«Γκάζι» πατήσαν αυτόν τον μήνα οι ελληνικές επιχειρήσεις, εισηγμένες και μη, ώστε να εκμεταλλευτούν τις ακόμη πολύ ευνοϊκές συνθήκες στην αγορά ελληνικών κρατικών ομολόγων η οποία καταγράφει συνεχώς νέα ρεκόρ, με στόχο της χρηματοδότηση επιχειρηματικών σχεδίων και επενδύσεων ή την αποπληρωμή τραπεζικού δανεισμού. Μάλιστα τα βιβλία προσφορών υπερκαλύπτονται, οδηγώντας πολλές εταιρείες να αυξήσουν το τελικό πόσο άντλησης σε σχέση με αυτό που στόχευαν αρχικά.

Μετά την επιτυχημένη έκδοση του 5ετούς ομολόγου της Motor Oil στις 8 Ιουλίου, όπου αντλήθηκαν 400 εκατ. ευρώ έναντι αρχικού στόχου 350 εκατ. ευρώ με επιτόκιο 2,125%, οι ΔΕΗ, Prodea και Sani/Ikos μπήκαν και αυτές την προηγούμενη εβδομάδα στο χορό των εταιρικών εκδόσεων, με τον Ιούλιο να γίνεται έτσι ο πιο «κινητικός» μήνας σε αυτό το μέτωπο, με τα συνολικά αντιληφθέντα κεφάλαια να αναμένεται να διαμορφώνονται στο 1,5 δισ. ευρώ.

Σημειώνεται πως οι τρεις ελληνικές συστημικές τράπεζες Eurobank, Alpha Bank και Πειραιώς έχουν εκδώσει φέτος τίτλους senior preferred, Τier 2 και AT 1 αντίστοιχα, ενώ σε εκδόσεις ομολόγων έχουν προχωρήσει οι εισηγμένες Μυτιληναίος, Motor Oil και ΔΕΗ και η μη εισηγμένη στην ελληνική αγορά Costamare.

Έτσι, προσθέτοντας το 1,5 δις. ευρώ στα 3,58 δισ. ευρώ που είχαν αντληθεί μέσω εκδόσεων από τράπεζες και επιχειρήσεις από τις αρχές του έτους έως τα τέλη Ιουνίου – χωρίς να υπολογίζονται οι αυξήσεις κεφαλαίου – τότε το ύψος των (αντληθέντων) κεφαλαίων αγγίζει τα 5,1 δισ. ευρώ στο επτάμηνο.

Συμπεριλαμβανομένων των αυξήσεων κεφαλαίου (Τράπεζα Πειραιώς, Alpha Bank, Aegean, Premia και Ελλάκτωρ) το πόσο «ανεβαίνει» στα 7,5 δισ. ευρώ.

Έτσι, με στόχο να κεφαλαιοποιήσει τη θετική συγκυρία ΔΕΗ, με κύριους διαχειριστές τις Goldman Sachs και HSBC Continental Europe και σειρά συνδιαχειριστών μεταξύ των οποίων οι τέσσερις ελληνικές συστημικές τράπεζες, ολοκλήρωσε την πολύ επιτυχημένη έκδοση του 7ετούς «πράσινου» ομολόγου.  Η έκδοση του ομολόγου με ρήτρα αειφορίας (Sustainability-Linked Bond) και διάρκειας 7 ετών υπερκαλύφθηκε κατά 6,5 φορές, κατατέθηκαν δηλαδή προσφορές άνω των 2,3 δισ. ευρώ, εξέλιξη που ώθησε τη ΔΕΗ να αντλήσει τελικά 500 εκατ. ευρώ έναντι των 350 εκατ. ευρώ που ήταν ο αρχικός στόχος, με το τελικό επιτόκιο να  διαμορφώνεται στο 3,375% και σημαντικά χαμηλότερα τόσο από την αρχική τιμολόγηση η οποία είχε διαμορφωθεί στο 3,75%, όσο και από το ενδεικτικό εύρος της τιμολόγησης που δόθηκε στη συνέχεια, το οποίο κινήθηκε στο 3,5% με 3,75%. Αξίζει την έκδοση, η οποία έχει δυνατότητα ανάκλησης μετά το πέρας των πρώτων 3 ετών (τύπου 7NC3), η ρήτρα αειφορίας συνδέεται με τη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα για την οποία δεσμεύεται η ΔΕΗ και προβλέπει ότι αν δεν επιτευχθεί ο στόχος, η επιχείρηση θα καταβάλει “πέναλτι” στους ομολογιούχους το οποίο αντιστοιχεί σε προσαύξηση 0,5% στο επιτόκιο

Παράλληλα, και ο ξενοδοχειακός όμιλος Sani/Ikos Financial Holdings, με κύριους συντονιστές τις Morgan Stanley και JP Morgan, προχώρησε στην έκδοση ευρωομολόγου διάρκειας 5,5 ετών και μη δυνατότητα ανάκλησης πριν την πάροδο των πρώτων δύο ετών, αντλώντας 300 εκατ. ευρώ με επιτόκιο 5,625%, τα οποία και θα κατευθυνθούν στην αναχρηματοδότηση υφιστάμενου χρέους, σε γενικούς εταιρικούς σκοπούς καθώς και την πληρωμή των εξόδων της έκδοσης.

Σειρά πήρε η Prodea η οποία βγήκε στις αγορές με πράσινο ομόλογο διάρκειας 7 ετών, αντλώντας 300 εκατ. ευρώ τα οποία και θα διατεθούν σε αειφόρα projects ακίνητης περιουσίας, σε άλλες πράσινες επενδύσεις καθώς και στην αποπληρωμή κοινοπρακτικού ομολογιακού δανείου.

Ισχυρή στήριξη σε όλες αυτές τις «εξόδους» των ελληνικών επιχειρήσεων δίνουν φυσικά οι επιδόσεις των κρατικών τίτλων, που συνεχίζουν να εντυπωσιάζουν. Την περασμένη εβδομάδα το ελληνικό 10ετές κατέγραψε νέο ισχυρό ράλι υποχωρώντας στο 0,67% και στα χαμηλότερα επίπεδα από τις αρχές Φεβρουαρίου, ενώ νέο ιστορικό ρεκόρ σημείωσε η απόδοση του 5ετούς στο -0,12%. Παράλληλα, και τα 2ετή, 3ετή, 4ετή ελληνικά ομόλογα καθώς και όλα τα έντοκα έχουν αρνητικές αποδόσεις, ενώ προς το… μηδέν οδεύει άμεσα  η απόδοση του 7ετούς ομολόγου.

Όπως έχουμε σημειώσει πολλές φορές, το μεγάλο όπλο των ελληνικών ομολόγων είναι η έλλειψη τους από την αγορά, κάτι που κρατά τους επενδυτές «διψασμένους», κυνηγώντας τις αποδόσεις, τα υψηλά ταμειακά διαθέσιμα της χώρας, το γεγονός ότι το ελληνικό χρέος παραμένει βιώσιμο, η αναπτυξιακή ώθηση που θα δώσει στην Ελλάδα το Ταμείο Ανάκαμψης, και φυσικά ο μεγάλος αγοραστής που ονομάζεται ΕΚΤ. H πρόοδος προς τη μόνιμη επιλεξιμότητα των ελληνικών κρατικών ομολόγων για τις πράξεις της ΕΚΤ, η οποία και αποτελεί ένα από τους βασικούς στόχους του οικονομικού επιτελείου όπως έχει δηλωθεί πολλές φορές το τελευταίο διάστημα, θα μπορούσε να προσφέρει ακόμη μεγαλύτερη στήριξη στην αγορά. Η Capital Economics τόνισε πως η συνεχής στήριξη της ΕΚΤ θα διατηρήσει χαμηλές τις αποδόσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων, και συνεπώς την πορεία της οικονομίας. Όπως προέβλεψε, όταν λήξει το έκτακτο πρόγραμμα PEPP, η ΕΚΤ θα δώσει νέο waiver στην Ελλάδα και θα συνεχίσει να αγοράζει ελληνικά ομόλογα μέσω του “κανονικού” προγράμματος αγοράς περιουσιακών στοιχείων.

Άλλωστε τόσο η Citi, όσο και η Societe Generale τόνισαν πως κλειδί για τις αναβαθμίσεις της Ελλάδας από τους οίκους και την εκ νέου ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδα, αποτελεί η στάση που θα κρατήσει η ΕΚΤ απέναντι στα ελληνικά ομόλογα, μετά το τέλος του PEPP. Όταν ρωτήθηκε η Λαγκάρντ εάν θα διατηρηθεί η ευελιξία στις αγορές των ελληνικών ομολόγων μετά το PEPP, είπε ότι δεν έχει συζητηθεί ακόμη. Η Citi πιστεύει ότι οποιαδήποτε περαιτέρω υπεραπόδοση των ελληνικών ομολόγων καθώς και οι βραχυπρόθεσμες αναβαθμίσεις της αξιολόγησης της Ελλάδας, θα εξαρτηθούν από τη στάση της ΕΚΤ και οι οίκοι θα περιμένουν να υπάρξει σαφήνεια σε αυτό το μέτωπο. H SοcGen ανέφερε ότι το κόστος χρηματοδότησης της Ελλάδας είναι σχετικά χαμηλό, χάρη και στη στήριξη που παρέχεται από τις αγορές ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ. Αυτή η πηγή ευελιξίας χρηματοδότησης θα διατηρήσει το κόστος χρηματοδότησης της Ελλάδας σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα έως ότου λήξει το PEPP και στη συνέχεια η κεντρική τράπεζα θα πρέπει να αποφασίσει εάν θα επιτρέψει και πάλι κάποια ευελιξία σε ό,τι αφορά την Ελλάδα. Το αποτέλεσμα, όπως τονίζει η γαλλική τράπεζα, θα επηρεάσει τόσο το κόστος χρηματοδότησης όσο και τις αξιολογήσεις της Ελλάδας από τους οίκους.

Facebook Comments