των ανισοτήτων). Αυτό επιβεβαιώνει για ακόμη μια φορά ότι οι εθνικές πολιτικές έχουν σημασία αλλά και το οικονομικό υπόδειγμα λειτουργίας του καπιταλισμού ιστορικά είναι διαφορετικό σε αυτές τις περιοχές του πλανήτη (Κώστας Μελάς – Εθνικά Οικονομικά Συστήματα, Φεβρουάριος 2005

Στις αγγλοσαξονικές χώρες (οι οποίες αναφανδόν έχουν υιοθετήσει το νεοκλασικό υπόδειγμα που είναι κυρίαρχο και καθοδηγεί τις παγκοσμιοποιητικές διαδικασίες οι οικονομικές ανισότητες (με βάση το συντελεστή Gini) έχουν επιστρέψει στις αρχές του 20ου αιώνα (η καμπύλη λαμβάνει τη μορφή U). Αντιθέτως στις χώρες τις Κεντρικής Ευρώπης και στην Ιαπωνία υπάρχει αύξηση των ανισοτήτων (την περίοδο της παγκοσμιοποίησης) αλλά απέχουν πάρα πολύ από τις αρχές του αιώνα (η καμπύλη λαμβάνει τη μορφή L) (Γράφημα 1)

Facebook Comments