Ο τίτλος φαινομενικά ταιριάζει στο πνεύμα των ημερών όσο και αν αυτές έχουν απωλέσει σε μεγάλο βαθμό το γιορτινό χαρακτήρα τους. Το ομότιτλο ποίημα του Ανδρέα Κάλβου που γράφτηκε τέσσερα χρόνια μετά την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης, κάποτε διδασκόταν στα σχολεία μας. Το μήνυμα που ήθελε να περάσει –  η κεντρική ιδέα όπως λεγόταν τότε– ήταν ότι θα ήταν καλύτερο η Ελλάδα να καταστραφεί παρά να υποταχθεί σε προστάτες. Είχε προηγηθεί την ίδια χρονιά η υπογραφή του γνωστού εγγράφου από Έλληνες πολιτικούς και στρατιωτικούς με το οποίο ζητούσαν επίσημα την αγγλική προστασία και έμεινε γνωστό στην ιστορία ως «Πράξις Υποταγής». Δύο χρόνια αργότερα, κι ενώ η Επανάσταση έπνεε τα λοίσθια, επακολούθησε, με τη συμμετοχή των τριών μεγάλων δυνάμεων της εποχής, η Ναυμαχία του Ναυαρίνου, η οποία ουσιαστικά τη διέσωσε, και οδήγησε συν τω χρόνω στην ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους.   

Διακόσια χρόνια μετά, δεν έχουν αλλάξει και πολύ τα πράγματα. Η χώρα μας βρισκόμενη αντιμέτωπη για μία ακόμη φορά με την Τουρκία, αποπειράται να  καταφύγει στην θεωρητικά ασφαλή αγκαλιά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως το παιδί που κρύβεται πίσω από τη φούστα της μαμάς του όταν έρθουν τα δύσκολα. Οι συνεχείς και επαναλαμβανόμενες προσπάθειες εκ μέρους της χώρας μας να καταστήσουν τα, επί της ουσίας, διμερή μας προβλήματα με τη γείτονα, ευρωπαϊκά, πέφτουν στο κενό εκ του αποτελέσματος. Κυρώσεις δεν προβλέπεται να της επιβληθούν, όπως άλλωστε διαφάνηκε από το κείμενο συμπερασμάτων της τελευταίας Συνόδου Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αλλά και αν ακόμα της επιβάλλονταν, δεν θα ήταν αρκετά αποτρεπτικές ώστε να την αποθαρρύνουν από το  να συνεχίσει  να κάνει αυτά που μέχρι τώρα έκανε.

Ήρθε πλέον ο καιρός να βγάλουμε το κεφάλι μας από την άμμο και να δούμε κατάματα την πραγματικότητα. Η αναπαράσταση του τούρκου ηγέτη από τα εγχώρια μέσα ενημέρωσης ως φαιδρής καρικατούρας, ή κοροϊδευτικά ως δήθεν σουλτάνου και η τηλεοπτική προβολή των συγκρούσεών του με την αντιπολίτευση δεν πείθουν, ούτε έπειθαν ποτέ κανένα ότι πρόκειται για ένα γραφικό χαρακτήρα που δεν θα έπρεπε να παίρνουμε στα σοβαρά. Η ανάδειξη από τα ελληνικά ειδησεογραφικά μέσα, των όποιων προβλημάτων της τουρκικής οικονομίας ή παλαιότερα, κάποιων άλλων εσωτερικών προβλημάτων που δήθεν εξάγει υπό μορφή έντασης εναντίον της χώρας μας, ούτε καθησυχάζουν, ούτε φυσικά πείθουν κανέναν ότι έχουμε να κάνουμε με μια αδύναμη χώρα. Δυστυχώς, αυτή την εντύπωση δίνουμε εμείς, με τη συνεχή επίκληση της Ευρωπαϊκής Ένωσης εν είδει διαιτητή. Είναι διπλή η προσβολή από τους γείτονες όταν μας αποκαλούν το κακομαθημένο παιδί της Ευρώπης. Ποιος άραγε καταδέχεται να συνομιλήσει για σοβαρά θέματα με παιδί και μάλιστα κακομαθημένο; Κυρίως όμως, και αυτό είναι το χειρότερο, τα παιδιά έχουν την ανάγκη κηδεμόνα γιατί είναι κατά βάση, ανυπεράσπιστα. Εμείς είμαστε δυστυχώς, που με τη στάση μας θέσαμε τον εαυτό μας στη θέση αυτή, όταν προστρέχαμε για βοήθεια στη μαμά Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Τουρκία αντιθέτως, πέραν των επιτυχιών που είχε προσφάτως σε Συρία και Ναγκόρνο-Καραμπάχ, εξακολουθεί να διαθέτει το ισχυρότατο διαπραγματευτικό όπλο του μεταναστευτικού, κάτι που η Ευρώπη γνωρίζει και αναγνωρίζει. Με άλλα λόγια, ως χώρα είναι too big to fail όπως λένε και οι αγγλοσάξονες.

Η χώρα μας από την άλλη, ορθώς συνήψε τις συμμαχίες που κατάφερε να συνάψει και καλώς, αν και μάλλον με μεγάλη καθυστέρηση, αποφάσισε τώρα τελευταία να προχωρήσει σε εξοπλισμούς προκειμένου να αναβαθμίσει την αμυντική της ικανότητα. Ας μην έχουμε όμως αυταπάτες. Κανείς δε θα έρθει να πολεμήσει για χάρη μας, όπως έγινε τότε στο Ναυαρίνο.  Δεν μπορούμε όμως και να συνεχίσουμε να ζούμε με το φόβο του Oruc Reis. Η ανάκτηση της εθνικής μας υπερηφάνειας και αξιοπρέπειας, για όσους σημαίνει κάτι αυτό, ασφαλώς και θα έχει το τίμημά της. Δεν υπάρχει λόγος να διασυρθεί για μια ακόμη φορά η γνωστή ρήση του ποιητή, όμως διακόσια χρόνια μετά είναι καιρός η χώρα μας να μάθει να πατάει στα δικά της πόδια. Κι όσο μπορέσει, θα περπατήσει.

Facebook Comments